Τετάρτη, Μαρτίου 23, 2011

Εσύ Καμάρα κι εγώ Πολυτεχνείο

Όταν επέστρεψα στην πατρίδα από το τιμημένο Λονδίνο μεταξύ των άλλων ηλιθιοτήτων που μου είπαν ήταν να αναγνωρίσω και το πτυχίο στον νυν ΔΟΑΤΑΠ που κάποτε λεγόταν ΔΙΚΑΤΣΑ –θου κύριε φυλακην τω στοματί μου. Προσπέρασα το παράλογο του θέματος που ήθελε μια δημόσια υπηρεσία να αναγνωρίσει το μεταπτυχιακό ενός από τα δέκα καλύτερα πανεπιστήμια παγκοσμίως και στην αρχή το αγνόησα επιδεικτικά. Ναι χαρά μου, καλά την έπιασες τη ψωνίστικη χροιά με μια δόση καβαλήματος. Εγώ ήμουν. Δεν έμπαζε το παράθυρο! Εγώ. Εγώ που έχω πυρώσει πολύ την καρέκλα και θα έλεγε και η μανούλα. Εγώ που έχω ξενυχτήσει μέσα σε βιβλία και σε εργαστήρια. Που όλη μου τη ζωή τη θυμάμαι μοιρασμένη στα δυο. Να ζω και να διαβά-ζω. Εγώ λοιπόν, το βρίσκω λίγο παράλογο να χρειάζεται αναγνώριση το μεταπτυχιακό από μια δημόσια ελληνική υπηρεσία.

Για να με πείσουν μου είπαν ότι θα χρειαστεί για το Δημόσιο. Γέλασα και χάρηκα που δε θα περνούσα αυτή τη διαδικασία. Μου είπαν ότι θα χρειαστεί για το διδακτορικό. Έβαλα τα κλάματα. Θα περνούσα αυτή τη διαδικασία. Μάζεψα τα συμπράγκαλα μου ένα ανοιξιάτικο πρωινό του περσινού Απρίλη. Όπου συμπράγκαλα βάλε ότι μπορείς να φανταστείς. Σχεδόν…παπάδες. Μετά πήγα και στήθηκα στην τράπεζα της Ελλάδος για να πληρώσω παράβολο των 150 ευρώ. Ήταν δύο ταμεία ενώ εμείς ήμασταν με πρόχειρους υπολογισμούς καμιά διακοσαριά άτομα. Όχι, δε χρειάζεται κι άλλο προσωπικό. Έχει κόσμο η τράπεζα της ελλάδος. Απλά δύο μόνο εξυπηρετούσαν. Οι υπόλοιποι έπιναν καφέ και ένας χαζοδούλευε πάνω από κάτι φακέλους.

Μετά πήρα τον κατήφορο για το ΔΟΑΤΑΠ. Έφτασα. Δεν περίμενα πολύ. Έπιασα κουβέντα με μερικούς γιατρούς από τα Βαλκάνια και έναν οδοντίατρο εκ ρουμανίας που είναι και η σπεσιαλιτέ μου. Σκέφτηκα πόσο πολύτιμη είναι η υγεία μου. Τους χαμογέλασα, μου χαμογέλασαν, πέρασε η ώρα. Τσέκαρε τα χαρτιά η κοπέλα και στο τέλος μου λέει «online θα μπορείτε να βλέπετε την πρόοδο της αίτησής σας.» Εκστασιάστηκα με τη φράση της. Λέω δε μπορεί. Έχει αναβαθμιστεί το σύστημα. Έχω μείνει πολύ πίσω. Πολύ καλή κοπέλα πραγματικά. Νέα – επί Νέας Δημοκρατίας θα είχε μπει στο Δημόσιο – με το σικάτο γαλλικό μανικιούρ. Πολύ καλή εντύπωση μου έκανε. Η άλλη δίπλα μιλούσε στο κινητό με τη μαμά της για τα γεμιστά περιμένοντας να σχολάσει. Ησυχία, δεν μπορώ να πω.

