Τετάρτη, Ιουνίου 23, 2010

Ο Τζόρβας και ο ... "Πατίτσας".

Την ώρα που η χώρα βουλιάζει εμείς παρακολουθούμε αμέριμνοι το Μουντιάλ, φυσώντας βουβουζέλες (τις οποίες αγνοούσα μέχρι χτες) και τρώμε πίτσες από μαγαζιά που δεν κολλάνε ούτε τα μισά ένσημα στους εργαζομένους τους, για υπερωρίες ούτε λόγος. Που αν σου πω πόσο πάιρνω εγώ υπερωρία θα βάλεις τα κλάμματα και το πακέτο χαρτομάντηλα που θα σε φιλέψω – μην με πεις και γύφτισσα – θα με βάλει οικονομικά μέσα.

Τι έλεγα; Α ναι. Καθισμένοι λοιπόν στον καναπέ βουλιάζουμε, κάτι σαν τους επιβάτες του Τιτανικού – Παπακωνσταντίνου, αγάπη μου καλά δεν τα λέω; - σαν εκείνους τους παππούδες μωρέ που σφριχταγκαλιασμένοι περίμεναν το τέλος στην κουκέτα τους. Θυμάσαι;

Έχουμε δρόμο όμως μπροστά μας και η τρανή απόδειξη είναι ότι δεν έχουμε γίνει ακόμα Αργεντινή. Αλλιώς θα είχαμε νικήσει χτες. Όταν θα φτάσουμε στο οικονομικό της χάλι μετά από τον βιασμό του ΔΝΤ θα έχουμε προκριθεί και στο Μουντιάλ – μην σου πω ότι θα το έχουμε κατακτήσει κιόλας – και θα πανηγυρίζουμε ξανά στην Ομόνοια. «Δεν θα γίνει Έλληνας ποτέ, Αλβανέ, Αλβανέ».

Παρεπιπτόντως, τα δωδεκάποντα ανέβηκαν στο κατάστρωμα και τις κουκέτες – όχι του Τιτανικού αυτή τη φορά – αλλά του Αβέρωφ. Υποψιάζομαι ότι είναι παρόμοια δωδεκάποντα που πληγώνουν κάθε χρόνο τα μάρμαρα του Ηρωδείου και της Επιδαύρου…δεν ξέρω αν με καταλαβαίνεις. Αλλά αν σε λένε Πατίτσα όλα συγχωρούνται γιατί ο Θεός σε αδίκησε και σου έδωσε ένα πολύ άθλιο επίθετο. Σου έδωσε πολλά λεφτά αλλά όσα κι αν είναι πάντα θα είσαι ένας…Πατίτσας με παχυλό πορτοφόλι, δηλαδή μια νούλα με πεντοχίλιαρα – πόσα χρόνια έχω να το γράψω αυτό;;

Σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς λοιπόν όσο αριστερός κι αν το παίζεις, σου δίνω φιλική συμβουλή. Γίνε για λίγο…«Πατίτσας». Αν παντρεύεσαι ακόμα καλύτερα. Εμπρός στον δρόμο που άνοιξε ο Λιάγκας και η Σκορδά. Κάνε κι εσύ λίστα γάμου με αριθμό τραπεζικού λογαριασμού. Κάτι σαν τον λογαριασμό αλληλεγγής αλλά στο πιο γαμήλιο του φαντάσου. Αν αυτό δεν είναι δείγμα μεγάλου έρωτα, τεράστιας αγάπης τότε τι είναι. Υποκλίνομαι…«Πατίτσα» μου.

Και τώρα που είπα έρωτα, έχεις δει τον Τζόρβα ε; Εγώ δεν τον ήξερα γιατί είναι τερματοφύλακας του πφφφ Παναθηναϊκού αλλά ο μπαμπάς μου λέει ότι οι Παναθηναϊκοί τον εκπαιδεύουν για να τον πάρουμε μετά εμείς, όπως είχε γίνει και με τον Νικοπολίδη. Εξαιρετικό ε;

Τώρα που με διάβασες λατρεία, γύρνα να δεις Μουντιάλ.



Παρασκευή, Ιουνίου 11, 2010

Πάνω από 3 λεπτά για εύρεση τίτλου θεωρείται fail!

Είναι σαφές σκέφτηκα από μέσα μου όταν οι τίτλοι τέλους έπεσαν στο Sex & City. Δεν μοιάζουμε σε τίποτα με τις ηρωίδες αυτές. Παγωμένη ούσαν σκεφτόμουν ότι ο θερινός απαιτούσε τουλάχιστον πάπλωμα και το καλοκαίρι είναι ξεκάθαρο ότι δεν έχει έρθει ακόμα από τα μέρη μας. Ο ήλιος έκαιγε στο Άμπου Ντάμπι αλλά στους τιμημένους Αμπελόκηπους δεν την είχε απλά την ψυχρούλα του.

