Σάββατο, Οκτωβρίου 30, 2010

Πείτε του Καμίνη ότι δε θα τον ψηφίσω.

Βράδυ στην Πανεπιστημίου. Έξοδος από το μετρό και ακριβώς απέναντι μια τεράστια μαρκίζα που θα μπορούσε να ανήκει σε σκυλάδικο της εθνικής – αλλά κανείς δεν είναι τόσο αυθεντικός ώστε να φτάσει ως εκεί – αναβοσβήνει. Θυμίζει λίγο το X factor αλλά λείπει ο Σάκης – όχι ο υδραυλικός. Γιώργος Καμίνης με λαμπάκια. Κάποιος μας κάνει πλάκα σκέφτομαι αλλά η κακογουστιά είναι το τελευταίο που θα έπρεπε να ποινικοποιηθεί σε αυτή τη χώρα. Στη στάση του λεωφορείου ακόμα μια αφίσα. Ποιος ορίζει ποιες πινακίδες είναι παράνομες; Αυτές στις στάσεις γιατί δεν είναι; Μήπως επειδή γράφουν vote for Kaminis? Λέω τώρα εγώ; Η κακιά; Η σουρλουλού; Η παξιμαδοκλέφτρα;

Δε θα σε ψηφίσω Καμίνη μου. Όχι, στο λέω ξηγημένα και ξεκάθαρα. Μην έρθεις να μου ζητάς τα ρέστα μετά. Μεταξύ μας ούτε πιστεύω πως θα βγεις. Ούτε χαρτομάντηλα έχω. Να πας να πάρεις από τον παππούλη στη Βασιλίσσης Σοφίας που εσύ και οι όμοιοι σου τον φέρατε σε αυτή την κατάντια. Συνήγορε του πολίτη, ας γελάσω. Οι μετανάστες έχουν αγριέψει, όποιος κυκλοφορεί σε αυτή την πόλη θα το έχει δει. Ορμάνε να σου καθαρίσουν το τζάμι θες δε θες. Δεν υπάρχει χαμόγελο. Υπάρχει απελπισία.

Ψηφίζω σε μια από τις πιο υποβαθμισμένες περιοχές. Κάθε φορά και χειρότερα. Κάθε φορά και πιο μαύρα. Οι δημοτικές εκλογές που κάποτε ήταν «ένα αλσίλιο εδώ, μισός παιδικός σταθμός πιο πέρα και τίποτα άλλο» κουβαλά πολύ πιο ζόρικα ζητήματα αυτή τη φορά που ξεπερνούν τα τετριμμένα. Κουβαλούν κοινωνική πολιτική από πίσω που στο δικό σου κόμμα είναι άγνωστη λέξη.

Δε θα σε ψηφίσω Καμίνη μου. Χόρτασα από μέτριους. Από λίγους, από ανύπαρκτους. Έγκωσα η γυναίκα. Βαρέθηκα.

Μεγάλωσα στα Εξάρχεια. Έχω δει την μπάλα μου να καρφώνεται σε σύριγγα. Το Πολυτεχνείο να καίγεται, τα σκουπίδια να συσσωρεύονται, τους χώρους πρασίνου να είναι άγνωστη λέξη σε αυτή την πόλη. Έχει δει τι θα πει έλλειψη κοινωνικής πολιτικής σε όλο της το μεγαλείο. Έλλειψη αξιοπρέπειας προς τον πολίτη, έλλειψη χώρων στάθμευσης, υποβάθμιση της ποιότητας ζωής. Ζούμε δύσκολα Καμίνη μου.

Χαίρομαι με τα λαμπάκια που αναβοσβήνουν το όνομα σου αλλά δίπλα τους κοιμούνται αδέσποτα για τα οποία δε νοιάζεται κανείς. Ακριβώς απέναντι κοιμούνται και άστεγοι για τους οποίους επίσης δε νοιάζεται κανείς. Πάνω σε χαρτόκουτα, τυλιγμένοι με κουβέρτες στην είσοδο της Εμπορικής. if you know what I mean, Kamini mou!

