Κυριακή, Μαΐου 11, 2008

Ένα ιδιόχειρο Σ' αγαπώ λίγο καθυστερημένα...


Καμιά φορά σκέφτομαι ότι η επαφή με το πληκτρολόγιο μετριάζει το συναίσθημα και απορροφά τους εσωτερικούς κραδασμούς. Πλάνη μεγάλη. Σε αυτό το σαλόνι έχω καταθέσει κομμάτια της ψυχής μου κι αυτό τώρα που έχει περάσει ο καιρός μπορώ να το παραδεχτώ χωρίς φόβο. Σε κάθε μου κείμενο αναγνωρίζω εμένα. Βλέπω κρυμμένες μου πτυχές. Διαβάζω ξανά παλιές αναρτήσεις και θυμάμαι με ποια αφορμή γράφτηκαν. Υπάρχουν αναρτήσεις που έχουν γραφτεί με γέλια, με κλάμα, με κέφι, πάντα όμως με κάποια πηγή έμπνευσης. Όλες έχουν έναν κοινό παρονομαστή. Εμένα από πίσω με φωτογραφική ακρίβεια, τόσο που απορώ πως δεν με έχει ακόμα ρωτήσει κανείς στο δρόμο αν είμαι εγώ, η τρελή του καναπέ. Ο ΝdΝ μου ζήτησε να κάνω ένα βήμα παρακάτω και να δείξω την πρώτη ύλη από την οποία ξεκινά το ταξίδι και η σκέψη μετατρέπεται σε έκφραση. Καθρέφτης της ψυχής η γραφή, από την εποχή που η μαμά φώναζε για το μαγκουράκι του η και το κουλουράκι του ο πολλά έχουν αλλάξει. Εκείνη όχι. Εγώ πολύ και σε πολλούς τομείς. Το μόνο όμως που μπορώ με βεβαιότητα να πω είναι ότι αυτή είναι η σταθερή μου αξία. Το ιδιόγραφο σημείωμα λοιπόν είναι αφιερωμένο σε εκείνη ένεκα της ημέρας. Χρόνια Πολλά μαμά…

Το παιχνίδι εύκολο φαινομενικά, πολύ πιο δύσκολο από πολλές άλλες αναρτήσεις που έχω κάνει. Στο τέλος πρέπει να σταλεί συνημμένο ή με το απλό ταχυδρμίο - θα σας γελάσω στο http://autographcollectors.blogspost.com . Προφανώς για να ευχηθούν κι αυτοί στη Μανούλα μου. Εντάξει τι πρέπει να κάνω; Με αγχώνουν αυτά. Άστο και θα ρωτήσω το πρωί τη μαμά.
Η πρόσκληση είναι ανοιχτή και μπορεί να πάρει πάσα και να παίξει όποιος θέλει.
Καλή εβδομάδα να έχουμε!

Τετάρτη, Μαΐου 07, 2008

Η εξέταση, της εξέτασης, ωχ εξέταση...

Βασικά θέλω να γκρινιάξω. Εγώ ο φύσει αισιόδοξος άνθρωπος. Η χαρά του παιδιού, του τρελού, εγώ. Που είμαι και πιεσμένη και αγχωμένη και σκασμένη. Που θα προτιμούσα τέτοια εποχή να ξανάδινα πανελλήνιες παρά να περνάω όλο αυτό το μανίκι. Που χειρότερο από τις Πανελλήνιες δεν έχω. Που γενικά είμαι πολύ ρομαντική ψυχή και γενικά δεν μου πάνε οι εξετάσεις. Που έχω βαρεθεί να βλέπω ανθρώπους να συγχέουν τη γνώση με την εξέταση. Που δεν υπάρχει πιο αναχρονιστική, ψυχοφθόρα και μάταια διαδικασία από τα διαγωνίσματα. Που εγώ όταν καταριέμαι κάποιον για εξετάσεις τον στέλνω. Εμένα ποιος με έχει καταραστεί;

Και έφτασαν οι Πανελλήνιες. Και είναι οι εποχή που όλη η πιτσιρικαρία αντί να γυρνά στα παρκάκια, να ερωτεύεται, να παίζει μπάλα, να ξενοιάζει γιατί αυτή η ηλικία περνά ανεπιστρεπτί, δίνει εξετάσεις Αγγλικών και Γαλλικών και Γερμανικών. Που δεν έχω χειρότερο. Που έχω Proficiency και δεν μου λέει κάτι. Που δεν έγινα καλύτερος άνθρωπος αποκτώντας το. Ο ίδιος κάφρος παρέμεινα. Που ούτε από την αποστήθιση 345567 βιβλίων έχω γίνει πιο σοφή. Πιο βλήμα όμως χαλαρά. Που εκείνη η ατάκα «βγάλτε μια κόλλα να γράψουμε ένα τεστάκι» ακόμα με στοιχειώνει. Που να, ένα πράγμα αυτό το τεστάκι εγώ δεν ήθελα να το γράψω. Ήθελα να βγω στη λιακάδα, να κάτσω με τις φιλενάδες μου, να τους πω για το Μήτσο που μου άρεσε αλλά μετά χαθήκαμε μέχρι που τον είδε η κολλητή μου το περασμένο καλοκαίρι στη Σίφνο και όταν τη ρώτησα πως είναι μου απάντησε μονολεκτικά : Κοντός. Κάφρος και η φίλη μου. Κάφρος κι εγώ. Χρόνο δεν έχουμε να ενώσουμε τις καφρίλες μας. Εξετάσεις και κόντρα εξετάσεις και εξεταστικές και η ζωή μου όλη, μια λευκή κόλλα που κάποιος πάντα θέλει να βαθμολογήσει. Εγώ πειράζει που δεν θέλω να βαθμολογηθώ; Πειράζει που θεωρώ ότι η γνώση και η εξέταση δεν έχουν καμιά μα καμιά σχέση; Θυμάμαι πρώτο έτος να δίνουμε μάθημα σε ένα κατάμεστο αμφιθέατρο. Οι πάντες με σκονάκια. Εγώ με καθαρό το κούτελο. Και τις τσέπες. Το τέλειο θύμα. «Ένα βρώμικο παιχνίδι πρέπει να έχει εξίσου βρώμικους κανόνες» μου σφύριξε ο μπροστινός μου. Εγώ απλά του σφύριξα την απάντηση που ήξερα απέξω Και πατσίσαμε.

Δεν τις μπορώ τις εξετάσεις. Δεν τις αντέχω. Ο μεγαλύτερος μύθος είναι ότι θα τις συνηθίσεις. Ψέμα. Απροκάλυπτο. «Θα σε ωφελήσουν, μαθαίνεις». Αυτός που το λέει αυτό αξίζει 5 χρόνια καταναγκαστικής εξέτασης στη Φυτολογία και στη Ζωολογία για να μάθει για το είδος του. Και το ακόμα χειρότερο είναι ότι τα μαθητικά τα χρόνια είναι τα καλύτερα. Αυτή τη μαλακία την είπε ο Καρβέλας και την υποστήριξε με μαεστρία μπορώ να πω η Άννα. Μην μας ακούσει μόνο η κάφρος - κολλητή μου. Έχει αδυναμία στην Άννα. Αλλά μεταξύ μας εξετάσεις και κόντρα εξετάσεις ήταν γεμάτα και αυτά. Με ωραιότατα ωριαία στα Αρχαία και στην Ιστορία. Φούλ στο άγχος και στην αποστήθιση ανάμεσα σε δεκάλεπτα διαλείμματα στα οποία ξανάβρισκες την παιδική σου ταυτότητα που η γεροντοκόρη Βιολόγος της οποίας το DNA κανείς χριστιανός δεν αναπαρήγαγε, είχε τσαλαπατήσει. Μέχρι να έρθει ο Χημικός που κάθε μα κάθε φορά σε απειλούσε με διαγώνισμα στα τελευταία 10 λεπτά του μαθήματος, χαζεύοντας με ηδονή τα αγχωμένα παιδικά πρόσωπα επί 45 μαρτυρικά λεπτά. Πήγαινε και στην εκκλησία τρομάρα του. Χριστέ μου, μα τι μαλάκας που ήταν!

