Τετάρτη, Ιουλίου 29, 2009

Sweet July

Τρεις άνθρωποι που ζουν, δουλεύουν, κινούνται σε διπλανά οικοδομικά τετράγωνα. Παντελώς άγνωστοι μεταξύ τους. Ο ένας αγνοεί την ύπαρξη των άλλων. Υπάρχει και χωρίς αυτούς. Μα και οι τρεις συνθέτουν ένα μοναδικό μωσαϊκό, έναν ξεχωριστό καμβά πολυπολιτισμικότητας. Τον δικό μου.
****
Κάθε μέρα για τις μετακινήσεις μου χρησιμοποιώ έναν από τους πιο πολυσύχναστους σταθμούς της πόλης. Έναν από αυτούς που είναι κομβικό σημείο για μετεπιβιβάσεις μετρό, τρένων, αεροδρομίων. Κάθε μέρα χιλιάδες άνθρωποι τον χρησιμοποιούν μαζί με μένα. Στην είσοδο, ξένοι μεταξύ τους μοιράζονται το πεζοδρόμιο για τσιγάρο. Τουρίστες και κάτοικοι, άλλοι με χαρτοφύλακες και άλλοι με βαλίτσες, άντρες με κοντομάνικα και βερμούδες και άντρες με κουστούμια, ζητούν αναπτήρα, κάνουν τσιγάρο για ένα μαγικό πεντάλεπτο και μετά χάνονται σαν να μην υπήρξαν ποτέ. Ένα χρόνο τώρα τον χρησιμοποιώ καθημερινά. Σκέφτομαι ότι κάποια στιγμή θα φύγω και θα είναι σαν να μην πέρασα ποτέ από εδώ.

Μια φορά την εβδομάδα η ίδια τελετουργία. Στάση στα M&S για φρούτα, στάση στα WHSmith για voucher του κινητού. Πάντα η ίδια γυναίκα με την μαντίλα. Με ρωτά όπως πάντα τι θέλω. Εδώ και ένα χρόνο της επαναλαμβάνω το ίδιο. Της λέω ευχαριστώ πάντα τυπικά και φεύγω. Ανήκει στην πρωινή βάρδια. Είναι πάντα χαμογελαστή και φοράει πάντα την ίδια μαντίλα. Ναι, είναι νέα. Μπορείς να την πεις και όμορφη, με αυτή την εξωφρενική ομορφιά που αποπνέουν πάντα οι γυναίκες της διπλανής πόρτας. Αναρωτιέμαι πώς να είναι τα μαλλιά της. Αναρωτιέμαι αν ζει κάποιο μεγάλο έρωτα, από αυτούς που στο διάβα τους σηκώνουν τα πάντα. Δεν θα μάθω ποτέ. Προχτές πέρασα και είχα πάνω από δύο εβδομάδες να φανώ. Περιμένω να με ρωτήσει τα κλασσικά, να απαντήσω και να ευχαριστήσω τυπικά. Να γυρίσω σπίτι γρήγορα. Θα πιάσει βροχή. Μα εκείνη, δεν με ρωτά τι θέλω. Ξέρει τι θέλω. Και μου λέει πως χάθηκα. Καιρό έχει να με δει. Της χαμογελώ, γυναίκα του σκηνικού μου, από κομπάρσος της εικόνας μου, παίζει για πρώτη φορά ρόλο στο δικό μου έργο…βάζοντας στην άκρη το βουβό σκηνικό.
****
Δευτέρα βράδυ, στο σούπερ μάρκετ για τα απαραίτητα. Με έπιασε η νοικοκυροσύνη μου. Να μαγειρέψω κάτι καλό. Χρησιμοποιώ πάντα τα αυτόματα μηχανήματα για να πληρώσω. Σκανάρω τα προϊόντα μου, την κάρτα με τους πόντους, ζυγίζω τα λαχανικά, πληρώνω. Όλα μόνη μου. Εκτός από το κρασί. Όπως κάθε αλκοολούχο έτσι κι αυτό θέλει επιβεβαίωση από τον υπάλληλο. Ένα χρόνο τώρα έχω πάρει σειρά το ράφι με τα κρασιά με μια ιδιαίτερη προτίμηση στα λευκά. Έχω δοκιμάσει σχεδόν τα πάντα, γαλλικά, ιταλικά, ισπανικά, σχεδόν τα πάντα. Προχτές διάλεξα ένα από τη Νότια Αφρική. Ένα ποτήρι έτσι για συντροφιά αργά το βράδυ, καλή παρέα δεν μπορείς να πεις. Του κάνω νόημα να πλησιάζει. Με κοιτά, δεν είμαι και στα καλύτερά μου. Μαλλιά πιασμένα αλογοουρά, φόρμες, μαύροι κύκλοι κάτω από τα μάτια. Και με ρωτά το απίστευτο. Είσαι πάνω από δεκαοχτώ; Σκάω στα γέλια, σκάει κι αυτός. Ελπίζω να είσαι συνεχίζει αλλιώς θα χάσω τη δουλειά μου. Σου μοιάζω για κάτω από δεκαοχτώ τον ρωτώ; Μοιάζεις εκεί…λίγο πιο πάνω από δεκαοχτώ. Μου σκανάρει το κρασί. Και του λέω ευχαριστώ. Είμαι μικρή ακόμα οπότε μπορώ να κάνω ακόμα πολλά λάθη. Με κοιτά με απορία κι εγώ τον ευχαριστώ και φεύγω. Έχω να μαγειρέψω.
****
Κάθε βράδυ είναι εκεί. Συντροφιά στο τελευταίο τσιγάρο της ημέρας. Προφανώς δεν έχει διαβάσει ποτέ τους κανονισμούς που λένε ότι το κάπνισμα επιτρέπεται αυστηρά και μόνο μέσα στο δωμάτιο. Αυτός καπνίζει στον ακάλυπτο κι εγώ καπνίζω πάντα κρεμασμένη από το παράθυρο. Μάλλον μας ενοχλεί και τους δύο ο καπνός στο χώρο που κοιμόμαστε. Φορά πάντα φόρμα και αμάνικο μπλουζάκι. Έχει γυμνασμένο σώμα, είναι ψηλός και μελαχρινός. Άραγε τι εθνικότητας να είναι; Όχι ότι έχει και καμία σημασία. Πάντα με κοιτά έντονα. Εγώ πάλι κοιτώ τον ουρανό. Ο καθένας γεμίζει την εικόνα του με τα συστατικά που του αρέσουν. Σβήνει το τσιγάρο και φεύγει. Πετάω το τσιγάρο και κλείνω το παράθυρο. Την ώρα που τραβάω τις κουρτίνες αναρωτιέμαι…Λες να βρέξει;