Και πέρασε ο καιρός. Πέρασαν οι βδομάδες, οι μήνες, μπήκε το καλοκαίρι, πήγα Πάρο, Σίφνο, Κρήτη, ξενύχτια, έρωτες, χαμός. Online δεν είχε φανεί ακόμα η πρόοδος της αίτησής μου. Μπήκε ο Σεπτέμβρης, ήρθαν τα πρωτοβρόχια, εγώ ξεκίνησα και επίσημα το διδακτορικό αλλά η πρόοδος ήταν άφαντη. Η ζωή κυλούσε ήρεμα στο μικρόκοσμο του ΔΟΑΤΑΠ που εννοείται ότι δεν σήκωνε τα τηλέφωνα για να δω τι κάνει, αν πάει καλά και αν με ψάχνει τόσο καιρό. Κάπου το Νοέμβρη για πρώτη φορά online φάνηκε ότι η αίτησή μου βρισκόταν στο πρώτο στάδιο και άρχισα να πανηγυρίζω. Λίγο μετά τις γιορτές η αίτηση ήταν στα μισά. Ελπίζω να βλέπεις σε πόσο σύντομο χρονικό διάστημα έγινε το άλμα. Και πριν ένα μήνα μου έστειλαν mail – ναι mail –ότι μπορώ να περάσω και να πάρω την αναγνώριση. Χαρές, σαμπάνιες στο σπίτι, ένας γενικός πανζουρλισμός, το ΔΟΑΤΑΠ μας έκανε την τιμή και καταδέχτηκε να μας αναγνωρίσει και πολλά άλλα.

Και έρχεται η μέρα της παραλαβής. 9 με 1 έτσι, μην ξεχνιόμαστε γιατί το γαλλικό μανικιούρ θέλει χρόνο και τα γεμιστά δεν τρώγονται κρύα. Και κάνω μια εξουσιοδότηση για την παραλαβή γιατί δεν το χα. Το 9 με 1 δεν το χα! Και γυρίζω σπίτι εκείνο το βράδυ, δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Και είναι η αναγνώριση στο τραπεζάκι του σαλονιού. Σαν τώρα το βλέπω. Και την πιάνω στα χέρια μου και παθαίνω εγκεφαλικό. Απόφοιτη του Α.Π.Θ να λέει η βεβαίωση. Και μια τζίφρα ναααα με το συμπάθειο ενός καθηγητή του Α.Π.Θ. φυσικά από κάτω. Μου στράβωσε το στόμα. Έπαθα εγκεφαλικό. Σε ποιο παράλληλο σύμπαν έζησα εγώ και τελείωσα το Πολυτεχνείο της Θεσσαλονίκης χωρίς να το ξέρω; Τι έχω κάνει λάθος; Σε ποια παραλία Νίκης πέρασα τα φοιτητικά μου χρόνια και τώρα δεν το θυμάμαι καν;

Την επομένη άρχισα τα τηλέφωνα. Δεν το σήκωσαν ποτέ. Δεν το είχαν κάνει άλλωστε και τόσο καιρό. Γιατί να το έκαναν τώρα; Το γαλλικό χαλάει εύκολα και τα γεμιστά θέλουν χρόνο και μεράκι. Για τηλέφωνα είμαστε τώρα. Μέσα στην απελπισία μου αποφασίζω και στέλνω mail! Βασικά για πλάκα το έκανα πραγματικά. Και μου απάντησαν γιατί ο Θεός δεν υπάρχει. Έφτιαξε το ελληνικό κράτος και μετά ξεκίνησε τους μπάφους. Θα το κοιτάξουν μου είπαν. Σκέφτηκα ότι αν είχα ανάγκη τη ρημάδα την αναγνώριση θα είχα πάρει προ πολλού το καλάζνικοφ και θα τους είχα καθαρίσει όλους. Αλλά δεν την είχα εν τέλει. Μετά από 5 μέρες μου έστειλαν mail. Το διορθώσαμε, ελάτε να την ξαναπάρετε. Δεν έχω πάει ακόμα. Θα πάω όμως.