Με ένα ρολόι στο χέρι γεννήθηκα. Αγκαλιά με λευκές κόλλες αναφοράς. Περιθώριο να αφήσω; Με στυλό ή με μολύβι να γράψω; Το κινητό να το κλείσω ή στη δόνηση να το αφήσω; Όλα μπορώ να τα γράψω. Και Έκθεση και Ιστορία και Αρχαία και Μαθηματικά και Βιολογία και Χημεία. Τα πάντα κάνω και συμφέρω. Είμαι εξάρτημα εγώ της μηχανής σας, ανταλλακτικό ανταλλακτικού σαν το γιό της Βιτάλη. Στα τσακίδια το Lower και το Dalf. Ο Μάιος είναι υπέροχος μήνας. Το εκπαιδευτικό σύστημα σε όλες του τις εκφάνσεις προσπαθεί να αποδείξει το αντίθετο. Και το κακό είναι ότι τα έχει καταφέρει.

Παρασκευή, Μαΐου 02, 2008

Επέστρεψα...

...αλλά θέλω κι άλλες διακοπές!!




Ε ναι για, σε λλλέω!!

Υ.Γ. Πόστ για τη Σαλονίκη, για τη Χαλκιδική και για τον Τερκενλή ακολουθούν αλλά ο Μέρφυ με έπιασε από τα μούτρα ακόμα δεν επέστρεψα...

Μου λείψατε!!!

Καλό Μήνα σε όλους!!

Τετάρτη, Απριλίου 23, 2008

Η Σαλονίκη, ο μπαμπάς Πλεύρης, ο ΠΑΟΚ κι εγώ.

Φεύγω. Επιτέλους σαν άνθρωπος κι εγώ ήρθε η ώρα να κάνω ολιγοήμερες διακοπές. Τόσο καιρό τις περίμενα τις ρουφιάνες. Δεν το έλεγα για να μην με ματιάσετε. Τώρα που έφτασε η ώρα σας το λέω για να μου ευχηθείτε καλό ταξίδι. Αφήνω την Αθήνα και ανηφορίζω προς Θεσσαλονίκη μεριά. Το να ανεβαίνεις όμως Θεσσαλονίκη εν μέσω Μεγάλης Εβδομάδας είναι σαν να πηγαίνεις στη Disneyland σε μέρα που τα παιχνίδια δεν λειτουργούν. Ο λόγος απλός. Ανεβαίνω με την ελπίδα να γνωρίσω από κοντά τον Τερκενλή, να συστηθώ με το Μίλτο, να αγκαλιάσω το Χατζή και τα συροπιαστά του και να προσκυνήσω τον Ελενιάδη και τα τρίγωνα με σοκολάτα που προσφάτως έμαθα ότι φτιάχνει. Μιλάμε οι άνθρωποι είναι πολύ μπροστά και πρέπει να τους βρω να τους το πω. Έχω σκοπό επίσης να γνωρίσω ένα προς ένα τα τσιπουράδικα στην Αγάθωνος και να πάω στα Λαδάδικα που πουλάν αυτό που θες. Τώρα μη με ρωτάς τι θες. Εγώ θα σου πω; Εγώ απλά θέλω διακοπές.

Παράλληλα ζω με την ελπίδα να δω τον Νομάρχη έτσι:


ή έτσι:


ή κάπως έτσι τέλος πάντων


Ότι η πόλη δεν έχει μετρό είναι στα πλην της.
Ότι ανεβαίνω με Αθηναϊκές πινακίδες είναι στα δικά μου πλην.
Στους Παοκτζήδες δεν θα πω ότι είμαι Γάυρος.
Ότι θα μένω στο ίδιο σπίτι με Αρειανό δεν το κάνω θέμα.
Στα σουβλατζίδικα ελπίζω να συνεννοηθώ και να μην ακούσω κρύα αστειάκια με το καλαμάκι, την κόκα κόλα, το γύρο και τη ρώσικη σαλάτα.
Οι φήμες ότι θα πάω στον Κιάμο είναι τελείως αβάσιμες. Ούτε στο
Χριστοδουλόπουλο. Ούτε στη Στανίση λέμε!! Απορώ ποιος τις διαδίδει.

Σας έχω πει ότι λατρεύω το Πάσχα κι ας σιχαίνομαι τη μαγειρίτσα και το αρνί έτσι; Σας το ξαναλέω. Λατρεύω το Πάσχα. Τα κόκκινα αυγά, τα πασχαλινά κουλουράκια και τον ωραίο καιρό που θα μας κάνει. Δεν το διαπραγματεύομαι το τελευταίο. Να περάσετε καλά. Να μη φάτε το σκασμό. Η Κυριακή του Πάσχα είναι η χειρότερη μέρα εφημερίας για τους γιατρούς που έχουν την υποχρέωση να βοηθήσουν κάθε καημένο που έφαγε στη καθισιά του ολόκληρο το αρνί προφανώς υπερτιμώντας τις δυνατότητες του οργανισμού του, για να βρεθεί λίγο αργότερα τάβλα τραγουδώντας «η ζωή, η ζωή εδώ τελειώνει, σβήνει το καντήλι μου.»

Προσοχή στους δρόμους, προσοχή στα κεριά, μην αρπάξει το μαλλί της Ξανθιάς που είχε τη φαεινή ιδέα να περάσει τη βαφή 3 ώρες πριν έρθει στην εκκλησία και μετά θα κατηγορήσει εσάς για την εύφλεκτη ύλη που κουβαλά πάνω της. Και μην παίζετε με βεγγαλικά, μεγάλα παιδιά. Εκτός του ότι είναι επικίνδυνα για σας, τα φοβάμαι σε βαθμό απελπισίας. Λυπηθείτε με!!
Και ένα νέο που θα ανακοινωθεί εντός των επομένων ημερών, για να μην έχετε ανησυχία. Θα αναστηθεί ο Χριστούλης!!


Ραντεβού στους μπαξέδες του Θερμαϊκού καρντάσια!!

Υ.Γ. Παίρνω μαζί μου για χαλάρωση το βιβλίο της Έρσης Σωτηροπούλου «Ζιγκ – Ζάγκ στις νερατζιές» αλλά άμα δείτε τον μπαμπά Πλεύρη μην του το πείτε. Ούτε ότι εκείνο το καλοκαίρι που έκλεινα τα δέκα διάβαζα Λιλή Ζωγράφου. Ούτε ότι στα οκτώ είδα στο σινεμά το «Σπίτι των Πνευμάτων». Και επειδή το ξέρω, δεν μπορείτε να πείτε ψέματα, καλύτερα να τον αποφύγετε όπου κι αν τον πετύχετε.

Υ.Γ.2 Τις φωτογραφίες μου τις έστειλαν με μάιλ. Ως εκ τούτου δεν γνωρίζω την πηγή τους. Είμαι απόλυτα πεπεισμένη όμως οτι είναι αληθινές. Τώρα αν πίσω από την αποστολή κρύβεται ο Πρετεντέρης δεν μπορώ να το ξέρω. Επίσης πνευματικά δικαιώματα θα πληρώσω μόνο στον Νομάρχη εφόσον μου τα ζητήσει. Χαλάλι του.

Καλή Ανάσταση σε όλους!!!

Κυριακή, Απριλίου 20, 2008

Σ' αγαπώ που μ' αγάπησες λίγο...