Παρασκευή, Ιουλίου 24, 2009

O Mr Big, η Mrs Huge και οι 9 1/2 εβδομάδες

Ξέρεις ποια είναι η επιτυχία του Sex and the City έτσι? Όχι φυσικά η παρθενόπη Σαρλότ που σοκάρεται με τις κακές λέξεις και ονειρεύται γάμο και 4 παιδιά. Αυτή ήταν η Πολυάννα και εντάξει…είδαμε τελικά ότι δεν πουλάει και τόσο «το παιχνίδι της Χαράς». Ούτε φυσικά η Σαμάνθα, το πρότυπο της γυναίκας… «γαμάω και δέρνω» - συγγνώμη κιόλας - που μετά το sex σηκώνεται, κουμπώνει το παντελόνι της και φεύγει πετώντας μια από τις χοντράδες ορισμένων αντρών. Αυτό το πρότυπο γυναίκας έχει διαπρέψει στη δεκαετία του 70 άντε και του 80. Σήμερα…σήμερα κυκλοφορεί μόνο σε συλλεκτικά κομμάτια αποτυχημένων σαρανταπεντάρηδων που δεν πουλάνε και τόσο γιατί το πρότυπο του cocooning με καναπέ ΙΚΕΑ πουλάει και πουλάει πολύ. Κάποια στιγμή θα αποσυρθεί και αυτό το μοντέλο μετά την απόσυρση των καταλυτικών και των μοντέλων πριν από το 95.

Μεταξύ μας μάλλον δεν είναι καμιά από τις τέσσερις ηρωίδες. Είναι ο Mr Big. Αυτός ο αρρενωπός με το μεγάλο κούτελο και τις αναλογίες που απέχουν από αυτές ενός μοντέλου. Είναι τόσο sexy όμως που μπροστά του ο Σπαλιάρας είναι απλά μαθητούδι. Δεύτερος ρόλος, ενός πολλά υποσχόμενου αρσενικού που υπήρχε στη ζωή της Κάρυ όπως και στη ζωή κάθε γυναίκας που σέβεται τον εαυτό της και έχει κλάψει με Τσανακλίδου στο τιμόνι πολύ αργά τη νύχτα. Όχι, η Κάρυ μπορεί να μην έχει κλάψει με Τσανακλίδου αλλά για τον Mr Big αξίζει να παραδεχτείς πως μαμά γερνάω και να το εννοήσεις κιόλας. Να αφήσεις τα δάκρυα να τρέξουν μακριά από τα μάτια του κόσμου, για όσο διαρκεί η διαδρομή και να δεις τα φώτα θαμπά. Μετά να παρκάρεις, να βγάλεις τις μπαλαρίνες, να φορέσεις τα δεκάποντα, να κοιταχτείς στον καθρέφτη του οδηγού και να πεις φτάσαμε μάγκα. Να φρεσκάρεις και το lip gloss στο χρώμα του ροδάκινου. Ακόμα κι αν έχεις παρκάρει στο πουθενά. Το πουθενά είναι μια χαρά αρκεί να το έχεις επιλέξει εσύ.