Για έναν περίεργο λόγο η ιστορία μου φέρνει κάτι από Καρρά. Από Βασίλη Καρρά. Όχι εγώ Καμάρα κι εσύ Πολυτεχνείο. Εσύ Καμάρα κι εγώ Πολυτεχνείο. Έλα τώρα και πες μου εσύ γιατί…Καρρά;


Τρίτη, Μαρτίου 15, 2011

Οι κυβερνήσεις πέφτουνε μα η αγάπη μένει κύριε Μανώλη;

Είναι κάτι τύποι που κλαίνε, χτυπιούνται, σκάνε από τη στεναχώρια τους για το θάνατο του τάδε Ιρλανδού ντράμερ, του τάδε Σκωτσέζου μπασίστα, της τάδε Νοτιοαφρικανής τραγουδίστριας, του δείνα Αμερικανού καλλιτέχνη (γενικώς και αορίστως). Που εννοείται ότι όλοι πήγαν από φυσικά αίτια. Θυμούνται εκείνο τον έρωτα που ξεπέρασαν παρέα με τη μουσική του (ξεπερνιούνται άραγε οι έρωτες έτσι;), εκείνη τη συναυλία που τον είχαν ακούσει στο Δουβλίνο, κάποιο καλοκαίρι, ( Καλά όχι και τόσο καλοκαίρι, μην φανταστείς.) παρέα με μπύρες και τσιγάρα (πριν την ευρωπαϊκή καπναπαγόρευση, κάπου στη δεκαετία του 80, λοιπόν). Θυμούνται μια βραδιά, σ’εκείνο το καταγώγι στο Soho και έξω να ρίχνει αυτή τη Λονδρέζικη εκνευριστική βροχή αλλά μέσα να είναι μαγεία με τις νότες της μπάντας που κουβαλά επιρροές country (πρώτη και τελευταία φορά που τους άκουγαν live). Ή τότε στο εφηβικό τους δωμάτιο κάπου στα Πατήσια με το walkman στ’ αυτιά, τη κασέτα να γυρίζει και να κάνει θόρυβο, τη μάνα με την παντόφλα έξω από την κλειδωμένη πόρτα και την αφίσα στον τοίχο. Άτιμη εφηβεία.

Είναι μια τύπισσα που αγαπάει τους Pink Floyd, τους Placebo και έχει μια αδυναμία στους Depeche Mode. Έχει συγκινηθεί με το its no good που κάποιος κάποτε είχε τολμήσει να της αφιερώσει, έχει ταξιδέψει με το every you and every me σε κάθε έρωτα της, έχει ξενυχτήσει με το say something των james. Ως εκεί. Επιτρέπει στον εαυτό της να κλάψει μόνο με το «όλα σε θυμίζουν» ειδικά και με Μάλαμα γενικά. Γεννήθηκε μετά το θάνατο του Ξυλούρη αλλά πριν το θάνατο του Σιδηρόπουλου. Δεν πρόλαβε να τους αποχαιρετήσει, τους αγάπησε μέσα από τη μουσική τους, τον πρώτο λόγω της κρητικής ρίζας της και τον δεύτερο γιατί το ζήτησε επιτακτικά με το «Να μ’αγαπάς.» Απλά υπάκουσε. Σε ένα από εκείνα τα οικτρά αφιερώματα αγιοποίησης της κρατικής τηλεόρασης είχαν πει για τον δεύτερο ότι πέθανε από την κοκαΐνη επειδή τότε δεν ήταν ακόμα γνωστές οι παρενέργειές της. Βεβήλωση από την ελληνική πουριτανική κοινωνία που αρνείται ότι ακόμα κι ο θάνατος είναι επιλογή. Η ζωή που ζει ο καθένας υπαγορεύει το θάνατο που του επιφυλάσσεται μακριά από μοίρες, θεούς και τυχερά. Στο δικό της μουσικό μικρόκοσμο εκείνους τους δύο δεν πρόλαβε και δεν είχε λόγο να αποχαιρετήσει. Από προχτές όμως αποχαιρετά τον στιχουργό που η ταμπέλα τον αδικεί. Δεν είναι ότι μόνο ότι έχει υπάρξει «τρελή κι αδέσποτη» παρ’ όλη την αγάπη. Ούτε ότι αναπολεί εκείνες τις καλοκαιρινές νύχτες στο Ηρώδειο με τη Χαρούλα να γεμίζει νότες κάθε κύτταρο ζωής. Όχι. Είναι που κουβαλά μερικούς στίχους συνεχώς πάνω της. «Τρελή κι αλλοπαρμένη με σένα τρελαμένη» οδηγώντας, με τα φώτα του σταθερά μπροστά της να την κατευθύνει. «Από περιέργεια υπάρχω» στα ξενύχτια του διδακτορικού της, «κυκλοθυμικός καιρός» στις ακεφιές της, «βαλκανιζατέρ του έρωτά μου» στις διακοπές της, «κι εγώ σαν πόλη αφήνομαι» στις μεγάλες της αγάπες.