Η Κάρυ φορά τουαλέτα με ουρά σε αρχαιοελληνικό σχέδιο και σκούρο πράσινο χρώμα για να δει τηλεόραση με τον Μεγάλο και όλοι οι έρωτες τελικά πεθαίνουν πάνω από την 52άρα πλάσμα τηλεόραση που ο Mr Big σου αγοράζει για τα γενέθλιά σου. Το νου σου. Φορά το ίδιο φόρεμα σε πορτοκαλί για να πάρει πρωινό σε σουίτα 22.000 ευρώ – μπορεί και δολλαρίων αλλά θα σας γελάσω και δεν το θέλω.

Είναι πια γερασμένη, με οστεώδες πρόσωπο και θυμίζει έντονα ανασφαλή σαρανταπεντάρα που κάνει μπότοξ, βάφεται υπερβολικά και ελπίζει σε ένα θαύμα νεότητας. Έχει τύψεις για ένα φιλί που ανταλλάσει με τον πρώην της την ώρα που από τα μαλλιά της Σαμάνθα κρέμονται καπότες και από τα χείλη της σεξιστικά αστεία για μπαλάκια (όχι του τέννις). Κουβαλά τις τύψεις της νέας γενιάς – αχ του έπιασα το χέρι, πωπω τραγικό να δεις που θα με πει τσούλα – ενώ είναι παιδί της σεξουαλικής απελευθέρωσης των 70’ς . Τι να το κάνεις, όταν ο Μεγάλος βάζει τα παπούτσια πάνω στον καναπέ, διαβάζει εφημερίδα και βαριέται να σε πάει βόλτα. Ακόμα και τα Μάνολο χάνουν τη λάμψη τους, μουχλιάζοντας – καλά λέμε καμιά μαλακία να περνά η ώρα – στο βεστιάριο της Κάρυ. Και πολύ καλά κάνουν. Έχουν σπιταρόνα χλιδάτη – που σαι Χριστόφορε, γλυκε Παπακαλιάτη και γενιά των 700 ευρώ – υπέρδιπλο κρεβάτι και ανταλλάσουν ρόλεξ και τηλεοράσεις στην επέτειό τους. How cute is that? How? How? Καθόλου όμως.

Η Σαρλότ – της οποίας το όνομα ξεχνάω συνέχεια, γιατί άραγε – μπαίνει στην κλιμακτήριο αλλά δεν το λέει. Κουβαλά την υστερία πολλαπλασιασμένη επί τον αριθμό των επεισοδίων της κάθε σεζόν και της ταινίας επί 34. Η καλύτερη ατάκα βγαίνει από τα χείλη της την ώρα που φτιάχνει κέικ γενεθλίων και η κόρη της, της κολλάει σε σχήμα μούτζας τις παλάμες της με συρόπι στη φούστα. «Είναι vintage μπλά μπλά – δεν θυμάμαι τι» Να μια μάνα που φορά vintage φούστα για να φτιάξει κεκάκια την ώρα που η δικιά μου δεν έχει ούτε μια vintage φούστα και δεν έχει φτιάξει ποτέ κέικ.

Φοβάται ότι ο άντρας της θα την απατήσει με την νταντά – πιθανότατα γιατί είναι ακόμα ερωτευμένη μαζί του και δεν βλέπει πόσο χάλια είναι – η οποία μας βγαίνει λεσβία. Και δυστυχώς αυτό δεν είναι καθόλου αληθοφανές, συγγνώμη που το λέω.

Η Μιράντα τείνει να είναι η πιο φυσιολογική και πολύ φοβάμαι ότι κάποια μέρα μπορεί και να της μοιάσω. Τουλάχιστον ο άντρας της την λατρεύει, στα μάτια την κοιτά και ο γιός της θα γίνει τρελό γκομενάκι όταν μεγαλώσει. Plus του ότι έχει κάνει καριέρα. Οκ, σταματώ εδώ.

Η Σαμάνθα είναι μύθος. Δεν υπάρχει. Δεν εχει επινοηθεί καν. Γιατί δεν έχω πετύχει ποτέ γυναίκα που να γνωρίζει μπετατζή και να του απαντά πως η δουλειά του είναι πολλά υποσχόμενη.

Εμείς δεν μοιάζουμε καθόλου με αυτές. Βγαίνουμε, πάμε Μάλαμα, γιορτάζουμε γενέθλια, χωρίζουμε – χωρίζουμε πολύ τελευταία, αναζητούμε το μέλλον σε μεταπτυχιακά, διδακτορικά και αγγελίες για δουλειά, πετυχαίνουμε πρώην, νυν, παρολίγον και ούτε κατά διάνοια γκόμενους στο γκάζι, στην καρύτση, στην πανόρμου, στο θερινό και τρώμε βρώμικο στη Μιχαλακοπούλου σχεδόν μετά από κάθε έξοδο χωρίς τύψεις. Συγγνώμη που στο λέω Κάρυ. Αυτά έχουν τα 25, λεφτά δεν έχουν τα 25 αλλά μην το κάνουμε θέμα!