Η αποτυχία του έργου ήταν πως δεν υπήρχε η Mrs Huge. Ναι, αυτή αντίστοιχα που υπάρχει στη ζωή του κάθε άντρα. Η μια, η μοναδική. Η γυναίκα της μιας βραδιάς, του ένα μήνα, της μιας εβδομάδας, που αφήνει το άρωμα της να διαρκεί μια ζωή. Να γεμίζει με το άρωμα κεχριμπαριού που είχε το κορμί της το μυαλό του για μήνες, για χρόνια, για όσο η μνήμη αποφασίσει να τον τυραννήσει…δεν θα σου πω γλυκά – ψέματα δεν λέω ποτέ.

Ξέρεις γιατί η ταινία δεν πήγε τέλεια; Μα γιατί στο τέλος η Κάρυ παντρεύτηκε τον Μr Big σαν άλλη Αλίκη Βουγιουκλάκη – διάλεξε εσύ ποια ελληνική ταινία θες, βαριέμαι – τον Δημήτρη της. Νομίζω ότι υπάρχει ένα βιβλίο και η αλήθεια είναι ότι το είχα πετύχει πριν κάνα δυο χρόνια στο Σκλαβενίτη. Ένα από εκείνα τα μεσημέρια που πεινάς, που κάνει ζέστη, που έχεις παρκάρει το αμάξι στο λιοπύρι – γαμώτο θα ψηθούν τα πλαστικά. «Οι μεγάλοι έρωτες δεν φοράνε νυφικό.» Δεν το διάβασα ποτέ. Δεν το αγόρασα καν. Είπαμε, το λιοπύρι, τα πλαστικά, η πείνα.

Ευλογημένοι τόσο ο Mr Big όσο και η Mrs Huge. Έρχονται για λίγο αλλά κρατάνε πολύ. Μια φίλη λέει πως όταν ο κώλος πάψει να κοιτάζει προς το Θεό τότε θα μπορέσουμε να κατασταλάξουμε ποιος ήταν τελικά ο Mr Big στη ζωή. Ο Προυστ το είχε πει άλλωστε λιγάκι πιο κομψά. Δυσκολευόμαστε σύντροφε να διατηρήσουμε σε υπόληψη κάποιον που έχει διαρκή παρουσία στο περιβάλλον μας. Ποια είμαι εγώ που θα αμφισβητήσει τη φίλη μου και τον Προυστ, ε;

Τρίτη, Ιουλίου 21, 2009

Vk + Cindy = ViCast

Εναλλακτικός τίτλος; Όταν ο Vk ζήτησε από τη Cindy ένα πρώτο ραντεβού!



Τελικά:

To blog or not to blog?

Blog, από το πρώτο ραντεβού?

Blogger, η μαμά σου το (σε) ξέρει?

Blogger είσαι ή φαίνεσαι?

Blog, σε δουλειά να βρισκόμαστε?





[Photo source: www.capjuluca.com]

Παρασκευή, Ιουλίου 17, 2009

Ιούλιος ...εκ των έσω

Ξύπνησα ιδρωμένη και κλαμένη – ευτυχώς μόνη. Το φως έμπαινε από τα στόρια. Είχα πολύ καιρό να κάνω τόσο άσχημο ύπνο. Πρώτη φορά είχα κλάψει στον ύπνο μου. Είχα δει εκείνον τον σκύλο που είχα δει και έξι χρόνια πριν. Πάλι παραμονές αποτελεσμάτων. Τότε με κυνηγούσε αλλά δεν με έπιασε. Καλό σημάδι το είχα θεωρήσει τότε και ήτανε. Αυτή τη φορά το είδα σε πολύ πιο μακάβρια μορφή. Δεν θέλω καν να το θυμάμαι. Όχι γενικά δεν βλέπω όνειρα. Πόσο μάλλον περίεργα και ανεξήγητα. Βλέπω τα άγχη μου, τους φόβους μου και που και που ..ναι τις επιθυμίες μου.

