Πέμπτη, Οκτωβρίου 23, 2008

Βαρέθηκα αδερφέ...βαρέθηκα, αλήθεια σου λέω (updated)

Όταν συναντώ αυτιά και μάτια ανοιχτά, τότε αισθάνομαι ότι το blogging είναι πολύ σπουδαίο πράγμα Όταν συναντώ πολιτικούς με αντανακλαστικά που αφουγκράζονται και τον παραμικρό ψίθυρο τότε ελπίζω πως τα πράγματα θα αλλάξουν. Νιώθω πως πολιτικοί με ήθος υπάρχουν σε κάθε πολιτικό χώρο. Και πως θα έρθουν καλύτερες μέρες. Και είναι επιταγή της ηλικίας μου, η ελπίδα ακόμα κι όταν βλέπω μόνο τη σκούρα πλευρά.

Ευχαριστώ κ. Παπανδρέου.


Μας έμαθαν πως ότι είναι νόμιμο, είναι και ηθικό. Μας έδειξαν πως οι μεγαλύτερες βρωμιές γίνονται σεμνά και ταπεινά. Μας έπεισαν πως ότι η δικαιοσύνη δεν αγγίζει, απλά δεν υπάρχει. Μας αποκοίμισαν με ιστορίες για κακούς δράκους και ληστές. Μας δίδαξαν το ψέμα. Το χαμηλωμένο βλέμμα. Την υποκρισία.

Και τους πιστέψαμε. Τους ακούσαμε. Τους ανεχτήκαμε. Και τώρα, τώρα παρακολουθούμε το θέατρο του παραλόγου. Την ώρα που η οικονομική κρίση έχει αγγίξει κάθε πλευρά του πλανήτη. Την ώρα που μέσα σε μια μέρα εδώ απολύθηκαν 750 άνθρωποι. Την ώρα που η Αγγλική κυβέρνηση στηρίζει τις τράπεζες της με 50 δις λίρες, την ίδια ώρα εμείς ασχολούμαστε με τον Εφραίμ. Ο Εφραίμ να βάλει το χέρι του.

Και θα την πατήσουμε. Θα ξυπνήσουμε μια μέρα, χαρά θεού με λιακάδα για να ζήσουμε το σκηνικό των πυραμίδων του Μπερίσα. Ίδια εικόνα, χίλιες λέξεις, άλλη γλώσσα αλλά το νόημα θα είναι το ίδιο. Θα ξυπνήσουμε μια μέρα από το πρώτο κανόνι που θα βαρέσει η πρώτη ελληνική τράπεζα. Το προηγούμενο βράδυ θα έχουμε αποκοιμηθεί αγκαλιά με το τηλεκοντρόλ και την εικόνα του Ρουσόπουλου. Θα παραιτηθεί; Δεν θα παραιτηθεί. Μ’αγαπάει; Δεν μ’ αγαπάει. Μαργαρίτες να μαδάω; Κι αν έχουν φυτρώσει στη Βιστωνίδα; Αμαρτία δεν είναι;