Καλό ταξίδι ευχήθηκα κύριε Μανώλη; Δεν ευχήθηκα. Έτσι για το κατευόδιο λοιπόν ένα τελευταίο που σε θυμίζει…

Σάββατο, Μαρτίου 12, 2011

Η Patty είναι καλή μαθήτρια;

Ανάμεσα σε όλα όσα κάνω φέτος για να μπορώ να βάζω βενζίνη το αυτοκίνητό μου και μόνο – που φτάσαμε Παναγιά μου – είναι ιδιαίτερο μαθηματικών και φυσικής. Την καλύτερη ατάκα την έχει πει ένας φίλος μου. «Ξέρεις δηλαδή Μαθηματικά; Να σου βάλω ένα πολλαπλασιασμό διψήφιου με διψήφιο να δω σε πόσο χρόνο θα τον κάνεις;» Με τι κόσμο κάνω παρέα;

Η μικρή λοιπόν είναι 15 – δηλαδή όχι και τόσο μικρή – και η διαφορά μας ελάχιστη αλλά έχουμε χάσμα γενεών. Η Patty, ο Χουάν Ροντρίγεζ – τυχαίο το όνομα δεν θυμάμαι τον λατίνο κοιλιακό που μου έχει αναφέρει πολλάκις – και τα greeklish της δεν υπάρχουν. Μισεί τα Μαθηματικά, το σχολείο γενικώς, λατρεύει την κουβέντα και με σέβεται! Και δεν εννοώ τον πληθυντικό που μου μιλάει, αυτό είναι το λιγότερο. Αλλά με μετράει. Εγώ της κάνω μάθημα με τις πυτζάμες πράιμαρκ προς 6 λίρες και η μικρή κάθεται σούζα. Καμιά φορά της λέω και καμιά μαλακία να χαλαρώνει αλλά γενικώς χωρίς ζόρια και πολλά πολλά έχουμε βρει τους κώδικες επικοινωνίας μας. Και δεν είναι καθόλου εύκολο παιδί. Είναι όμως ξεχωριστό. Και έχει και χιούμορ. Ιδού μερικές ατάκες της:

*Τελειώνουμε το μάθημα, μου έχει βγάλει το λάδι στη γεωμετρία και σηκώνομαι να φύγω. Και μου πετάει. «Το φουτερ σας είναι από το Λονδίνο;» «Ναι που το κατάλαβες;» της λέω, Ύφος απαξίωσης και πως έμπλεξα με τόσο χαζή δασκάλα «Αφού είναι Gap, το φαντάστηκα.»!!