Σηκώθηκα και έκανα ένα κρύο μπάνιο. Θυμήθηκα στο μεσοδιάστημα και το δεύτερο όνειρο που είχα δει εκείνο το ξημέρωμα. Τα αποτελέσματα να τρεμοπάιζουν στο excel κι εγώ να προσπαθώ να τα δω αλλά να μην τα καταφέρνω. Η σειρά να εμφανίζεται και να εξαφανίζεται. Να προσπαθώ να θυμηθώ τον κωδικό μου…αυτόν τον πεναταψήφιο που από πίσω του κρύβει καλά το φύλο, την ηλικία μου, τις πολιτικές και θρησκευτικές μου πεποιθήσεις, το χρώμα των ματιών μου. Κάπου μέσα σε όλα αυτά είχα δει και τη μαμά μου.

Άνοιξα τον υπολογιστή. Πολύ νωρίς για να έχουνε βγει. Άνοιξα το μάιλ. Τίποτα. Γαμώτο. Ποιος περιμένει να έρθει η ειδοποίηση, να κατεβάσει το αρχείο και να περάσει εκείνα τα μαρτυρικά λεπτά μέχρι να εντοπίσει τον κωδικό του ανάμεσα σε τόσους και τόσους άλλους;

Ξεκίνησα να δουλεύω με μισό μυαλό. Ανά πέντε λεπτά έκανα refresh το μάιλ του πανεπιστημίου αλλά τίποτα. Δυό ώρες μετά το σύστημα είχε κλατάρει από τους άλλους 100 που έκαναν ότι κι εγώ. Παρακαλούσαν να τελειώσει το μαρτύριο. Οι κόποι μιας χρονιάς μαζεμένοι σε ένα excel. Σε ένα και μόνο γαμώ- excel. Για να ηρεμήσω παίρνω την Κατερίνα. Και μιλάμε περί ανέμων και υδάτων. Είναι αγχωμένη! Γαμώτο είναι κι αυτή αγχωμένη. Κι εγώ έχω ξεμείνει από τσιγάρα. Κλείνουμε και την διαβεβαιώνω πως μόλις βγουν θα της στείλω. Και δεν προλαβαίνω να το κατεβάσω. Έχουν βγει…

Με κόκκινο τα fail. Με πράσινο τα υπόλοιπα. Να με. Εγώ. Ο πενταψήφιος κωδικός μου. Δηλαδή εγώ. Δηλαδή αυτός…που είναι εγώ. Όλα καλά. Κάποια υπέροχα. Ηρεμώ. Κανένα κοκκινάδι δεν λερώνει την γραμμή μου. Την μοναδική, πολύτιμη σειρά μου. Παίρνω τηλέφωνο εκείνον και όπως πάντα δεν καταφέρνω να συγκρατήσω τα δάκρυα που ευτυχώς για μένα ήταν χαράς…δυστυχώς για κείνον ήταν δύο λεπτά πανικού…γιατί η πριγκιπέσσα έκλαιγε…γαμώ το κερατό μου…ποιος σε πείραξε…πες μου τι έγινε…θα τον τσακίσω. Είναι η παράφραση της μανούλας. Στα μεγάλα ζόρια. Πες τους ότι θα έρθω και θα τους δείρω όλους.

Πάνε μέρες από τότε. Κάμποσες. Όχι αρκετές για να ξεχάσω το αρχικό άγχος και την τελική ανακούφιση. Γιατί στα λέω απόψε; Μα γιατί κάτι τέτοιες στιγμές είναι που μου δίνουν δύναμη. Ειδικά απόψε που κάποιες στην Ελλάδα πάνε διακοπές στις Σπέτσες…χωρίς εμένα…και ξέρω πως την μια θα κάνω πάρα πολύ καιρό να την ξαναδώ…γιατί…γιατί όλοι κάποια στιγμή έρχεται η ώρα που θα ανοίξουν τα φτερά τους στα μεγάλα…ακόμα και μέσα στην ντάλα του καλοκαιριού. Την ίδια ώρα που εδώ βρέχει πολύ. Και κάνει μοναξιά και διάβασμα.


Τετάρτη, Ιουλίου 15, 2009

Βόλτες στο πάρκο και άλλες σιχαμερές ιστορίες!

Όσοι με διαβάζετε θα έχετε δει ότι γενικά δεν κάνω αναρτήσεις για το Λονδινάκι. Δεν είναι ότι δεν έχω πράγματα να πω, να δείξω ή να μοιραστώ. Και τους καφέδες μου με τον Harry (δεν θέλω ποιο Harry, ένας είναι ο Harry – τρελό γκομενάκι) έχω πιεί. Και τα θέατρά μου έχω γυρίσει και τα ξενύχτια μου έχω κάνει. Αλλά να…στο Λονδίνο είμαι. Δεν είμαι στη Νέα Ζηλανδία σαν την Αρτάνις (που και τον κεντρικό πεζόδρομο να σου δείξει εκστασιάζεσαι γιατί ξέρεις ότι δεν θα πας ποτέ) οπότε κάθε της ανάρτηση είναι απλά λατρευτή. Με 10 πτήσεις ημερησίως (με χοντρικούς υπολογισμούς) από τέσσερις αεροπορικές εταιρίες και 3.30 ώρες πτήσης…εντάξει αδερφέ στο Λονδίνο έρχεσαι εύκολα και φτηνά. Οπότε το να σου δείξω την Oxford street δεν μου λέει και πολλά. Δεν θέλω αντιρρήσεις!