Αλήθεια, έχεις περάσει βράδυ από την Ομόνοια; Έχεις δει την πρέζα, έχεις μυρίσει το θάνατο να κείτεται χάμω;

Έχεις περπατήσει μέρα στο Σύνταγμα; Κατά μήκος του παραεμπορίου και της μαϊμού τσάντας προς 20 ευρώ; Ανάμεσα σε κοπέλες που σε παρακαλούν να τραβήξεις «δώρο» ομορφιάς γιατί αν δεν τραβήξεις αυτές δε θα πληρωθούν;

Έχεις δει τα προσφυγικά της Αλεξάνδρας να γκρεμίζονται και το γήπεδο να μένει ανεκμετάλλευτο σε μια περιοχή όπου δεν υπάρχει πράσινο εκτός από το ζωγραφισμένο τριφύλλι στους τοίχους του γηπέδου;

Και η πιο δύσκολη ερώτηση. Ξέρεις τι ώρα σταματάει το μετρό;

Ζούμε στην ίδια πόλη αλλά ζούμε διαφορετικά. Δεν έχουμε τις ίδιες ανάγκες, δεν αντιμετωπίζουμε τα ίδια προβλήματα και δε φοβόμαστε τα ίδια πράγματα.

Έγω δε φοβάμαι. Γιατί ο χαμένος δεν έχει τίποτα να χάσει.

Έγω δεν εκβιάζομαι. Γιατί και την επομένη των εκλογών θα συνεχίσω να παλεύω για αυτά που σε σένα είναι άγνωστες λέξεις ενώ για μένα καθημερινότητα. Διδακτορικό, παραδόσεις, άγχος, μποτιλιάρισμα. Πάλι δε βρίσκω να παρκάρω, πάλι το μετρό θα κάνει 11 λεπτά να περάσει, πάλι θα περπατήσω στους δρόμους μιας από τις πιο βρώμικες πόλεις προσέχοντας τις ακαθαρσίες δίπλα σε σώματα αστέγων και χαμογελώντας σε αυτούς που δεν είναι καν αριθμοί σε αυτή τη χώρα. Την ίδια ώρα εσύ θα ξηλώνεις την κιτσάτη μαρκίζα με τα λαμπιόνια που γράφει το όνομα σου. Αλλα μη στεναχωριέσαι Καμίνη μου. Χριστούγεννα έρχονται. Κάπου θα τη χρησιμοποιήσεις.


Παρασκευή, Οκτωβρίου 29, 2010

Λέξεις, προτάσεις, ασύνδετα νοήματα.Ή μήπως όχι;

Δεν έχω καταφέρει να γράψω ούτε μια γραμμή όλες αυτές τις μέρες. Ψέμματα. Ότι έχω γράψει το έχω σβήσει. Την παρακάλεσα να με επισκεφθεί αλλά δεν μου έκανε τη χάρη. Θα την προσπεράσω. Θα γατζωθώ από μια μια λέξη και θα γράψω το κείμενο ξεκινώντας από μια φράση που μου έχει καρφωθεί εδώ και μέρες στο μυαλό. Και με τριγυρνά, τριγυρνά, ψάχνει διέξοδο. Κάθε φορά που σταματάω στα φανάρια της ντροπής.

Είμαστε νομίζω η μοναδική χώρα που το μόνο που καταφέραμε να προσφέρουμε στους μετανάστες είναι μια βούρτσα και ένας κουβάς ώστε να καθαρίζουν τα τζάμια των αυτοκινήτων στα φανάρια της απελπισίας. Καμιά πολιτική. Καμία προσπάθεια.