Όχι δεν λέω να μην ασχοληθούμε μαζί τους. Ποια είμαι εγώ άλλωστε που θα αποφασίσω για το γεύμα στου καθενός μπροστά από το χαζοκούτι. Λαμπίρη θες μάτια μου; Λαμπίρη. Μόνο να, μην το παρακάνουμε παιδιά. Μην το ξευτιλίσουμε τελείως. Στην εποχή της πληροφόρησης, του διαδικτύου, σε αυτή την εποχή εκείνη η χώρα η μικρή, η τόση…έχει καταφέρει το ακατόρθωτο. Να κλείνει τα αυτιά και τα μάτια στις εξελίξεις. Να μένει εκτός. Να μην θυμάται καν ονόματα. Κι αν…αν λέμε τώρα η κακιά η ώρα το φέρει και ξεφύγει καμιά εικόνα και μαθευτεί το κακό τότε γενικολογούμε, αποσιωπούμε, κρύβουμε και το κεφάλι στην άμμο άμα λάχει. Δεν λέω να μην ασχοληθούμε με τα του οίκου μας. Μια οικογένεια είμαστε άλλωστε. Δεν λέω να μην αντιδράσουμε. Δεν αντιδράμε όμως. Δεν λέω να μην αγανακτήσουμε. Αγανακτούμε, δεν μπορώ να πω. Αγανακτούμε αλλά ψηφίζουμε. Κι όμως. Απλά λεω το πιο απλό. Λέω να αφουγκραστούμε τα παρακάτω. Έρχονται δύσκολες μέρες και οι καιροί είναι πονηροί. Αυτοί που μας έμαθαν το νόμιμο, το ηθικό, το σεμνό, το ταπεινό δεν θα μας προφυλάξουνε. Εμείς που μάθαμε να τους αποδεχόμαστε και να τους ανεχόμαστε πρέπει να αλλάξουμε πορεία. Δεν είναι όλα καλά. Κι ας το λένε. Ας μην τους πιστέψουμε. Ή τουλάχιστον ας μην πούμε ξανά «δεν βαριέσαι ρε αδερφέ». Ρε αδερφέ, αλήθεια, δεν βαρέθηκες πια;

Κυριακή, Οκτωβρίου 19, 2008

Μαγειρεύοντας στην εστία...

Κάθε πόλεμος έχει τις παράπλευρες απώλειές του. Τα αθώα θύματά του. Στην προκειμένη περίπτωση τους Λατινοαμερικανούς που ζουν στην εστία και μοιράζονται την κουζίνα με μένα. Φυσικά εγώ είμαι με τους καλούς Ευρωπαίους και πολεμώ τους κακούς Ασιάτες. Όλοι εμείς έχουμε κάτι κοινό. Την κουζίνα, τα ψυγεία, το φούρνο. Οι δόλιοι οι Λατινοαμερικάνοι έχουν μόνο μπύρες στα ράφια τους και τρώνε απέξω. Το πολύ - πολύ να φτιάξουν καμιά ομελέτα για πρωινό με 6 αυγά. Αυτοί θα πάθουν χοληστερίνη, εμένα σκασίλα μου. Εγώ μαγειρεύω. Η Ινδή το παρακάνει, ο Ιάπωνας τώρα μαθαίνει και ο Τούρκος θέλει να μας ξεπαστρέψει μπαμπέσικα.

Η Ινδή έχει ένα τεράστιο τάπερ με θηκούλες οι οποίες είναι γεμάτες με μπαχάρια. Σε κάθε μαγείρεμα χρησιμοποιεί το 80% αυτών. Οι μυρωδιές είναι αποπνικτικές. Το κάρυ έχει την τιμητική του, εδώ δίπλα μου. Επίσης μαγειρεύει μεσημέρι βράδυ οπότε δεν υπάρχει περίπτωση να μην την πετύχεις στην κουζίνα ότι ώρα και να μπεις. Είμαι πάντα ευγενική και της λέω ότι το φαγητό της μυρίζει υπέροχα. Στην πραγματικότητα απορώ με το στομάχι της. Μέσα σε όλα, το παράθυρο της κουζίνας δεν ανοίγει. Φοβούνται μήπως πηδήξουμε. Μήπως πεθάνουμε από τις αναθυμιάσεις δεν το σκέφτηκε κανείς;