Αλλά σήμερα θα κάνω μια εξαίρεση. Αφενός γιατί έχω στερέψει από δημιουργικό – συγγραφικό οίστρο ενώ σε έχω καλομάθει λατρεμένε αναγνώστη τελευταία και όλο τα αναζητάς τα ποστ μου (έλα, μην ντρέπεσαι, έμενα βρε κουτό;). Αφετέρου γιατί χτες έκανα ένα ξενύχτι άλλο πράγμα. Γύρισα σπίτι 6 το πρωί, την ώρα που ο κόσμος έπιανε δουλειά, έχω έναν τρομερό πονοκέφαλο και δεν μπορώ να διαβάσω τίποτα. (Για το ξενύχτι δεν θα πούμε τίποτα γιατί θα εκτεθούμε ανεπανόρθωτα. Ένα θα πω μόνο. Τελικά είναι αλήθεια. Η Σταχτοπούτα μεταμορφώνεται μετά τις δώδεκα…καρατσεκαρισμένο αυτό και βάζουν το χεράκι τους τα τσίπουρα, το ούζο, τα pimm’s, ο Άγγλος θεός και οι φίλες της. Κλείνει η παρένθεση)

Έτσι λοιπόν θα κάνουμε μια βόλτα στα πάρκα της πόλης για να δει το μάτι πρασινάδα, να χαλαρώσουμε και να κάνουμε πιλάτες (αν θέλαμε, που δεν θέλουμε).

Πρώτη στάση: Green Park
Φωτογραφίες τραβηγμένες μέσα στο καταχείμωνο, έβρεχε, έκανε ψόφο, ήμουν με παυσίπονα και είχα για αξεσουάρ τις δύο κολλητές μου που είχαν έρθει βόλτα, τα χρυσά μου να με δουν…σε βρετανικό φόντο.
Μελαγχολία που βγάζει η φωτογραφία…δεν το συζητώ.





Δεύτερη στάση: Regent’s Park.
Φωτογραφίες τραβηγμένες την Άνοιξη. Απατεώνες άγγλοι, ήθελαν κάτι λιγότερο από 20 λίρες για να μπούμε στο ζωολογικό κήπο. Φυσικά και δεν μπήκαμε! Υπέροχο; Υπέροχο δεν το συζητώ. Αν το πάρκο αυτό ήταν στην Αθήνα θα το είχαμε κάνει οικοπεδάκια…φιλέτα…θα είχαμε χτίσει με αντιπαροχή και φυσικά θα είχαμε κλείσει και τους υμιυπαίθριους χώρους. Άγγλοι παιδί μου…κουκούτσι - επιχειρηματικό μυαλό.









Τρίτη στάση: Battersea Park
Φωτογραφίες τραβηγμένες στην ντάλα του καλοκαιριού. Πάρκο που δεν είναι πρώτη φίρμα αλλά βρίσκεται δίπλα στο ποτάμι. Έκανε μια διαολεμένη ζέστη εκείνη τη μέρα. Και εκεί έφαγα το πρώτο μου καλοκαιρινό παγωτό της μηχανής μαζί με όλα τα πεντάχρονα και πάρα πολύ το χάρηκα. Στα highlights του πάρκου, τα σιντριβάνια και οι γούρνες με το πάρα πολύ βρώμικο νερό μέσα στις οποίες πλατσουρίζουν τα πιτσιρίκια του πιο βρώμικου λαού…χειρότερου κι από τους Έλληνες. Ναι, το έχω πει πολλές φορές. Οι Έλληνες γενικά δεν είναι και ο πιο καθαρός λαός. Αλλά οι Άγγλοι είναι μακράν οι πιο βρωμιάρηδες. Από τις αγγλιδούλες που Σάββατο βράδυ περπατάνε ξυπόλητες στους δρόμους…μέχρι τους άγγλους που κάθονται στα πεζοδρόμια, φοράνε αθλητικά χωρίς κάλτσες και ξεπλένουν τα πιάτα τους μόνο με νερό.