Κοιτούσε τους λεκέδες στη μοκέτα. Κοιτούσε και την εικόνα τους στον καθρέφτη απέναντι από το κρεβάτι. Την κραυγαλέα διακόσμηση. Τον πίνακα με τη γυμνή γυναίκα στα δεξιά. Οι κουρτίνες κλειστές, στο δωμάτιο σκιές κι ένας έρωτας σε τιμή ευκαιρίας που διατίθεται σε ξενοδοχεία β κατηγορίας. Δε μιλούσε. Η σιωπή μιλούσε και για τους δύο. Το τσιγάρο βαρύ. Ποιος να πει, τι να πει. Κατά βάθος ήξερε ότι ήθελε να ουρλιάξει. Να σπάσει την εκκωφαντική σιωπή. «Με πονάει που με θες» της είχε πει μόλις πριν λίγο. «Με πονάει που δεν με θες» ήθελε να του απαντήσει. Αλλά δεν μίλησε. Το τσιγάρο βαρύ. Δύο χρόνια τώρα, λαθρεπιβάτης σε αυτό το τρένο προσπαθούσε να ισορροπήσει ανάμεσα στη ζωή της και στο πάθος για αυτή τη σχέση που την είχε κυριεύσει. «Ένας ίλιγγος με παρασέρνει» σκεφτόταν. Αυτός άραγε τι να σκεφτόταν; Δεν την μπορούσε αυτή την παγωμάρα. Δεν την άντεχε. Ένιωθε τόσο ευάλωτη, τόσο μόνη κι ας ήταν μαζί του. «Βιαστικά θα ντυθώ και θα φύγω» αποφάσισε. Σηκώθηκε, το βλέμμα της συνάντησε το δικό του στο καθρέφτη. Τράβηξε όμως τη ματιά της γρήγορα. Πάντα έχανε στο παιχνίδι αυτό. Δεν μπορούσε να τον κοιτά μέσα στα μάτια για ώρα. Ένιωθε ότι διάβαζε τη σκέψη της. Ήταν σίγουρη μάλλον. Το βλέμμα της έπεσε πάνω στο είδωλό της. Δυο ρυτίδες βαθιές, δύο χρόνια τώρα είχαν φύγει από το πλαίσιο των χειλιών και είχαν μεταφερθεί στο μέτωπο. Το χαμόγελο είχε ηττηθεί, τα φρύδια πλέον συνεχώς σμιχτά και οι μαύροι κύκλοι σε κρύσταλλα μάτια έχουν πάρει τη θέση αυτών των κάποτε λαμπερών γαλανών ματιών. Οι κινήσεις της γρήγορες. Εκείνος σε αυτό το έργο απλά θεατής. Πυρετός η στιγμή που απομένει γιατί βαθιά μέσα της ήξερε ότι τον αποχαιρετούσε. Το τσιγάρο βαρύ. Έριξε μια τελευταία ματιά στην εικόνα της. Ήταν όμορφη διάολε. Όμορφη και νέα. Δεν της άξιζε όλο αυτό. Τον πλησίασε αργά, πήρε το τσιγάρο από τα χέρια του και έκανε μια τελευταία τζούρα. Αμέσως μετά με μια στάλα ντροπή, στο φευγάτο φιλί άφησε τη δική του γεύση πάνω στα χείλη της. Προχώρησε στην πόρτα, χωρίς να κοιτάξει πίσω της. «Σ’ αγαπώ που μ’ αγάπησες λίγο» αρκέστηκε να πει ψιθυριστά. Τόσο ώστε να μην την ακούσει. Στο διάδρομο οι φωνές δυνατές. Φόρεσε τα μαύρα γυαλιά ηλίου κι ας είχε συννεφιά. Τα δάκρυα δεν ταίριαζαν με το μέρος. Τους αποχαιρετισμούς τους σιχαινόταν. Το τέλος είχε μπει εδώ και καιρό μόνο που εκείνη δεν είχε τη δύναμη να το δεχτεί. Και η ώρα είχε περάσει χωρίς να το καταλάβει. Δεν ήταν μόνο νέα και όμορφη διάολε. Ήταν και μάνα. Σε λίγο ο μικρός θα σχολούσε από το σχολείο. Δεν την έπαιρνε να αργήσει.


ΤΟ ΤΣΙΓΑΡΟ ΒΑΡΥ
Στίχοι: Λίνα Νικολακοπούλου
Μουσική: Γιάννης Σπάθας
Ερμηνεία: Μελίνα Ασλανίδου

"Οι κουρτίνες κλειστές
στο δωμάτιο σκιές
στο δωμάτιο σκιές
μαύροι κύκλοι σε κρύσταλλα μάτια
με πονάει που με θες
οι φωνές δυνατές
οι φωνές δυνατές
αγωνία, στην άμμο παλάτια
στο δωμάτιο σκιές
μαύροι κύκλοι σε κρύσταλλα μάτια.

Το τσιγάρο βαρύ
ποιος να πει, τι να πει
το τσιγάρο βαρύ
βιαστικά θα ντυθώ και θα φύγω
με μια στάλα ντροπή
στο φευγάτο φιλί
με μια στάλα ντροπή
σ' αγαπώ που μ' αγάπησες λίγο
το τσιγάρο βαρύ
βιαστικά θα ντυθώ και θα φύγω.

Αναμμένες φωτιές
άγνωστές μου σπηλιές
αναμμένες φωτιές
ένας ίλιγγος με παρασέρνει
δεν ακούω τι λες
σε πληγώνει και κλαις
σε πληγώνει και κλαις
πυρετός η στιγμή που απομένει
αναμμένες φωτιές
ένας ίλιγγος με παρασέρνει"


Αυτή η ανάρτηση προέκυψε μετά από πρόσκληση του Απο μηχανής πρασινόμάτη - που παίζεται να είναι - Θεού. Το ζήτημα είναι οτι ήρθε σε μια φάση που ήθελα περισσότερο από ποτέ να κάνω μια μουσική ανάρτηση με λατρεμένους στίχους που μιλάνε πολλές φορές καλύτερα από μας, για μας. Καλώ να κάνουν το ίδιο και η Θαλασσινή, ο Τζονάκος, και η Artanis.

Σάββατο, Απριλίου 12, 2008

Περί φοιτητικών εκλογών, παρατάξεων και αφισών...

Η ξανθιά της αφίσας δεν αφήνει περιθώρια για παρερμηνείες. Κρατά στο χέρι της το μπουκαλάκι με την υγρή σαπουνάδα και κάνει φούσκες όπως κάναμε παιδιά. Έχει την ηρεμία που εμένα μου λείπει. Έχει την ξεγνοιασιά που εγώ δεν έχω. Βλέπει ένα διαφορετικό πανεπιστήμιο από αυτό στο οποίο εγώ φοιτώ. Ο πολιτικός φορέας που την έκανε αφίσα έχει φροντίσει γι’ αυτό. Την παρατηρώ τρέχοντας από το ένα αμφιθέατρο στο άλλο, από τον ένα καθηγητή στον άλλο. Αυτός ο δρόμος της διπλωματικής δεν είναι μόνο μακρύς, είναι και κακοτράχαλος. Η ξανθιά τον έχει περάσει άραγε; Σε κάθε διάδρομο εγώ όλο και πιο κουρέλι. Αυτή ίδια και απαράλλαχτη με ξεγνοιασιά σε ανοιξιάτικο τοπίο κάνει φούσκες. Τους δικούς μου μαύρους κύκλους κάτω από τα μάτια δεν τους έχει. Και γιατί άλλωστε. Αυτή σπουδάζει σε άλλο πανεπιστήμιο. Πιο ροζ, πιο φλοράλ. Ανοιχτόχρωμο και λαμπερό. Κι εγώ σε άλλο, με πιο σκούρες αποχρώσεις. Αυτή εμπιστεύτηκε τα όνειρά της σε κάποια παράταξη και ξέγνοιασε. Δικαιώθηκε. Έγινε αφίσα. Κάνει σαπουνόφουσκες γιατί δεν έχει άλλες έννοιες. Αλί σε μένα.

Πιο πέρα τρεις λαμπτήρες σε φόντο μπλε με τον πιασάρικο σλόγκαν από κάτω με αγχώνουν πως χωρίς προτάσεις θα παραμείνω στο σκοτάδι. Έχω προτάσεις; Κι αν έχω που τις κρύβω; Σε ποιο αμφιθέατρο τις άφησα; Μαζί με τα όνειρά μου τις έχω φυλάξει; Ή με τις ελπίδες; Γιατί νομίζω ότι απέναντι σε όλους αυτούς εγώ είμαι απλά γεμάτη ενστάσεις; Κι αυτοί που ενισχύουν το ενοχικό μου σύνδρομο έχουν προτάσεις; Μήπως απλά έχουν μάθει να παίρνουν αποφάσεις; Μα δεν είναι τραγική ειρωνεία ότι οι εν λόγω αφίσες είναι κολλημένες σε ένα διάδρομο με καμένες πάνω από τις μισές λάμπες για κανά εξάμηνο;