Ο Ιάπωνας έχει αγοράσει έναν πυρηνικό αντιδραστήρα όπου μαγειρεύει και καλά το ρύζι. Έχει ένα περίεργο σχήμα και ανάβουν κάτι φωτάκια μπλε. Αν δεν έγραφε Τεφάλ πάνω θα είχα φωνάξει την υπεύθυνη της εστίας. Πιάνει το μισό τραπέζι και έχει χρώμα ασημί. Είναι και βαρύ. Ναι, πήγα και το επεξεργάστηκα φυσικά. Ότι χρησιμοποιεί παράλληλα Ιαπωνικό τσελεμεντέ είναι λεπτομέρεια.
Ο τύπος καμιά μέρα θα μας σφάξει και θα το ακούσετε στις ειδήσεις. Όχι μόνο έχει έναν τεράστιο μπαλτά αλλά μαγειρεύει και με το σακάκι. Εγώ δεν τον εμπιστεύομαι. Προχτές τον πέτυχα στο διάδρομο. Έκρυβε κάτι κάτω από το ίδιο πάντα σακάκι. Μα τι άνθρωπος είναι αυτός; Ανταλλάσω ένα χάι και πολύ του είναι. Φυσικά και τα ψαρικά που μαγειρεύει βρωμάνε. Αυτοί υποτίθεται πως ωμά δεν τα τρώνε; Ναι, είμαι παράξενη, τι θέλετε;

Ο Τούρκος μας έστειλε για κεμπάπ εδώ στη γειτονιά σε ένα εκπληκτικό κατά την άποψή του, μαγαζί. Πήγα και έλεγε Cyprus απέξω. Από Λευκωσία και βόρεια βέβαια. Φυσικά και δεν έφαγα. Ένας γείτονας, υπέρμαχος του Ναι στο σχέδιο Ανάν πήγε και δοκίμασε. Την ώρα που πλήρωνε είδε τον μάγειρα να διαλέγει το ωμό κοτόπουλο με την ίδια πηρούνα που είχε για τη σαλάτα. Μόνο η σαλμονέλα μας έλειπε εδώ πέρα. Ακούει και τσιφτετέλια. Όταν θα ακούσει και Άντζελα Δημητρίου τότε θα πειστώ πως έχει κάνει καριέρα στη γείτονα χώρα και θα τηλεφωνήσω στην υπεύθυνη της εστίας για διατάραξη της κοινής ησυχίας.

Η Ελληνίδα είναι η πιο ύπουλη. Αγόρασε σκορδόψωμα από το σούπερ μάρκετ και ενώ έγραφαν πως μαγειρεύονται στο φούρνο, θεωρώντας εαυτόν πολύ ξύπνιο, τα έβαλε στο φούρνο μικροκυμάτων. Κάηκαν. Η Ελληνίδα το πήρε αργά είδηση και όχι μόνο είχαν μαυρίσει αλλά χτύπησε και ο συναγερμός για φωτιά. Ο φούρνος ακόμα μυρίζει καμμένο. Και τώρα όλοι μου μιλούν με μια δόση φόβου. Άντε γιατί παραγνωριστήκαμε! Είμαι θεά το ξέρω. Είμαι και Ελληνίδα. Α ναι!! Ψήνω και χοιρινό.

Σάββατο, Οκτωβρίου 11, 2008

Το ξένο είναι πιο γλυκό;

Μάθαμε πως το ξένο είναι πιο γλυκό. Μας έπεισαν και πως για να εκτιμήσουμε κάτι πρέπει πρώτα να το πληρώσουμε αδρά. Μύθοι και τα δύο. Συντηρήθηκαν και εξακολουθούν να συντηρούνται σε δύο ουσιώδεις περιπτώσεις. Στον έρωτα και στις σπουδές. Κι αν ο έρωτας αποτελεί καθαρά προσωπική επιλογή, το πανεπιστήμιο αποτελεί μια βασική ανάγκη. Ο κοινός γνώμονας και των δύο είναι πως όσοι δεν τα έχουν δοκιμάσει αποτελούν τους πιο ένθερμους υποστηρικτές και κάνουν τη ζημιά, χαλώντας την πιάτσα. Και στον έρωτα και στο πανεπιστήμιο πάντα. Κι αν για τον έρωτα τα έχουμε πει για το πανεπιστήμιο αξίζει να τα τονίσουμε.