Την ίδια ώρα ο Άδωνις υπόσχεται πως αν εκλεγει θα τους βγάλει από τα σπίτια που μένουν. Θείτσες χειροκροτούν. Μπράβο Αδωνη. Ξανθό μαλλί, ροζ νύχι, ταιριάζουν αυτά. Στην πλατεία του Αγίου Παντελεήμουνα, μεγάλη η χάρη του. Άραγε θα τους ρίξει με σάπιες βάρκες στο Αιγαίο; Δεν το ξεκαθάρισε.

Αν μετρήσω τους Πασόκους που δεν θα πάνε να ψηφίσουν την άλλη Κυριακή τότε σίγουρα δημιουργείται το νέο Κίνημα Απογοητευμένων Παπανδρεϊκών που κάποτε νόμιζαν ότι ήταν και Σοσιαλιστές. Τα κόκκαλα του Αντρέα σίγουρα τρίζουν, την ώρα που ο Γιώργος εξακολουθεί να μην μιλάει ελληνικά και να καρατομεί αθώους. Ποτέ κάποιος δεν πρέπει να μίσησε τη χώρα του όσο αυτός εδώ.

Έχω σταματήσει να βλέπω ειδήσεις και τηλεόραση γενικώς αλλιώς θα πεινούσα συνέχεια.

Χτες πήγα στο χειρότερο μακράν εστιατόριο τηλεμαγείρισσας. Δεν το γνώριζα. Μια «μεσπιλέα» ακόμα και στο Γκάζι δε φέρνει την Άνοιξη, η τηλεμαγείρισσα «μες στη καλή χαρά» και οι πελάτες σε υστερία. Κάναμε να σερβιριστούμε δύο ώρες, η πρώτη παρέα έφυγε τρώγοντας μόνο το ψωμί, η δεύτερη με φωνές, η τρίτη κάνοντας ειρωνικά σχόλια και εγώ… ε ναι εγώ όταν θέλω μπορώ να δολοφονήσω με το βλέμμα, να κολλήσω τον κάθε μάνατζερ που το παίζει γκόμενος στον τοίχο και να παραδεχτώ ότι όταν είμαι ήρεμη ακόμα κι εγώ με φοβάμαι. Για την ιστορία πληρώσαμε 25 ευρώ το άτομο. Φάγαμε μια καμμένη μπριζόλα, βγάλαμε μια οδοντογλυφίδα – φονική μέσα από μια άλλη μερίδα – καλά κρυμμένη ενώ ο σερβιτόρος μας πούλησε εκδούλευση για το τελευταίο κερασμένο σφηνάκι που όμως σερβίρονταν σε όλα τα τραπέζια. Μας πρότεινε να γράψουμε στη φόρμα παραπόνων. Του πρότεινα να πει στην τηλεμαγείρισσα τα χαιρετίσματά μου.

Το Hoxton θεωρείται από κάποιους μακράν το πιο hot στέκι στο Γκάζι. Έχει βρεθεί έστω και ένας να πει ότι έχει μακράν και τις πιο βρώμικες τουαλέτες;

Είδα τη φωνή της Λούντμιλα. Τα πιο ωραία έργα είναι αυτά που τελικά είναι καλά κρυμμένα. Σιγκλονιστικά ψυχοπλακωτικό, ρεαλιστικά ανατριχιαστικό. Αν αναζητάτε βολικές πολυθρόνες, φώτα και στρατιά ηθοποιών μην πάτε. Αξίζει τόσο που τα φρουφρου και τα αρώματα είναι περιττά – ακόμα και στην πρεμιέρα.

Περίεργες μέρες. Όχι άσχημες, αλλά προβληματισμένες, ζόρικες, χειμωνιάτικες με έναν εσωτερικό ήλιο έτσι για αντιπερισπασμό. Αγκαλιά τεράστια…μπας και ζεσταθούμε.