Δυο χέρια σπάνε τα δεσμά της συνήθειας. Ένα καραβόσκοινο δεμένο γύρω από δύο νεανικούς καρπούς κόβεται. Έχω ένα τρόμο απέναντι σε δεσμά και δεσμούς πολιτικούς. Μου ‘ρχεται να το βάλω στα πόδια. Αυτά τα χέρια που σπάνε το σκοινί στην αφίσα αυτή, το βράδυ θα χορεύουν πάνω στο τραπέζι στη Πέγκυ Ζήνα, με 25 Ευρώ το άτομο, με τραπέζι ανά 6; Αυτά τα χέρια από ποιο τραπεζάκι θα πάρουν σημειώσεις για το Χ μάθημα; Αυτά τα χέρια πόσες μέρες έκαναν για να πάρουν από τη γραμματεία της σχολής καινούργιο πάσο επειδή κατά λάθος έχασαν το παλιό; Γιατί τα δικά μου χέρια έκαναν δύο εβδομάδες. Αυτά τα χέρια έχω την υποψία ότι επειδή είναι κομματικοποιημένα έκαναν λιγότερο. Μιλάμε πάντα για συναλλαγή με το πανεπιστήμιο. Με τη γραμματεία αυτού. Είναι η ίδια γραμματεία που παραμονές των εκλογών έδωσε τους καταλόγους με τα τηλέφωνα των φοιτητών στις παρατάξεις κι έτσι μέσα στο μεσημέρι με πήραν σε κινητό και σταθερό επειδή με έψαχναν να δουν που είμαι, πως είμαι, πότε θα κατέβω να ψηφίσω. Αυτά τα χέρια είναι μαχαίρια και ήρθαν για να με δικάσουν τελικά; Γιατί κατά βάθος έχω την υποψία ότι η απίστευτη ελαφρότητα της ανύπαρκτης πολιτικής οντότητας βρίσκει διέξοδο μέσα από σλόγκαν που εγώ κάθομαι και διαβάζω με τύψεις, με ενοχές εν μέσω ενός αγώνα δρόμου; Σε αυτό τον αγώνα δρόμου οι παρατάξεις ποιόν ακριβώς ρόλο παίζουν; Κανονικά θα έπρεπε όλοι μαζί να είμαστε στην ίδια αφετηρία. Είμαστε όμως;

Όσα χρόνια κι αν περάσουν δεν θα ξεχάσω ποτέ το τυπωμένο εκείνο μότο που σε λευκό χαρτί χωρίς εικόνα έλεγε πολύ απλά ότι « ψηφίζοντας τη φίλη σου τη Μαρία που είναι στο ψηφοδέλτιο της Δαπ, ψηφίζεις την πολιτική της μέσα στα πανεπιστήμια. (‘Όχι της Μαρίας. Της Δαπ.)» Πέρασαν και οι φετινές φοιτητικές εκλογές. Η γενιά μετά τη γενιά του Πολυτεχνείου έχει μπει για τα καλά στο πελατειακό αλισιβερίσι που οι παρατάξεις έχουν στήσει εν αγνοία της και συμμετέχει χωρίς να έχει την παραμικρή υποψία ότι σε αυτό το χορό δεν χορεύει επειδή αυτή το θέλει αλλά επειδή κάποιοι άλλοι της χτυπούν παλαμάκια. Έχει μάλιστα την αυταπάτη ότι ωφελείται. Ότι ωφελεί με τη στάση της πολύ περισσότερο την αντίπερα όχθη δεν της περνά από το μυαλό. Παίρνει το μικρό αντίτιμο και κάνει μεγάλες χάρες, χαρίζοντας στη γαλάζια παράταξη πανελλαδικά το αξιοζήλευτο 42% και στο Πολυτεχνείο την πρωτιά σε 4 από τις 9 σχολές. Οι τελευταίες μου εκλογές ως φοιτήτρια ήταν αυτές. Και για πρώτη φορά δεν πρόλαβα να κατέβω να ψηφίσω τη φίλη μου τη Μαρία που όχι, δεν κατέβαινε με το ψηφοδέλτιο της Δαπ.


Σάββατο, Απριλίου 05, 2008

To παπούτσι σου βρωμάει...αλλαξέ το!

Με τέτοια τρεχάματα που έχω αυτό τον καιρό, μόνο αναρτήσεις του ποδαριού μπορώ να κάνω. Με πήραν είδηση λοιπόν και μου ζήτησαν ο Τζονάκος και ο Νίκος να δείξω το αγαπημένο μου πατούμενο. Έλα όμως που το πατούμενο για μένα είναι μια μεγάλη ιστορία, μια τρελή εμμονή, ένα κόλλημα χωρίς γιατρειά. Το ίδιο πρόβλημα τίθεται και με το κεφάλαιο «τσάντα» αλλά αν το αναπτύξω και αυτό τότε ο αντρικός πληθυσμός θα σκίσει τα πτυχία του και θα καταραστεί τον Αδάμ που στάθηκε τόσο μαλάκας ώστε να ξεγελαστεί από μια μελαχρινή πρασινομάτα. Έκτοτε και επίσημα άρχισαν οι ντροπές και βρήκαν ο Manolo Blahnik, η Καλογήρου και ο Jimmy Choo γυναικεία θύματα για να εκμεταλλευτούν. Γιατί η σωστή μπαλαρίνα, το κατάλληλο peep-toe, η τέλεια δεκάποντη γόβα και το χρυσό πέδιλο χρειάζονται μελέτη, σπουδή και ενίοτε ωδή στον Ύψιστο ώστε να μας φανερωθούν.

Και πριν με κατηγορήσετε για υπέρμετρο καταναλωτισμό να σημειώσω ότι στις Πανελλήνιες είχε πέσει το εν λόγω θέμα και εγώ είχα γράψει Άριστα. Τώρα αν οι διορθωτές ήταν γυναίκες δεν μπορώ να το ξέρω. Στις ασκήσεις πάντως ζητούσαν επίσης το αντίθετο του καταναλωτισμού και εγώ είχα γράψει ασκητισμός. Θρίαμβος. Έμπαινα Νομική Κομοτηνής από τη Θετική κατεύθυνση εξαιτίας του καταναλωτισμού στην Έκθεση, του Πρωτοκόλλου του Λονδίνου του 1830 και της Συνθήκης της Αδριανούπολης του 1829 στην Ιστορία. Αϊ σιχτίρ που τα θυμήθηκα αυτά νυχτιάτικα. Μα πόσο προφητική ήμουν όταν έβαζα ως avatar το γοβάκι που φορά το πριγκιπόπουλο στην παξιμαδοκλέφτρα- που ξεβράκωτη την πήρε και την έκανε κυρία;

Κι επειδή αυτές τις μέρες μπορεί να έχω κάνει περίπου 6853 χιλιόμετρα με τα πόδια και με μια ομπρέλα ανά χείρας καθώς είχε παλιόκαιρό τη μέρα που σε γνώρισα, να έχω ρίξει τόση δουλειά που θα ζήλευε κάθε εργοδότης και να έχω φάει τόση γραφειοκρατεία που ούτε στον εχθρό μου δεν θα ευχόμουνα, δεν θα μπορούσα να κάνω όμως εκπτώσεις στο παπούτσι που θα σας παρουσίαζα. Τις κόκκινες γόβες που είναι αγορασμένες πέρυσι από το Βερολίνο δεν σας τις δείχνω. Ούτε τις μαύρες καστόρινες που η μανούλα μου πλήρωσε 250 Ευρώ στον Μπουρνάζο για να τις βρω εγώ με 60 στη Zara στην Ερμού. Σας παρουσιάζω το ένα από τα δύο αγαπημένα μου καλοκαιρινά πέδιλα. Είναι τα μοναδικά τόσο ψηλά πέδιλα που έχω. Και τα πιο ακριβά. Η πόζα φαίνεται ανέμελη. Μην ξεγελιέστε. Κόπιασα μέχρι να τραβήξω αυτό ακριβώς που ήθελα και με τον τρόπο που ήθελα. Οι πιτζάμες που φοράω από πάνω με τον Donald να κάνει σκι δεν φαίνονται. Ούτε ότι η συγκεκριμένη πόζα είναι επιλεγμένη ανάμεσα από άλλες 15 στις 2 τα ξημερώματα χτες, στο καθρέφτη της ντουλάπας. Ευτυχώς που οι δικοί μου δεν με πήραν χαμπάρι. Και δεν διαβάζουν και το blog. Εσείς μπορείτε να γελάσετε ελεύθερα. Δεν παρεξηγώ!!


Τετάρτη, Απριλίου 02, 2008

Κρίμα

Τέχνη ονομάζεται το σύνολο της ανθρώπινης δημιουργίας με βάση την πνευματική κατανόηση, επεξεργασία και ανάπλαση, κοινών εμπειριών της καθημερινής ζωής σε σχέση με το κοινωνικό, πολιτισμικό, ιστορικό και γεωγραφικό πλαίσιο στο οποίο διέπονται.