Ναι, το ελληνικό πανεπιστήμιο συντηρείται από τους άμισθους υποψήφιους διδάκτορες – αυτούς τους ρομαντικούς νέους που δουλεύουν 12 ώρες για 500 € από το ΙΚΥ. Από τους λέκτορες των 1500 €. Από το 4 και κάτι πολύ ψηλά του ΑΕΠ. Δηλαδή με τρίχες κατσαρές. Παράλληλα βάλλεται από μια κυβέρνηση που προσπαθεί να το αποδεκατίσει στο βωμό των κέντρων ελευθέρων σπουδών και από τις φοιτητικές παρατάξεις που έχουν στήσει το παραμάγαζό τους μέσα σε αυτό για όφελος τους. Σαν και τον έρωτα κι αυτό συντηρείται με τη φλόγα των ανθρώπων που το περιβάλλουν και αντέχει στις εξωγενείς δυσκολίες. Α ναι. Δεν αντέχει απλά. Παράγει επιστήμονες. Όχι εργαλεία. Ούτε μηχανές. Παράγει σκεπτόμενους ανθρώπους, το χειρότερο είδος δηλαδή εργαζόμενου, το δυσκολότερο είδος για χειραγώγηση.

Μας μάθανε πως το ξένο είναι πιο γλυκό. Το Αγγλικό που τουλάχιστον γνωρίζω εγώ αυτό τον καιρό είναι απλά γεμάτο με αμερικανιές. Κάρτα με barcode για την είσοδο στη Σχολή, τηλεχειριστήριο σαν αυτά που ο Παπαδόπουλος μοίραζε στο κοινό για να βοηθήσει τον παίκτη, ώστε να απαντάμε στις ερωτήσεις του καθηγητή. Πολύ ωραία. Πολύ γυαλιστερά. Πολύ φιγουρατζίδικα. Αλλά ως εκεί. Από μέσα το περιεχόμενο δεν είναι το ίδιο. Γιατί το δυναμικό διαφέρει. Γιατί οι γνώσεις κάνουν τη διαφορά. Ποτέ κανείς Έλληνας καθηγητής δεν μας είπε πως δεν χρειάζεται να μάθουμε κάτι γιατί υπολογίζεται από τον υπολογιστή. Πάντα μας μάθαιναν πως εμείς είμαστε ένα σκαλί πιο πάνω. Εμείς θα πρέπει να έχουμε τις γνώσεις να ελέγξουμε και την παραμικρή λεπτομέρεια. Ποτέ κάνεις Έλληνας καθηγητής δεν μας είπε πως δεν απαντά στις ερωτήσεις μας πάνω στην εργασία που μας έβαλε γιατί βαθμολογείται. Ποτέ κανείς δεν μας έπιασε από το χέρι κι έτσι μάθαμε να κολυμπάμε στα βαθιά. Ποτέ όμως κανείς δεν μας άφησε να πνιγούμε κι έτσι μάθαμε να βγαίνουμε στη στεριά.

Μόλις προχτές δημοσιεύτηκε η έρευνα για την αξιολόγηση των πανεπιστημίων παγκόσμια. Η ειδοποιός διαφορά είναι πως τα πρώτα πανεπιστήμια έχουν πάρει τη δουλειά τους πολύ σοβαρά. Τα ελληνικά που δεν φιγουράρουν στις πρώτες θέσεις απλά δεν ξέρουν πως αυτό που παράγουν ονομάζεται γνώση και μάλιστα υψηλού επιπέδου. Βρίσκομαι σε ένα από τα πρώτα πανεπιστήμια με βάση την αξιολόγηση. Την προηγούμενη όμως εβδομάδα στο μάθημα των μαθηματικών οι Έλληνες ήταν οι μόνοι που ήξεραν τι θα πει παράγωγος. Πως λύνεται μια ταυτότητα. Για ολοκλήρωμα ούτε λόγος. Οι υπόλοιποι απλά κοιτούσαν εμάς, κι εμείς απλά κοιτούσαμε χαμηλά. Γιατί το ελληνικό πανεπιστήμιο μας έμαθε πως αυτό δεν είναι κάτι. Ενώ εδώ μας τόνισαν πως αυτό είναι πολύ.