Πέμπτη, Οκτωβρίου 21, 2010

"Εξομολογείται κανείς τις παλιές του αμαρτίες, για να κάνει χώρο για τις καινούργιες. "

Αλλάζω παραμένοντας τόσο ίδια. Ωραίο δεν είναι; Νομίζω πως εδώ θα μείνω. Είναι τόσο εγώ.

Παρακαλώ τη Θεά Έμπνευση να με επισκεφθεί.

Γράφω μια εργασία πάλι.

Και δίνω φιλική συμβουλή. Να αφήνετε μόνο όσα είστε σίγουροι ότι ΔΕ θέλετε. Αλλιώς πάντα θα επιστρέφετε. Και πάντα θα το κουβαλάτε μέσα σας. Σαν αυτά τα τσιμπήματα στην αρχή του χειμώνα, σαράκια στο βιβλίο της ζωής κυνηγώντας την επανάσταση του αυτονόητου που δυστυχώς έχει γίνει από άλλους προ πολλού.

Σας φιλώ γλυκά.


Σάββατο, Οκτωβρίου 16, 2010

Αθλοπαιδίες, άθλοι και αθλούμενες...

Πέρασαν μέρες μέχρι να γράψω αυτό το κείμενο. Είναι σαν τους έρωτες. Πρώτα τους δένεις – τι εννοείς τους δένεις; - και μετά το βγάζεις παράρτημα. Έτσι και το γυμναστήριο. Πρώτα το κάνεις συνήθειο και μετά το διαλαλείς. «Πάω κι εγώ γυμναστήριο». Ε ναι λοιπόν. Δεν είναι αστικός μύθος.

Η αρχή έγινε με την αναζήτηση του πιο φτηνού. Ντρέπομαι που το λέω αλλά έτσι είναι. Μην τα χαλάσουμε εδώ. (Και της πιο φτηνής φόρμας επίσης). Στην αρχή κάποια γυμναστήρια μου είπαν 85 ευρώ το μήνα για pilates. Τι λέτε μωρέ βλάχοι σκέφτηκα από μέσα μου! Είχατε και στο χωριό σας pilates; Τρομάρα σας. Τους παράτησα επιτόπου. Μετά έμαθα ότι pilates είχε το δημοτικό γυμναστήριο της γειτονιάς. (Τι λες μωρέ Σίντυ. Μου έμαθες και το pilates τρομάρα σου.) Πάμφθηνο. Επίσης επειδή είναι φτηνό μαζεύεται όλη η Αθήνα.

Πιθανότατα η παρουσία ωραίων αντρών είναι αντιστρόφως ανάλογη με τη συνδρομή. Δεν έχω ανακαλύψει ακόμα τη μαγική εξίσωση αλλά θα είναι το θέμα του διδακτορικού μου και πάω για Νόμπελ. «Πειραματική μελέτη των φτηνών γυμναστηρίων σε συνάρτηση με την έλλειψη ωραίων, ιδρωμένων, χτιστών αντρών με κοιλιακούς φέτες.» Δεν εξηγείται αλλιώς. Φανταζόμουνα αυτά που βλέπεις στις τηλεοράσεις, που ακούς στις παρέες, που διαβάζεις στα ιστολόγια, τζίφος. Ούτε ένας. Όλο γυναίκες. Μόνο γυναίκες. Προχτές εκεί που ήμουνα ξαπλωμένη στο στρωματάκι, λαχανιασμένη, λούτσα στον ιδρώτα μπήκε ένας. Επιτέλους αρσενικό σκέφτηκα. «Ποιανής είναι το λευκό σουζούκι sx4; Είμαι από το συνεργείο κάτω. Έμποδίζει.» «Κάργιες» σκέφτηκα Όυτε να παρκάρετε δεν ξέρετε. Και η ζωή συνεχίζεται έτσι.