Πολλαπλά εγκεφαλικά…στο μετρό όταν η τύπισσα ακουμπάει κάτω την τσάντα της, μετά πιάνει την εφημερίδα από δίπλα, τρώει ταυτόχρονα ένα maffin με το χέρι και ξεφυλλίζει σαλιώνοντας το δάχτυλο. Φυσικά και σηκώνεται πιάνοντας τη χειρολαβή, την τσάντα από κάτω και το υπόλοιπο maffin από το σακουλάκι.







Δες λίγη ακόμα πρασινάδα…γιατί θυμήθηκα τους βρωμιάρηδες και συγχύστηκα. Βαθιές αναπνοές…για τα νεύρα…έτσι μπράβο!




Πέμπτη, Ιουλίου 09, 2009

Βάλε ποτό...έχω να σου πω.

Κάθε φορά…λέω είναι η τελευταία φορά. Το ορκίζομαι στον εαυτό μου. Το δηλώνω σε όλους γύρω μου. Εντάξει…όχι σε όλους…αλλά στους δικούς μου ανθρώπους ορθά κοφτά. Δεν σηκώνω μύγα στο σπαθί μου γιατί εκείνη την ώρα του όρκου το υποστηρίζω με όλη μου την ψυχή. Τέρμα, τέρμα μαζί του δεν ξαναμπλέκω. Κι ας βρεθεί στο δρόμου μου. Κι ας με ξαναπροκαλέσει. Κι ας αλλάξει. Το τελευταίο είναι το μεγαλύτερο ψέμα που έχω ξεστομίσει ποτέ. Αν αλλάξει…δεν θα τον θέλω πια. Γιατί εγώ αγάπησα αυτό που είναι. Αυτό το ζόρι και την αγριάδα. Το χαμόγελο που πάντα είναι συγκρατημένο. Την αγκαλιά που έρχεται μετά από πολύ πολύ πόνο. Το πακέτο ολόκληρο.

Είναι ο μόνος άντρας που με έχει τσαλακώσει. Που με έχει αφήσει ξάγρυπνη στα σκαλοπάτια του να προσπαθώ να τον καταλάβω, να τον φέρω με τα νερά μου…να με κάνει μια αγκαλιά ντε. Είναι ο μόνος άντρας που με έχει κάνει να βάλω τα κλάματα και να παραδεχτώ πως ναι…εγώ η grande Μηχανικός δεν τα μπορώ όλα. Είναι ο μόνος άντρας που φοβάμαι. Κάθε φορά σαν την πρώτη φορά.

Στην αρχή προσπάθησα να τον απαξιώσω. Δεν τα κατάφερα. Έσπασα τα μούτρα μου. Μετά τον πήρα στα σοβαρά…πάντα με φόβο και πάντα με τη σοβαρότητα που του αρμόζει. Ο τύπος δεν ήταν ποτέ της αρπαχτής. Ο τύπος ποτέ δεν γούσταρε τα εύκολα κι εγώ αν ήθελα έστω και μερικές στιγμές ευτυχίας μαζί του έπρεπε να το δεχτώ. Μετά κάπου τον ξέχασα. Εντάξει πιτσιρίκα είμαι. Λογικό είναι. Αλλά πάντα έβρισκε τρόπο να χωθεί. Να πάρει τον χώρο του στη ζωή μου και να παραμερίσει όλα τα υπόλοιπα. Δεν του ξέφυγα ποτέ. Δεν μπόρεσα ποτέ να τον ξεγελάσω…πως δήθεν του είμαι αφοσιωμένη. Μόνο όταν πραγματικά ήμουν καταδεχόταν να μου χαρίσει λίγες στιγμές ευτυχίας. Ένα χαμόγελο, ένα χάδι…ποτέ όμως φιλί.

Τον μισώ πολλές φορές. Ξέρω ότι ποτέ όσα κι αν δίνω δεν θα τον κάνω πραγματικά δικό μου. Κι εγώ όλο κουράζομαι κι όλο ξαναγυρνάω.

Χτες το βράδυ ήταν μια ακόμα βραδιά μαζί του. Μια από τις πολλές. Ξημερωθήκαμε αγκαλιά. Κάναμε τσιγάρο, φάγαμε κεράσια. Είδαμε την ανατολή στις 4.30 το πρωί γιατί ναι εδώ στην Αγγλία ξημερώνει πολύ νωρίς και πέσαμε για ύπνο αποκαμωμένοι στις 5.30. Τον είχα νικήσει. Τον είχα καταφέρει. Μου είχε δοθεί και σε αυτή τη νίκη δεν έκλεψα καθόλου. Μου παραδόθηκε άνευ όρων στο τέλος…κι ας ξέρω ότι αυτό θα κρατήσει λίγο. Πολύ λίγο…μέχρι την επόμενη φορά. Το παιχνίδι του αυτή τη φορά δεν πέρασε. Εμφανίστηκε με πολύ πιο δύσκολη μορφή, σε ένα καλούπι που δεν ήξερα. Νομίζω ότι για πρώτη φορά τον κοίταξα κατάματα. Και τον κέρδισα. Η τουλάχιστον…την παρτίδα την πήρα.