Οι καθηγητές μπορεί να είναι κορυφαίοι. Αλλά μου θυμίζουν δημοσίους υπαλλήλους από αυτούς που βαριούνται. Από αυτούς που περιμένουν να περάσει η ώρα και διαβάζουν την παρουσίαση που ήδη έχουν αναρτήσει στην ιστοσελίδα τους στο νετ. Μα για πόσο ηλίθιους μας περνάνε; Η καθηγήτρια μου από το ελληνικό πανεπιστήμιο είναι απλά πολύ πιο πάνω από αυτούς. Όχι μόνο γιατί είναι επιστήμονας. Αλλά γιατί είναι και άνθρωπος. Χτες μου έστειλε μάιλ να δει αν τρώω, αν ντύνομαι ζεστά, αν κοιμάμαι καλά. Στο τέλος μου έγραφε πως με αγαπά πολύ. Το χειρότερο δεν είναι ότι το έγραψε. Είναι ότι το εννοούσε. Κι εγώ το διάβασα την ώρα του εργαστηρίου κι ένιωσα την ζεστασιά του 356ου πανεπιστημίου να απλώνεται μέχρι την κορυφή. Ελληνικό πανεπιστήμιο απλά είσαι μοναδικό. Γι αυτό δεν το ξέρεις.

Τρίτη, Οκτωβρίου 07, 2008

Λονδρέζικες ματιές



Καμιά φορά δεν μετράνε οι άνθρωποι μα το μέρος. Εγώ πάλι πιστεύω ότι μετράει το μέρος μαζί με τους ανθρώπους. Το Σαββατοκύριακο ένας φίλος από τα παλιά ήρθε στο Λονδίνο. Απλά για 48 ώρες. Σκάρτες.

Κι ένιωσα πως ένας δικός μου άνθρωπος με επισκέφτηκε. Είναι πολύ ωραίες οι καινούργιες γνωριμίες. Το άγνωστο. Είναι εκπληκτική η συστολή του πρώτου καιρού όταν γνωρίζεις κάποιον. Είναι όμως δώρο να μπορείς να νιώσεις εκείνο το συναίσθημα πως κάποιος σε ξέρει και δεν σε παρεξηγεί. Πως μπορείς να του ανοιχτείς και να συζητήσεις κάτι πιο προσωπικό, κάτι πιο ζεστό.

Το Λονδίνο είναι υπέροχο.



Ειδικά όταν το τριγυρνάς με φιλαράκια.


Όταν σε πιάνει η βροχή έξω από το Μουσείο μοντέρνας τέχνης.
Όταν σηκώνεσαι στις μύτες των ποδιών για να απολαύσεις το σόου του πεζοδρομίου.




Όταν θα θελες για λίγο να βρεθείς στη θέση του.



Όταν τρως σπιτικό hamburger σε pub.

Όταν μοιράζεσαι…

Παρασκευή, Οκτωβρίου 03, 2008

Η Ιθάκη μου

Εκείνο το ξώπλατο μαύρο φόρεμα το έχω ακόμα. Δείγμα θηλυκότητας πανάθεμά με. Κι εκείνα τα πέδιλα επίσης. Ψηλά. Τόσο που να με κουράσουν και να καταλήξω εκείνο το βράδυ ξυπόλητη στην Κηφισίας να ψάχνω για ταξί. Με τα μαλλιά πεσμένα. Ήταν που είχε περάσει η ώρα και η σταχτοπούτα είχε μεταμορφωθεί. Έφταιγε που οι μπούκλες δεν μου στέκονται και ήταν κι εκείνο το πείσμα γαρνιρισμένο με σιγουριά, πως μου πάνε. Φυσικά και είχαν χαλάσει. 17 χρονών, τελευταία μέρα αποφοίτησης, με εκείνη πάντα την άγνοια κινδύνου, διαβατήριο για τα επόμενα στο μικρό μαύρο τσαντάκι. Δυο μέρες νωρίτερα είχαν βγει οι βαθμολογίες. Δυο μέρες μετά, το μυαλό σχεδόν άδειο από σκέψεις είχε αποφασίσει πως θα έμενε Αθήνα. Πως θα συνέχιζε να πορεύεται με εκείνες τις τρεις που λίγο πριν χόρευε ξέφρενα. Ακόμα και σήμερα, χρόνια μετά, μίλια μακριά με εκείνες πορεύεται.