Η τέχνη βασίζεται στην εμπειρία και στο ταλέντο. Αποτελεί μια ευρύτερης ερμηνείας ονομασία που χρησιμοποιείται για να περιγράψουμε την διαδικασία, της οποίας προϊόν είναι κάτι το μη φυσικό, το οποίο ακολουθεί τους κανόνες του δημιουργού.

Αυτός είναι ο ορισμός της τέχνης κατά την wikipedia.


Κι αυτός είναι ο ορισμός της κτηνωδίας κατ' εμέ.
Η τρανή απόδειξη του πόσο απάνθρωποι έχουν γίνει κάποιοι και πόσο απάνθρωπα αδιάφοροι έχουμε γίνει εμείς.

Αντιγραφή από το blog του Γιάννη Καφάτου. Κι ένα μεγάλο ευχαριστώ. Σε όλους εσάς που αυτόν τον καιρό όλο και κάτι προσπαθείτε να αλλάξετε μέσα από τα blog σας. Δεν έχω χρόνο για όλα δυστυχώς. Ξέκλεψα για αυτό εδώ.

Σάββατο, Μαρτίου 29, 2008

Η ευγενική πλευρά της αγένειας

Γυρίζοντας στις 5.30 το ξημέρωμα σπίτι αυτό που θες διακαώς είναι πρώτον να φτάσεις όσο το γρηγορότερο γίνεται γιατί νυστάζεις και σε έχουν χτυπήσει οι γόβες, δεύτερον να μην σου τύχουν πολλοί τρελοί στο δρόμο και τρίτον να μην σε σταματήσουν για αλκοτέστ όχι γιατί έχεις πιει αλλά γιατί δεν έχεις τα ψυχικά αποθέματα να πιάσεις κουβέντα, να φυσήξεις, να δώσεις στοιχεία, να απαντήσεις σε ερωτήσεις και να κάνεις όλα τα παραπάνω χαμογελώντας σαν τον Αρναούτογλου.

Γυρίζοντας χτες 5.30 στο σπίτι, όντας στην τσίτα καθώς έβρεχε τουλούμια και όλοι οι τρελοί είχαν πάρει το δικό μου δρόμο και την ίδια ώρα με μένα και λίγο πριν φτάσω για να μπω στη γειτονιά μου, διένυα τα τελευταία χιλιόμετρα με τη χαρά ότι πιτζάμες, παντόφλες και κρεβάτι σε λίγο θα με υποδέχονταν. Κι όμως. Αριστερό φλας. Από τη μεσαία λωρίδα μπαίνω στην αριστερή. Ο πιο μπροστά φρενάρει απότομα. Ο μπροστινός μου φρενάρει και ανάβει και αλάρμ. (Είχα να το δω αυτό πολλά χρόνια σε ελληνικό δρόμο, μιλάμε ο άνθρωπος είναι πολύ μπροστά οδηγικά.) Φρενάρω κι εγώ και περνώντας διαπιστώνω ότι ανάμεσα σε μεσαία και αριστερή λωρίδα, σε μια από τις κεντρικότερες λεωφόρους αυτής της πόλης έχει βρεθεί άγνωστο πως ολόκληρος κάδος σκουπιδιών. Με το χρώμα το πράσινο το σκούρο που είναι εξαιρετικό για καμουφλάζ παγίδας. Σε σημείο όπου ο φωτισμός ήταν ανύπαρκτος. Ενώ ο καιρός έριχνε καρεκλοπόδαρα. Αφού έκανα το σταυρό μου, εγώ η άθεη κι αφού σκέφτηκα ότι φτηνά τη γλιτώσαμε απόψε, άρχισα να σκέφτομαι τους επόμενους που θα περνούσαν από τη παγίδα του κάδου. Το πρώτο μούδιασμα έδωσε τη θέση του στο άγχος. Κάνω λοιπόν στην άκρη και σαν άλλη κυρία Κούγια παίρνω το 100 και λέω την τρομερή ατάκα «Δεν ξέρω αν πήρα σωστά» εννοώντας βέβαια ότι δεν ήξερα αν είναι δική τους αρμοδιότητα το θέμα. Κι αφού εξήγησα τι συμβαίνει στον αστυνομικό, τηλεφωνητή ο οποίος άργησε η αλήθεια είναι να καταλάβει αλλά μπορεί να έφταιγα κι εγώ που ήμουν ταραγμένη με ρώτησε ακριβές στίγμα. Και εκεί είπα τη δεύτερη κορυφαία ατάκα αφού επέμενε να του δώσω λεπτομέρειες έχοντας ήδη πει το δρόμο και το ύψος με βάση το δήμο που διέτρεχα. «Απέναντι από το τάδε Ζαχαροπλαστείο» είπα με μια φυσικότητα. «Δεν θα το γνωρίζουν οι συνάδερφοι» μου είπε αυτός. «Κάνει το καλύτερο προφιτερόλ στη πόλη» θέλησα να πω αλλά κρατήθηκα. Άφησα τα στοιχεία μου, καληνύχτισα και επιτέλους αποκαμωμένη γύρισα σπίτι. Η τρομερή σκέψη που έκανα λίγο πριν κοιμηθώ ήταν αν θα έπρεπε να κλείσω το κινητό ή θα με έπαιρναν για να μου πουν τι έγινε.

Υ.Γ. Ελπίζω απόψε να μην μου ανάψει το ποτροκαλί λαμπάκι του πανικού καθότι δεν έχω βάλει βενζίνη και φοβάμαι ότι τα εφημερεύοντα βενζινάδικα πάλι δεν θα μου κάνουν την τιμή να με περιμένουν…

Καλό Σαββατόβραδο σε όλους!

Δευτέρα, Μαρτίου 24, 2008

Σκέψεις ενός ξενυχτισμένου μυαλού Νο 2. ...

Και να που η Αθήνα έχει 5 εκατομμύρια κατοίκους κι ο Μέρφυ δίκιο. Γιατί όταν Σάββατο βράδυ έχοντας βγει με τις φίλες σου, πέσεις είτε στο Γκάζι, είτε στου Ψυρρή, είτε στο Κολωνάκι πάνω στον πρώην δε χάθηκε ο κόσμος. Πολιτισμένοι άνθρωποι είμαστε. Μεγάλα παιδιά. Αν όμως πέσεις πάνω στον πρώην την ώρα που ο νυν έχει μπει στο ίδιο μαγαζί για να σε βρει και να σου κάνει έκπληξη τα πράγματα δυσκολεύουν. Κι αν ο νυν αντιπαθεί πολύ τον πρώην κι αν ο πρώην το παίζει πολύ αφ’ υψηλού κι αν η κολλητή σου έχει απλώσει το χέρι για συμπαράσταση τότε αυτή θα την πληρώσει. Γιατί αφενός η βραδιά θα της μείνει αλησμόνητη, αφετέρου το χέρι της θα πονά για λίγες μέρες από το σφίξιμο. Κι αυτό που με πειράζει περισσότερο δεν είναι ότι ο νυν τσαντίστηκε, ούτε ότι ο πρώην μας κέρασε σφηνάκια με sambuca, ενώ εγώ δε μπορώ ούτε να την μυρίσω μετά από ένα μεθύσι άλλο πράγμα που είχα κάνει πριν δύο καλοκαίρια, έναν Ιούλιο όπου έβλεπα τη θάλασσα να κινείται σαν εκκρεμές. Είναι που γράφω με το ένα χέρι. Ακόμα.
....................................................................................................
Είδα τη θεατρική παράσταση «Το Γάλα». Νομίζω ότι αν πω ότι συγκλονίστηκα θα είναι το ελάχιστο. Στη παράσταση δεν θα αναφερθώ. Να πάτε να τη δείτε, να ψυχοπλακωθείτε, να προβληματιστείτε, να δείτε σε τι κοινωνία θα φέρουμε τα παιδιά μας και να αφήσετε τα φουστάνια της μαμάς σας, αμάν πια κοτζάμ άνθρωποι. Προπαντός να δείτε πως είναι να ζεις σε μια κοινωνία που δεν σε αποδέχεται και πως νιώθουν αυτοί που κάνουν υπεράνθρωπες προσπάθειες για να αφομοιωθούν μέσα σε αυτή. Ο πιτσιρικάς που υποδύεται το Λευτέρη είναι εκπληκτικός. Ονομάζεται Αλέξανδρος Μπαλαμώτης και γράφω το όνομα γιατί κάποια μέρα θα γίνει πολύ διάσημος ηθοποιός κι εγώ θα περιμένω υπομονετικά στην ουρά για αυτόγραφο σαν άλλη Ρουβίτσα. Φιλική συμβουλή μόνο του δίνω, μόλις γίνει πρώτο όνομα να μην δώσει συνέντευξη στο Gala στη Μαρία Σταματέρη και να μη βγει στο κους-κους στο μεσημέρι. Ας τον πουν σνομπ. Καλύτερα.
...............................................................................................
Αύριο του Ευαγγελισμού κι αυτή τη γιορτή τη χαίρομαι γιατί λατρεύω τον τηγανιτό μπακαλιάρο. Βέβαια και το Πάσχα σαν γιορτή το λατρεύω κι ας σιχαίνομαι το αρνί και τη μαγειρίτσα αλλά αυτό είναι δείγμα του πόσο παράξενος άνθρωπος είμαι αλλά δε βαριέστε, όλοι έχουμε κουσούρια. Η παρέλαση με αφήνει παγερά αδιάφορη. Αν είχα υπάρξει σημαιοφόρος και σε αυτή θα τη λάτρευα. Αν δεν είχα κληρωθεί θα τη μισούσα. Δεν έτυχε όμως να ξαναπαρελάσω έκτοτε και το μόνο που θυμάμαι από τα μαθητικά μου χρόνια για τη συγκεκριμένη γιορτή ήταν μια θεατρική παράσταση στην οποία ήθελα να παίξω τη Μαντώ Μαυρογένους κι ας μην υπήρχε σαν ρόλος. Η δασκάλα μου επί ματαίω προσπαθούσε να με πείσει. Και η μαμά μου σαν κλασική μαμά δεν ήρθε στο σχολείο να πάρει το μέρος μου. Πήρε το μέρος της δασκάλας και το θέμα έληξε εκεί. Ποτέ δεν θα το ξεχάσω.
............................................................................................
Και μερικές απορίες: Οι κάτοικοι του κέντρου χάρηκαν με την αποκομιδή των σκουπιδιών επειδή καθάρισε η πόλη ή επειδή κάθε κάδος μαζί με τα στολίδια του έπιανε 3 θέσεις parking;
Οι οδηγοί που βρίζουν τους ταξιτζήδες έχουν σκεφτεί τι χαρακτήρα θα έβγαζαν αυτοί αν ήταν στο τιμόνι επί 10 ώρες κυκλοφορώντας σε αυτή τη χώρα; Κι όταν προτάσσουν το επιχείρημα ότι αυτοί όμως είναι επαγγελματίες για να υποστηρίξουν την άποψή τους τι εννοούν; Ότι έχουν σπουδάσει στο πανεπιστήμιο της ζωής;