Λίγες μόνο μέρες πριν…μου τον έριξαν στο δρόμο μου. Είπα όχι αλλά δεν πέρασε. Έπρεπε να τον αντιμετωπίσω ξανά. Τον αντιμετώπισα χτες βράδυ.

Δεν είναι πάντα νικηφόρες οι μάχες μας. Έχω χάσει κατά κράτος από εκείνον πολλές φορές. Τον χειμώνα με γονάτισε. Ένα βράδυ του Γενάρη με έκανε να σκεφτώ πως ως εδώ ήτανε. Δεν ήτανε. Χρειάστηκε να μείνω ξάγρυπνη 2 μέρες τότε. Να βάλω τα κλάματα σαν πιτσιρίκι. Να πάρω στο σπίτι μου ξημερώματα και να πω ότι γυρίζω πίσω. Τελικά δεν χρειάστηκε. Πάντα όταν ένας έρωτας είναι ζόρικος…ένας φίλος πάντα θα βρεθεί να σε βοηθήσει.

Τον προγραμματισμό τον μισώ και τον αγαπάω γαμώτο. Μπλέκομαι στους κώδικές του…και προσπαθώ να τον καταφέρω. Παίζω με τις εντολές του. Ανακατεύω τις φόρμες. Στήνω το παρασκήνιο και ζω για το χειροκρότημα…για το υγρό φιλί στα χείλη. Για τη στιγμή που θα πατήσω το run οι εντολές θα τρέξουν…το πρόγραμμα θα τερματίσει με το αποτέλεσμα λαμπερό στην οθόνη μου κι εγώ θα νιώσω την ηδονή της κατάκτησης…έστω και πρόσκαιρα. Ως την επόμενη φορά.

Κυριακή, Ιουλίου 05, 2009

Το χρονικό μιας σπανακόπιτας...ή αλλιώς το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου

Όταν το εγχείρημα κόντευε πια στο τέλος του…κι εκεί κάπου ήξερα ότι είχα κερδίσει την παρτίδα, είχα τσαλακωθεί, είχα ζοριστεί αλλά τα είχα καταφέρει, αναφώνησα «Ναι, θα μας κάνω πόστ». Τα γέλια από την άλλη μεριά της κουζίνας ήταν αναμενόμενα και ξεκαρδιστικά. Μετά από 5 ώρες μέσα στα αλεύρια, τα σπανάκια, τη φέτα Κολιός, ε ναι τα είχαμε καταφέρει.

Η ιδέα έπεσε ένα βράδυ λίγες μέρες πριν και το ναι το ξεστόμισα χωρίς να το πολυσκεφτώ γιατί εκείνη την ώρα διάβαζα και όταν διαβάζω εγώ…δεν σκέφτομαι! Και δεν φτιάχνουμε; Εύκολο θα είναι. Δεν ήταν. Ηττηθήκαμε κατά κράτος εξαρχής όταν σε ένα θηριώδες Tesco από αυτά που πουλάνε τα πάντα εμείς δεν βρήκαμε το αυτονόητο. Φύλλα σύντροφε, φύλλα.. Και ενώ είχαμε αγοράσει σπανάκι, φέτα, άνηθο, κρεμμύδι, η σπανακόπιτα κόντευε να μείνει ορφανή από την αγκαλιά που χρειαζότανε. Η μαμά Κέλλυ είχε στείλει τη συνταγή με λεπτομέρειες. Φύλλο δεν είχε στείλει. Χρειάστηκε η ηρεμία της μαμάς Γεωργίας για να βάλει τα πράγματα στη θέση τους. Πάρε αλέυρι και άνοιξε το μόνη σου. Όπως φτιάχναμε τη ζύμη για την πίτσα. Στο πιο λεπτό. Δεν το έχω, της είπα. Το έχεις μου είπε και το έκλεισε. (Έχει πάψει εδώ και καιρό πια να με κανακεύει και πρέπει κάτι να κάνω γι αυτό.) Έμεινα με ένα κλειστό κινητό στο χέρι…στη μέση ενός χαώδους Tesco να ψάχνω για αλεύρι και τελικά…να αγοράζω το πιο αποτυχημένο.