*Ενώ συνήθως πάω με φόρμες ή πυτζάμες όπως είπαμε, επειδή όμως είναι Παρασκευή βράδυ και έχω να πάω νωρίς σε θέατρο πάω φτιαγμένη. Μεταξύ άλλων φοράω ένα μακρύ σκουλαρίκι στο ένα αυτί και ένα μικρό στο άλλο. Με κοιτάει και μου λέει «Τα διαφορετικά σκουλαρίκια είναι για να το παίξετε νεολαία;»

*Κάνουμε μάθημα και επειδή γράφει διαγώνισμα την επομένη την έχω στριμώξει για τα καλά. Οπότε γυρίζει και μου λέει, «δηλαδή εσείς θα κάνετε παιδιά;» Καταλαβαίνω ότι είναι ερώτηση παγίδα και την κοιτάω να δω τι θέλει να πει. Και μου συμπληρώνει «ξέρω γω; Δεν το χετε μωρέ!»

*Γράφει το διαγώνισμα και της στέλνω να δω πως πήγε. Ανταλλάσουμε μερικά μηνύματα για να συνεννοηθούμε και στο τελευταίο μου γράφει: «Πάω να δω Patty. Αν μου απαντήσετε θα το δω μετά.» Και στο τέλος κάτι κυριλλικά σύμβολα…που τελικά ήταν greeklish.

*Με ρωτάει που πήγαινα σχολείο. Και ενθουσιάζεται. Οπότε μου λέει «Αν πω το όνομά σας θα σας ξέρουν;» «Δε νομίζω μωρέ, μετά από τόσα χρόνια» της απαντώ. Και τι μου λέει; «Σωστά, θα έχουν πεθάνει και οι καθηγητές σας τώρα πια». Μα πόσο χρονών με βλέπει πια;

*Είναι Παρασκευή απόγευμα και το ίδιο βράδυ είναι ο χορός του σχολείου. Η μικρή δεν έχει καθόλου διάθεση για μάθημα παρά μόνο για κουβέντα. Κάποια στιγμή λοιπόν μου λέει «8.30 έχετε φύγει»! Της λέω εντάξει γιατί βλέπω την ανυπομονησία της. Σταματάω λοιπόν στην ώρα μου και της λέω «είδες τελειώσαμε, σου βάζω homework και σε αφήνω και στην ώρα σου για το χορό.» και μου απαντάει «τελειώνετε, το βλέπω εγώ το ρολόι της κουζίνας! Γράφει 8.31»!!

Έχει πάντα απορίες που με εκπλήσσουν. Δυστυχώς όχι Μαθηματικού περιεχομένου. Θα βγείτε; Που θα πάτε; Πήγατε Σάκη; Ήταν καλά; Τι αυτοκίνητα σας αρέσουν; Τι ρολόγια; Γιατί δεν βλέπετε Patty? Ήσασταν σπασικλάκι στο σχολείο έτσι; Είχατε το Απουσιολόγιο; Σας έχω βρει στο facebook. Να σας προσθέσω; Είναι σαφές ότι μου έχει πάρει τον αέρα. Μπορεί να μην είναι άριστη μαθήτρια αλλά είναι σίγουρα ξεχωριστό παιδί. Βλέπω ότι με τις προσπάθειές μου βελτιώνεται μέρα με τη μέρα. Και της έχω αδυναμία ακριβώς γι αυτό το λόγο. Γιατί ξεφεύγει από το μέσο όρο. Το κουτσούνι μου!

Τρίτη, Μαρτίου 01, 2011

Αχ Κούλα! Δεν το πήρε τελικά ο Κυνόδοντας το Όσκαρ.

Αχ Κούλα. Δεν το πήρε τελικά ο Κυνόδοντας το όσκαρ. Έκλαψα, χτυπήθηκα, προβληματίστηκα. Έμεινα ξύπνια περιμένοντας να δω τον Λάνθιμο στο red carpet που ξέστρωσαν από την Αγία Φιλοθέη και έστρωσαν στο Λ.Α. αλλά τίποτα. Με ποια Κυνοδοντική λογική δεν μας το έδωσαν, δεν κατάλαβα.