Τετάρτη, Μαρτίου 19, 2008

Ήταν όλοι τους παιδιά μου

Δεν πουλάει ρε μάνα μου σαν είδηση. Το πήρα πρέφα κι εγώ η ρουφιάνα πολύ αργά. Είχα ήδη αρχίσει να ασχολούμαι μαζί του και να κολλάω. Κι όσο έσκαβα τόσο άρχιζα να εκνευρίζομαι. Να τσιτώνω, να κατεβάζω καντήλια, να βρίζω (στα γαλλικά). Δεν πουλάει λοιπόν το θέμα. Ακόμα και ο εθνοπατέρας το πήρε πιο γρήγορα χαμπάρι από μένα και δεν ασχολήθηκε καθόλου. Όλοι δηλαδή το πήρανε χαμπάρι πιο γρήγορα από μένα. Και δε φταίνε αυτοί. Φταίω εγώ που κουβαλάω αυτό το ενοχικό σύνδρομο, προίκα από μικρή και δεν το αποχωρίζομαι. Που πιστεύω ακόμα στα αυτονόητα. Που εξακολουθώ να αντιμετωπίζω τα παράλογα με κυνισμό. Που μάλλον ζω σε λάθος χώρα ή σε λάθος εποχή όπως θα έλεγε και ο Δεληβοριάς.

Δεν πουλάει ρε μάνα μου όμως σαν είδηση. Κι έτσι πέρασε στα πολύ ψιλά. Σαν έβδομή λοιπόν είδηση το βρήκα λοιπόν χτες αργά το βράδυ στο http://www.in.gr/ . Σε 16 περιόδους η ανάλυση, σε 1 και μοναδική η ουσία κι αυτή μέσα από τις δηλώσεις της Παπαρήγα. Στην πτώση του ελικοπτέρου στο Βασιλούδι και το θάνατο 3 νέων ανθρώπων αναφέρομαι. Το άκουσες; Το πήρες χαμπάρι; Και να μην το άκουσες δεν θα σε κατηγορήσω γιατί κι εγώ είδα κι έπαθα για να το ακούσω. Να το πάρω χαμπάρι. Στρατιωτικό ελικόπτερο τύπου Huey με τριμελές πλήρωμα κατέπεσε και συνετρίβη. Σύσσωμος ο πολιτικός κόσμος εξέφρασε τη θλίψη του. Κι ο πρόεδρος της Δημοκρατίας να είναι καλά ο άνθρωπος και ο υπουργός Εθνικής Αμύνης Β. Μεϊμαράκης εξέφρασε την οδύνη του κι ο Θ. Ρουσόπουλος τη στεναχώρια του και όλοι μα όλοι είπαν τον καλό τους το λόγο για τα παιδιά που έπεσαν στο καθήκον (λες και τα ήξεραν) και έδειξαν το ταλέντο που κατά βάθος κρύβουν στην υποκρισία και σε αυτό τους βοηθούν και τα μαθήματα που όλοι έχουν κάνει στην υποκριτική.

Γιατί μπορεί να μην πουλάει ρε μάνα μου σαν είδηση αλλά η ουσία είναι μια. Ότι το ελικόπτερο ήταν από τον πόλεμο του Βιετνάμ. Ηλικίας 42 χρόνων με πρόχειρους υπολογισμούς που έκανα μετρώντας με τα δάχτυλα. Είχε κατασκευαστεί το 1966. Τη χρονιά που ο Τζόν Λένον σε συνέντευξή του δήλωνε ότι τα Σκαθάρια είναι πιο δημοφιλή από το Χριστό. Τη χρονιά που η Γουινέα κερδίζει την ανεξαρτησία της. Τη χρονιά που ο Φιντέλ οδηγεί την Κούβα σε στρατιωτικό νόμο με το πρόσχημα της Αμερικανικής επίθεσης. Τη χρονιά που γεννιέται η Salma Hayek και η Halle Berry. Τότε κατασκευάστηκε και αυτό. Και κατέληξε ο Θεός ξέρει, η κυβέρνηση της ΝΔ ξέρει, του Πασόκ ξέρει, εδώ. Πόσο το πληρώσαμε κανείς δεν ξέρει. Γιατί το χρησιμοποιούσαμε αντί να το πάμε σε εκείνο το πολύ ωραίο μουσείο που έχουμε στη Βασιλίσσης Σοφίας και ονομάζεται Πολεμικό κανείς δεν ξέρει. Γιατί ξοδεύουμε τόσα σε εξοπλιστικά προγράμματα κάθε χρόνο ενώ για την τριτοβάθμια παιδεία χαλαλίζουμε μόλις το 5% του πληθωρισμού ετησίως κανείς δεν ξέρει. Γιατί θυσιάζουμε ανθρώπινες ζωές φορώντας πρώτα το προσωπείο της αδιαφορίας και μετά το συμβάν τη μάσκα της συμπόνοιας και του οίκτου κανείς δεν ξέρει.

Δεν πουλάει ρε μάνα μου όμως σαν είδηση και γι’ αυτό θα ερευνηθούν τα αίτια που οδήγησαν στην πτώση του εν καιρώ. Προς το παρόν θεωρείται ότι έπεσε κάτω από αδιευκρίνιστες αιτίες. Το πόρισμα σίγουρα θα ρίξει άπλετο φως και οι ευθύνες θα αποδοθούν εκεί που πρέπει. Πάντως αν ήταν θεατρική παράσταση τότε όλοι οι θλιμμένοι πατέρες που κυβερνούν αυτόν τον τόπο θα μπορούσαν επάξια να διεκδικήσουν το ρόλο του Τζο Κέλλερ (παρακαλώντας παράλληλα η μοίρα να μη σταθεί τόσο σκληρή απέναντί τους). Ήταν άλλωστε όλοι τους παιδιά τους. Και η Ελλάδα σκοτώνει τα παιδιά της (ή τα διώχνει μακριά).