Είχε αρχίσει να αχνοχαράζει. Μαγεία η ανατολή, μαγεία εκείνη η στιγμή και η ηλικία που την υποστήριζε. Στο μικρό τσαντάκι το γράμμα εκείνης. «Θα γινόσουνα μια πολύ καλή φιλόλογος και μετανιώνω που δεν στο είπα νωρίτερα». Τότε έβαλα τα κλάματα γιατί μου το είχε πει πολύ αργά. Σήμερα την ευγνωμονώ που με άφησε ανεπηρέαστη να ακολουθήσω αυτό που ήθελα. Εκείνη η μέρα ήταν η τελευταία φορά που την έβλεπα. Δεν βρήκα καν το κουράγιο να ξαναπεράσω από το παλιό μου σχολείο. Μου είχε αφήσει όμως φυλαχτό την Ιθάκη του Καβάφη στο τελευταίο αποχαιρετισμό που έβγαλε από το μικρόφωνο. Για μένα.

Εκείνο το καλοκαίρι, που ήταν από τα πιο ξέγνοιαστα μου έπεσα με τα μούτρα στη μελέτη του Ποιητή. Έκτοτε έχω πάντα - αυτή την τραχιά από το τσιγάρο- φωνή της στα αυτιά μου όταν τον διαβάζω. Με τα γαλανά μάτια της, διαπεραστικά πίσω από τα στρογγυλά γυαλάκια της, αισθάνομαι ότι με κοιτά. Και ξέρω πως μου ψιθυρίζει:

Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη,
να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος,
γεμάτος περιπέτειες,
γεμάτος γνώσεις.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι,
τέτοια στον δρόμο σου ποτέ σου δεν θα βρεις,
αν μεν' η σκέψις σου υψηλή,
αν εκλεκτή συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις,
αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου,
αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου.

Να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος.
Πολλά τα καλοκαιρινά πρωϊά να είναι
που με τι ευχαρίστησι, με τι χαρά
θα μπαίνεις σε λιμένας πρωτοειδωμένους,
να σταματήσεις σ' εμπορεία Φοινικικά,
και τες καλές πραγμάτειες ν' αποκτήσεις,
σεντέφια και κοράλλια, κεχριμπάρια κ' έβενους,
και ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής,
όσο μπορείς πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά,
σε πόλεις Αιγυπτιακές πολλές να πας,
να μάθεις και να μάθεις απ' τους σπουδασμένους.

Πάντα στον νου σου νάχεις την Ιθάκη.
Το φθάσιμον εκεί ειν' ο προορισμός σου.
Αλλά μη βιάζεις το ταξείδι διόλου.
Καλλίτερα χρόνια πολλά να διαρκέσει
και γέρος πια ν' αράξεις στο νησί,
πλούσιος με όσα κέρδισες στο δρόμο,
μη προσδοκώντας πλούτη να σε δώσει η Ιθάκη.

Η Ιθάκη σ'έδωσε τ' ωραίο ταξείδι.
Χωρίς αυτήν δεν θάβγαινες στον δρόμο.
Άλλα δεν έχει να σε δώσει πια.