Δεν πειράζει. Ο Κυνόδοντας θα μείνει πάντα στις καρδιές μας. Θα είναι πάντα στο Λεξιλόγιο μας. Θα συνοδεύει κάθε μικρή και μεγάλη έκφανση της ζωής μας. Ακόμα και την πιο καθημερινή. Όπως όταν οδηγεί η κολλητή μου. Και γιατρίνα και κολλητή που πηγαίνει μέσα σε όλα βρίζοντας ασύστολα. Όχι πια. Τώρα είμαστε κυρίες. Εγώ ανέκαθεν ήμουν. Αυτή απλά ουρλιάζει «Μεγάλη λάμπα» τον κάθε ταξιτζή που θα βρεθεί στο δρόμο μας ή «Πληκτρολόγιο» τον κάθε τζάμπα μάγκα. Μεγαλεία. Επίσης όταν είμαστε χάλια. Ή όταν έχουμε κέφια. Ή όταν θέλουμε να ξεφτιλίσουμε ένα θέμα συζήτησης. Παίζουμε διαλόγους Κυνόδοντα και ερχόμαστε στα ίσα μας.

Και είμαστε και καλοί άνθρωποι. Γι αυτό θα σχολιάσουμε μερικές από τις εμφανίσεις της βραδιάς. Πρώτη η Νικόλ. Η Kidman. Το σύνολο σώζει η κόκκινη γόβα που είναι τέλεια. Το φόρεμα είναι πίκρα. Βλέποντας το στο πλάϊ θυμίζει σεντόνι που τύλιξες στα γρήγορα γιατί «Το άκουσες το κλειδί; Δεν ήταν ιδέα μου. Στο μπάνιο γρήγορα, γρήγορά, γρήγορα παιδάκι μου»! Από μπροστά το κέντημα παραπέμπει σε νυφικό από συνοικιακό μαγαζί. Δεν έχει τίποτα Λίτσα μου το συνοικιακό αλλά να ξέρουμε που τοποθετούμαστε. Νικόλ είσαι. Ας φαίνεσαι κιόλας!

Δεύτερη έρχεται η Cate Blanchett. Λιλά, ωραιότατο, ρομαντικό φουστανάκι- για όλες τις ώρες – πλην των Όσκαρ. Από μακριά λες να η Πολυάννα και το παιχνίδι της χαράς. Από κοντά έχει κάτι φουτουριστικές – τελείως βλαχέ μεταξύ μας – χάντρες που διακοσμούν το μπούστο και μερικές ακόμα κίτρινες – πιθανότατα γιατί του τελείωσαν του σχεδιαστή οι λιλά και έπρεπε να παραδώσει το ρούχο.

Η Πενέλοπε έχει πετάξει έξω το βύζο και έχει πάει στα Όσκαρ. Που πας καλή μου; Μάνα έγινες, τον Χαβιέ τον έχεις, τι άλλο ζητάς και τα πετάς; Το φουστάνι φέρνει κάτι σε Φανή Δρακοπούλου και Χριστίνα Κωλέτσα - μαζί- σε ώρα δουλειάς με τεράστια δόση παγέτας γιατί διανύουμε το τριώδιο και η υπερβολή είναι της μόδας.

Την επόμενη κυρία δεν την ήξερα και καλά έκανα γιατί απ’ότι ανακάλυψα είναι απλά η κυρία του κυρίου. Καταλήγω όμως ότι το έχουν οι κυρίες των κυρίων…γενικώς. Είναι τόσο κακοντυμένη όσο η γυναίκα του Καραμέρου παραδείγματος χάρη. Είναι όμως όμορφη. Πολύ όμορφη. Όχι η γυναίκα του Καραμέρου καλέ! Αυτή.

Κλείνω με το δεκατετράχρονο. Είχαμε κι εμείς στο σχολείο κάτι τέτοια κοριτσάκια. Εμείς ήμασταν 14 και μοιάζαμε για 14. Αυτά ήταν 14 και έμοιαζαν για 19. Αποτέλεσμα; Εμείς να πηγαίνουμε διακοπές φέτος στην Πάρο και να ερωτευόμαστε όλο το νησί ενώ αυτές να βαφτίζουν τα παιδιά τους. Συμβαίνουν αυτά. Η ζωή είναι άδικη. Του λόγου το αληθές αποδεικνύει και ο Λάνθιμος που δεν πήρε το όσκαρ.