Υ.Γ Σήμερα τα Νέα ασχολήθηκαν με το θέμα. Πάλι καλά.

Σάββατο, Μαρτίου 15, 2008

Ψευτοκουλτούρα..ώρα να φεύγουμε!

Μας καμαρώνω. Μας θαυμάζω. Μας φτύνω για να μη μας βασκάνω. Όλα τα αντέχουμε, όλα τα μπορούμε. Και στα σκουπίδια κλείνουμε τη μύτη και στις διακοπές ρεύματος κλείνουμε το μάτι και στις μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης υψώνουμε τη φωνή και φυσικά και στους Σκοπιανούς βγάζουμε τη γλώσσα. Αν αυτό δεν είναι δείγμα ότι σε περίπτωση πυρηνικού πολέμου εκτός από τις κατσαρίδες θα επιβιώσουν και οι Έλληνες, μονάχα οι Έλληνες τότε εγώ θα σκίσω το πτυχίο που τόσο κόπο κάνω για να πάρω! Κι επειδή κατά βάθος δεν είμαστε καθόλου ψευτοκουλτουριάρηδες και σε τέτοιες ώρες τα τραγούδια μιλάνε πολύ καλύτερα από τα γραπτά ιδού μερικές εκλεκτές επιλογές από το χρονοντούλαπο. Βάλτε δυνατά τη μουσική και μην πτοείστε. Μπόρα είναι θα περάσει.

Κάτι παλιό αλλά κλασσικό, αφιερωμένο σε σας αναγνώστες μου:

Κάτι για το συνέδριο του ΠΑΣΟΚ μέρες που είναι:


Κάτι για την κυβέρνηση:

Η μοναδική γυναίκα της φωτογραφίας είναι η Φάνη. Μην σας ξεγελά το δερμάτινο παντελόνι. Τότε ήταν της μόδας. Δείτε το μαλλί για να πειστείτε. Στα δεξιά ο Γιακουμάτος με μουστάκι. Τον κύριο αριστερά με τις φέτες κοιλιακούς δεν τον ξέρω. Μάλλον είναι από αυτούς που τους έφαγαν οι κλίκες και τα μικροσυμφέροντα.

Κάπου πήρε το μάτι μου το Ψωμιάδη με στολή Ζορό. Εγώ βρήκα μια πολύ πιο παλιά και σπάνια φωτογραφία του από το καρναβάλι της Ξάνθης το 78' με το ανάλογο βέβαια τραγουδάκι σε ρυθμό ραπ (μάλλον):


Κι επειδή καλη η πολιτική αλλά κι ο μικρόκοσμός μας θέλει τη σημασία του:

Αφιερωμένο σε ένα φίλο που με ρώτησε αν ακούω Τερλέγκα. Μα φυσικά!


Λόγω Σαββάτου, για απόψε δύο εξαιρετικές επιλογές είτε βγείτε, είτε καθίσετε μέσα:


Κλείνοντας αυτή τη μουσική πανδαισία επειδή κάποιοι με ρωτάτε πως πάω στην εξεταστική σας απαντώ με αυτό το άσμα:

Κι επειδή μερικοί με ρωτάτε και πως είμαι αυτό το καιρό, για ακούστε και αυτό, δια στόματος (;) Νταίζης Ντούκουνα:

Καλό Σαββατοκύριακο σε όλους!!


Τετάρτη, Μαρτίου 12, 2008

1-2-3 Κέντρο λαμβάνει;

Ήταν Πέμπτη μεσημέρι. 20 του Φλεβάρη και έχει μεγάλη σημασία. Γιατί δεν ήταν ούτε 19, ούτε 21. Μέρα ζυγή κυκλοφορούσαν τα ζυγά κι εγώ μονή και μόνη σε ένα πεζοδρόμιο περίμενα. Στο κέντρο γινόταν της κακομοίρας. Πάνε κοντά 3 βδομάδες από τότε αλλά ακόμα το θυμάμαι και ιδρώνω από τον πανικό. Εκείνη τη μέρα έσπρωξα και σπρώχτηκα πολύ. Πάτησα και πατήθηκα. Κουράστηκα. Ταλαιπωρήθηκα και έμεινα στο Σύνταγμα πάνω από μιάμιση ώρα περιμένοντας ταξί. Αν περίμενα να μου πέσει το Τζόκερ ή να τα φτιάξω με το Νικοπολίδη θα είχα περισσότερες πιθανότητες, εξακριβωμένο αυτό. Δεν περνούσε τίποτα. Όσα περνούσαν ήταν γεμάτα, όσα είχαν την ευγενή καλοσύνη να με πάρουν διπλοκούρσα ήθελαν να με πάνε Γαλάτσι μέσω Δάφνης και όλοι ξέρουμε ότι Σύνταγμα-Δάφνη-Γαλάτσι δεν είναι καθόλου καλός συνδυασμός μέσα στο μεσημέρι αν έχεις ευαίσθητα νεύρα και έκρυθμη ιδιοσυγκρασία όπως εγώ. Κι εκεί που ετοιμαζόμουν να το κόψω ποδαράτο ξυπόλητη γιατί με είχαν χτυπήσει και τα καινούργια παπούτσια βρέθηκε η Ταξιτζού. Ρόδα είναι και γυρίζει μου σφύριξε μόλις μπήκα μέσα και είδε την απελπισία μου. Από το ράδιο η Πρωτοψάλτη μας καλούσε να πάμε Χαβάη κι εκείνη με ρώτησε αν θέλω να αλλάξουμε τη κούρσα και να πάμε προς Αεροδρόμιο καλύτερα, γιατί αμαρτία να είμαι στη τσίτα νέο κορίτσι. Η κούραση ούτε να χαμογελάσω δεν με άφηνε. Μια γκριμάτσα μορφασμού έκανα που μάλλον παρεξήγησε χωρίς να την πτοήσει ούτε στο ελάχιστο όμως. Αφού είδε και αποείδε ότι με το μαλακό δεν μαλάκωνα αγρίεψε. Με έβαλε να βρω χαρτί και μολύβι για να παίξουμε. Σε τρελή πέσαμε σκέφτηκα αλλά δεν με έπαιρνε να αρνηθώ γιατί δεν θα έφτανα ποτέ Γαλάτσι που ήταν η Ιθάκη. Συμβιβάστηκα λοιπόν. Βρήκα τη λίστα με τα ψώνια και έγραψα τους κανόνες ανάμεσα σε μακαρόνια Barilla, δίλιτρες κόκα κόλες και χλωρίνη Klinex με άρωμα φρεσκάδας, με άρωμα φρεσκάδας τι ωραία μυρωδιά.

Εν συντομία λοιπόν:
1. πιάνουμε το βιβλίο που βρίσκεται πιο κοντά μας αυτή τη στιγμή
2. το ανοίγουμε στη σελίδα 123 (αν είναι μικρό, παίρνουμε το επόμενο κοντύτερα σε μας, που έχει τουλάχιστον 123 σελίδες)
3. βρίσκουμε την πέμπτη πρόταση
4. αντιγράφουμε τις επόμενες τρείς δλδ την έκτη, έβδομη και όγδοη και
5. βρίσκουμε άλλους πέντε ατυχείς να τους πασάρουμε το παιχνίδι.

Φυσικά όταν με κατέβασε και δεν την είχα ανάγκη αποφάσισα να παραβώ τον πρώτο κανόνα. Το γραφείο μου είναι βομβαρδισμένο από βιβλία. Βιβλία εξεταστικής, βιβλία τεχνικά, βιβλία του Μηχανικού, του τρελού, του φοιτητή του έρμου που δεν ελπίζει τίποτα, φοβάται τα πάντα και φυσικά έχει από καιρό απολέσει την απατηλή αίσθηση της ελευθερίας.