Κι αν πτωχική την βρεις,
η Ιθάκη δε σε γέλασε.
Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα,
ήδη θα το κατάλαβες οι Ιθάκες τι σημαίνουν.
Κωνσταντίνος Π. Καβάφης

Καμιά φορά πεισμώνω και σκέφτομαι την ακτή. Ξέρω όμως πως πάντα το ταξίδι με συνάρπαζε. Σήμερα, ίσως περισσότερο από κάθε άλλη φορά, αυτήν έχω στο μυαλό μου συντροφιά με τον Ποιητή να μου μιλά και να με προστάζει να συνεχίσω αυτό που τόσο αγάπησα. Απλά την ευγνωμονώ και δεν της κακιώνω. Ακόμα δεν έμαθα οι Ιθάκες τι σημαίνουν. Μονάχα πως αξίζουν. Κι αν φοβάμαι κάτι, είναι μήπως τις ανακαλύψω και δεν εκπλαγώ. Μην με εξετάσετε σήμερα. Δεν έχω διαβάσει. Οι Λαιστρυγόνες και οι Κύκλωπες...κυκλοφορούν εκεί έξω.

Υ.Γ. Αυτή η ανάρτηση πρόεκυψε μετά από πρόσκληση της batgirl. Το παιχνίδι ζητούσε να αναφερθούμε σε ένα ποίημα ή ένα ρητό ή ένα τραγούδι που μας έχει στιγματίσει. Το άλλαξα λιγάκι. Ξέρω ότι δεν είναι του στυλ της, αλλά με αυτή την σιγουριά πως δεν θα μου χαλάσει χατίρι, καλώ την Κατερίνα να αλλάξει κι άλλο αυτό το παιχνίδι.

Καλημέρες από το συννεφιασμένο Λονδίνο.

Τετάρτη, Οκτωβρίου 01, 2008

Ένας χρόνος «στον καναπέ»


Να μωρέ, θα μπορούσα να γράψω κάτι συγκινητικό. Κάτι δακρύβρεχτο ή μελό. Στην αρχή σκέφτηκα να σας ευχαριστήσω καθένα ξεχωριστά. Να διάλεγα τα πιο ιδιαίτερα σχόλια σας και να τα αναρτούσα. Να έγραφα σεντόνια ολόκληρα για αυτούς τους δώδεκα μήνες. Η γκάμα μου τελικά περιορίζεται σε ντεπόν και ασπιρίνες όμως. Έσουρα το κουφάρι μου από το κρεβάτι μέχρι τον υπολογιστή, δυο βήματα δρόμος, με τον πυρετό και το συνάχι να με έχουν εξουθενώσει για να σας πω ένα τεράστιο ευχαριστώ.

Ευχαριστώ για αυτόν τον ένα χρόνο διαδικτυακής αλληλεπίδρασης και ζωντανής επαφής.

Ευχαριστώ όσους με διαβάζετε, με σχολιάζετε, μου έχετε απλωμένα χέρια και ανοιχτές αγκαλιές. Όσους με μαθαίνετε και όσους με έχετε αλλάξει. Αυτό το blog έχει αλλάξει πολύ από την πρώτη μέρα που ξεκίνησε. Κι όμως, το μεράκι μου είναι το ίδιο. Η αγάπη μου για αυτό το χώρο επίσης. Μόνο που να…είστε όλοι εσείς επίσης συντροφιά και γεμίζετε τους καναπέδες, τις μαξιλάρες, τις πολυθρόνες, το σαλονάκι αυτό.

Και χαίρομαι γαμώτο. Αλήθεια.
Αν δεν ήμουν άρρωστη θα σας φιλούσα έναν – έναν ξεχωριστά. Αλλά ας μην σας κολλήσω καλύτερα!

Αν δεν ήμουν άρρωστη θα έκανα πάρτυ από αυτά με τα καπελάκια, τις μπόμπες – σάντουιτς και τις κορδέλες πως “the party is here”.

Δεν πειράζει. Καλύτερα έτσι. Ένα μεγάλο ευχαριστώ λοιπόν από μέρους μου για αυτόν τον χρόνο που κάνουμε όλοι μαζί τσιγάρο και πίνουμε παρέα καφέ.
Τις ασπιρίνες ποιος τις πήρε από το τραπεζάκι;;