Τελικά βρεθήκαμε στην κουζίνα στους Seven Brothers όπου η άλλη ελληνίδα συγκατοικεί με seven τρελούς (και μια εγώ οκτώ) για να φτιάξουμε την σπανακόπιτα στην κοινόχρηστη κουζίνα υπό τη μουσική του Μαζωνάκη και του Σφακιανάκη. Τρελή ποιότητα. Το ένα κιλό σπανάκι που ψιλοκόψαμε με γονάτισε. Στο μεσοδιάστημα εμφανίστηκε ο συγκάτοικος Κινέζος με γκόμενα Κινέζα την οποία αφού κάθισε λίγο στην αυλή την έχωσε στο δωμάτιο και δεν ξαναμάθαμε (ούτε ακούσαμε) νέα τους! Εμφανίστηκε και ο Ινδός ο οποίος είπε την εκπληκτική ατάκα στην άλλη ελληνίδα: Η φίλη σου είναι όντως τόσο όμορφη όσο μου έλεγες. Αλλά εγώ δεν το άκουσα ποτέ γιατί εκείνη την ώρα ψιλόκοβα το κρεμμύδι. Και το κρεμμύδι θέλει τέχνη. Και η ζωή είναι περιπέτεια. Και ο καθένας κουβαλά το μύθο του, ενίοτε και το σταυρό του.

Κάποια στιγμή ανακαλύπτουμε ότι δεν έχουμε ούτε ταψί. Εκεί, ναι εκεί κόντεψα να πάθω εγκεφαλικό. Είχαμε δύο ταψάκια αλλά ο φούρνος δεν τα χωρούσε. Επίσης ο φούρνος ήταν του 1940 κειμήλιο του παππού του ιδιοκτήτη που τον είχε καβατζώσει από έναν γερμανό μαυραγορίτη (δεν μπορεί θα υπήρχαν και στην Αγγλία). Τρελή επιτυχία. Η ελληνίδα πετάχτηκε στο μίνι μάρκετ μπας και βρει μιας χρήσης κι εγώ έκατσα να κάνω ένα τσιγάρο. (Μαμά μην το διαβάσεις αυτό.) Η ελληνίδα δεν βρήκε ταψί μιας χρήσης αλλά γύρισε κραδαίνοντας ένα πακέτο φύλλα βραζιλιάνικα για πίτα. Δεν ξαναυπήρχε αυτό που ζούσα. Κόντεψα να βάλω τα κλάματα αλλά συγκρατήθηκα καθώς θυμήθηκα τις υπόλοιπες 24673 δυσκολίες που έχω περάσει στο Λονδινάκι…την μετανάστευσή μου μέσα.

Τελικά φτιάξαμε δύο πίτες. Μια με χειροποίητο φύλλο από αποτυχημένο αλεύρι και μια από το ετοιματζίδικο. Και οι δύο βγήκαν καλές. Εντάξει…αυτή με το χειροποίητο…όχι να το κάνω θέμα αλλά ήταν κόλαση. Μετά είπαμε να βάλουμε αγγελία για γαμπρούς. Πολύφερνες νύφες…με σπουδές και μεταπτυχιακά…νέες…κουκλάρες…με πλούσιο εσωτερικό κόσμο…που φτιάχνουν σπανακόπιτα με δικό τους φύλλο (!!!) και δεν το βάζουν κάτω στα χαστούκια της ζωής…ζητούν πρίγκιπα πάνω σε λευκό άλογο για περαιτέρω γνωριμία και επαφή. Δεκτές μόνο σοβαρές προτάσεις. Αποστολή φωτογραφίας και βιογραφικού απαραίτητη. Θα συνυπολογιστούν τα μεταπτυχιακά του υποψηφίου, οι αθλητικές και οι πολιτικές του προτιμήσεις. Δεξιοί απορρίπτονται.


Δεν την βάλαμε. Αντίθετα μοιράσαμε την σπανακόπιτα και είχαμε φαγητό η καθεμία μας για 2 μέρες. Εκείνο το βράδυ πέθανε ο Michael Jackson. Γύρισα σπίτι και το διάβασα. Εντάξει…δεν είμαι περίεργη…αλλά με ενοχλεί όταν κάποιος άλλος κλέβει τη δόξα μου. Το θέμα της ημέρας ήταν η σπανακόπιτα και όχι αυτός! Άσε που δεν την παλεύω πια. Πέρασαν πάνω από 2 εβδομάδες. Η σπανακόπιτα αποτελεί παρελθόν. Αλλά αυτός ακόμα παίζει. Και το χειρότερο δεν είναι ότι παίζει ακόμα. Είναι ότι παντού αναρτώνται φωτογραφίες από την μετά black εποχή του. Πόσο ανατριχιαστικό είναι αυτό;
Ενώ δες σπανακόπιτα…