Σηκώθηκα και πήγα στη βιβλιοθήκη. Θα διαλέξω το πιο μικρό για να ρισκάρω σκέφτηκα. Το πρώτο ήταν η ποιητική συλλογή ενός φίλου. Το δεύτερο είχε 124 σελίδες. «Εν ονόματι» λοιπόν του Αντώνη Σαμαράκη.
Παραθέτω την 6η, 7η και 8η πρόταση με πολύ αγάπη:

«Να πληρώσω εγώ, ο ένοχος, εγώ που τάραξα την ηρεμία, την αδιαφορία, την απάθεια των άλλων, των πολλών, αντίκρυ σε όλα τα εφιαλτικά που γίνονται στο κόσμο μας και τον στιγματίζουν. Να πληρώσω τώρα, να εξιλεωθώ. Όφειλα να σκεφτώ ότι τα διάφορα εν ονόματι στη ζωή μας είναι μια λερναία ύδρα με πολλά κεφάλια, όφειλα να μαντέψω ότι για κάθε εν ονόματι που κόβεις ξεπηδάει ένα άλλο, δύο άλλα…»

Λατρεμένο βιβλίο. Αγαπημένο κομμάτι. Νομίζω ότι τα λέει όλα, δεν επιδέχεται ερμηνείας ή παρερμηνείας κι εγώ για ακόμα μια φορά ένιωσα εκείνο το ρίγος της πρώτης ανάγνωσης όταν πρωτόπεσε στα χέρια μου αυτό το μικρό βιβλιαράκι με τη τόσο καθηλωτική αλήθεια μέσα του. Σ’ ευχαριστώ ταξιτζού μου που με κάλεσες.

Επειδή ο πέμπτος κανόνας ήταν υπογραμμισμένος από την ίδια τη ταξιτζού πριν μου δώσει τα ρέστα και με κατεβάσει, καλώ με τη σειρά μου το sealike2, το χειροβομπίρα (μπας και ξαναρχίσει να γράφει), το feidia, που έχει χαθεί και τέλος το Γραμματέα και το Δ. Τζ. για να δω αν μπορώ να τους εκτροχιάσω έστω και λίγο από τη θεματολογία τους! Θα χαρώ πάρα πολύ να παίξετε, αλήθεια σας λέω!

Υ.Γ. Στο παιχνίδι αυτό με είχε καλέσει και ο Lockheart αλλά η Ταξιτζού είχε προλάβει να με πάρει κούρσα!

Πέμπτη, Μαρτίου 06, 2008

Παράσταση ζωής...

Σκηνή πρώτη
Ξημερώματα Τετάρτης, ένα από εκείνα τα παγωμένα βράδια που ολόκληρη η πόλη έχει παραδοθεί στα χειμωνιάτικα σκεπάσματά της μέσα σε ένα μακάριο ύπνο. Εκείνη, κοντά στα 17, δεμένη στο άρμα των ονείρων της, αγκαλιά με τις ελπίδες της και με συντροφιά τη φωνή του ραδιοφωνικού παραγωγού που ξαγρυπνά μόνο για χάρη της, λύνει ασκήσεις Φυσικής. Είναι εκείνες οι ώρες που την κάνουν να αισθάνεται ότι μόνο η μοναξιά τη συντροφεύει σε αυτό το ταξίδι στα σκοτεινά αυτά νερά. Κι όμως. Ο ήχος του μηνύματος τη βγάζει από την αυταπάτη. «Δεν πιστεύω να κοιμάσαι. (Η αγωνία πίσω από 4 λέξεις κάποιου άλλου να νιώσει ότι δεν είναι μόνος.) Διαβάζω Βιολογία στο μπαλκόνι προσπαθώντας να ξεγελάσω τη νύστα. Το πρωί ραντεβού στο γνωστό μέρος για τσιγάρο;» Ο αποστολέας ξέρει ότι ο παραλήπτης δεν καπνίζει. Ξέρει επίσης ότι θα είναι στο γνωστό μέρος για συντροφιά. Και αγκαλιά. Γιατί αυτά πάνε μαζί. Καληνύχτες.

Σκηνή δεύτερη.
Τέσσερις γυναίκες φτάνουν η κάθε μια κι από διαφορετική πλευρά της πόλης στις δύο ακριβώς. Όλες τόσο διαφορετικά ίδιες, όλες τόσο ξεχωριστές. Είναι το Σάββατό τους. Είναι η μέρα που βρίσκονται για φαγητό. Και μιλάνε. Γελάνε. Συνωμοτούν περιπαικτικά και πλέκουν το γαϊτανάκι της ζωής τους με κορδέλες του παρελθόντος, ιστορίες του παρόντος και σχέδια του μέλλοντος. Η κάθε μια ξέρει την άλλη καλύτερα κι από τον ίδιο της τον εαυτό. Μαζί έχουν χτίσει τα όνειρά τους. Μαζί στο σχολείο, στο ίδιο θρανίο, μαζί στις κοπάνες, στα ξενύχτια, στις πρώτες διακοπές εκείνο το καλοκαίρι τόσα χρόνια πριν και στα πρώτα καρδιοχτύπια. Στους πρώτους έρωτες και στα πρώτα φιλιά.
«Θυμάσαι τότε που τα είχες με το Γιώργο, τον κούκλο από το τρίτο τμήμα;»
«Το Γιώργο τον ήθελα κι εγώ.»
«Ο Γιώργος μου τα είχε ρίξει αλλά του είχα ρίξει χυλόπιτα.»
«Ρε κορίτσια για θυμήστε μου, αυτός ο Γιώργος ποιος ήταν;»
Τα τραπέζια γύρω τους άλλαξαν 2, ίσως και 3 φορές. Αυτές για πολλές ώρες ακούνητες εκεί. Και για πολλά Σάββατα επίσης.

Σκηνή τρίτη
Σάββατο βράδυ. Το αλκοόλ από το ξενύχτι και το μεθύσι του προηγούμενου βραδιού ρέει ακόμα στο αίμα τους. Σήμερα, με μαύρους κύκλους, με φόρμες και με τα αθλητικά πεταμένα κάτω από τον καναπέ, χυμένες κυριολεκτικά στο σαλόνι ενός φοιτητικού σπιτιού, διακωμωδούν τα ευτράπελα της προηγούμενης βραδιάς χαζεύοντας τα σημάδια που είχε αφήσει η προηγούμενη βραδιά στο πέρασμά της. Το χτεσινό πάρτυ είχε ήδη περάσει στην ιστορία και ακόμα κι αν εκείνη την ώρα αυτές δεν το ήξεραν, θα ήταν σταθμός στη ζωή τους και σημείο χαρακτηριστικό για τη μεταξύ τους σχέση. «Τελικά είναι απαλοιφή και του πιο μεγάλου πόνου να έχεις κοντά σου δικά σου πρόσωπα. Σ’ αγαπάω χαζή.» Θυμάσαι;

Σκηνή τέταρτη
Αυτές τις μέρες έχει νεύρα. Νεύρα που φαίνονται. Νεύρα που την κουράζουν και κουράζουν και τους γύρω της. Προσπαθεί να τα κρύψει αλλά δεν τα καταφέρνει πάντα. Είναι η ταλαιπωρία που τα κάνει πιο έντονα. Έτσι κι αλλιώς πάντα το είχε αυτό το κακό. Δεν μπορούσε να κρύψει τα συναισθήματά της. Το τηλέφωνο χτυπά. Η παρεξήγηση λύνεται. Οι παλιές φιλίες δε χαλάνε σου είπα. Σε καθησύχασα και σου έδωσα δίκιο γιατί το είχες. Οι παλιές φιλίες έχουν γράψει τα δικά τους χιλιόμετρα με νοικιασμένα μηχανάκια στη Μύκονο που έκανε τόσο κρύο, στη Ζάκυνθο που μας σταμάτησαν για κράνος, στη Λευκάδα που έβρεχε και εσύ οδηγούσες με το ένα χέρι. Οι παλιές φιλίες είναι παλιές άρα δοκιμασμένες σαν το κρασί. Και φιλίες με το φ κεφαλαίο.

Τέλος παράστασης. Η αυλαία κλείνει. Η πρωταγωνίστρια έγραψε τις τελευταίες γραμμές στα τυφλά γιατί μάλλον κάποιο σκουπιδάκι μπήκε στο μάτι της. Όλα τα βλέπει θολά. Τουλάχιστον σε αυτό το έργο παίζει αυτοσχεδιάζοντας κι ελπίζει να μην κατέβει ποτέ. Η χαρά της φράζει το δρόμο. Όχι επειδή πρώτα ζει και μετά γράφει. Αλλά γιατί αυτά που ζει αξίζουν καταγραφής.

Αυτή ήταν η δική μου κατάθεση ψυχής για τη φιλία μετά από πρόσκληση του Τζονάκου. Καλώ το Μatrix, τη Butterfly, το Samael και τον Agent Provocateur να ανοίξουν τις δικές τους αυλαίες και να που τι εστί φιλία γι’ αυτούς.