Εντάξει τα κουτσοκαταφέρνω. Δεν είμαι και η καλύτερη. Δεν έχω καθόλου συγχρονισμό. Ότι κάνουν οι άλλες εγώ το κάνω με διαφορά φάσης. Στο πρώτο μάθημα τα χρειάστηκα. Η γυμνάστρια – μια κουκλάρα από αυτές που ζηλεύεις κατάφορα – ήρθε και στάθηκε από πάνω μου. Με διόρθωνε σε κάθε άσκηση. Σε όλες έλεγε μπράβο, σε μένα έλεγε όχι έτσι. «Μπράβο κυρία Νίτσα, μπράβο κυρία Σούλα – για τέτοιο επίπεδο συμμαθητριών μιλάμε, στις πάυσεις μιλάνε για κοκκινιστά κεφτεδάκια και σχολιάζουν τη νέα φιλόλογο στο σχολείο των βλασταριών τους – μπράβο κυρία Δώρα, λάθος Σίντυ!!!» Το κέρατό μου μέσα. Κάποια στιγμή αγανάκτησε. Πρώτη φορά κάνεις; με ρωτάει. Το βλέπεις το αθλητικό της λέω; Έχω να φορέσω από το λύκειο. Μια φορά μόνο είχα βάλει αθλητικά σε μια εκδρομή και γύρισα με φούσκες. Είμαι άνθρωπος που τον χτυπάνε τα αθλητικά. Κατάλαβες; Κατάλαβα απάντησε.

Την επόμενη μέρα υπέφερα. Ήμουν πιασμένη παντού. Δε μπορούσα να γελάσω, δε μπορούσα να σκύψω, δε μπρούσα να αναπνεύσω γιατί πονούσαν οι μύες της κοιλιάς. Πόσο γαλακτικό οξύ πια μπορεί να παράγει ένας οργανισμός σκεφτόμουνα. Μετά βελτιώθηκα. Καλά εννοείται ότι πηγαίνω με το αυτοκίνητο, παρκάρω από κάτω – αλλά δε κλείνω το συνεργείο και φυσικά δεν έχω λευκό σουζούκι sx4 – και ανεβαίνω με το ασανσέρ. Δε θέλει και ρώτημα. Για να παίζουμε είμαστε τώρα;

Παρασκευή, Οκτωβρίου 08, 2010

Τσουρδάπω, σεμνά. Μας διαβάζουνε.

Σ’ αυτό το ιστολόγιο έχω πάντα την αίσθηση ότι εγώ τα γράφω και εγώ και ο μπαμπάς μου τα διαβάζουμε και κανείς άλλος φυσικά. Ο Μηδενικός και οι φίλες μου που και που (τι εννοείς που και που; Εμείς πάντα σε διαβάζουμε αχάριστη) δεν μετράνε. Ο λόγος προφανής. Ο Μηδενικός δεν προστίθεται και οι φίλες δεν θεωρούνται πελατεία.

Επίσης δεν λέω στον κόσμο ότι έχω blog. Είναι που είμαι απλός, σχεδόν καθημερινός άνθρωπος. Το έχω κάνει μόνο 2 φορές και μάλιστα την μία καθαρά και μόνο επειδή ένιωσα κόμπλεξ κατωτερότητας μπροστά στο στήριγμά μου στα πέτρινα χρόνια της Αγγλίας. Εκείνη χόρευε, χόρευε, χόρευε ενώ εγώ διάβαζα, διάβαζα, διάβαζα και έκανα και blogging. Μαζί ανοίγαμε φύλλο για σπανακόπιτα και περνούσαμε τα βράδια μας ακούγοντας Μάλαμα.

Όταν γράφω προσωπικές ιστορίες ή βγάζω τις φίλες μου στη γύρα εκθέτοντάς τες ανεπανόρθωτα, φροντίζω πάντα να διαστρεβλώνω ελάχιστα τα πράγματα. Ένα όνομα από εδώ, μια μετάθεση ιστορίας από κεί, λίγη σάλτσα να δέσει η ανάρτηση από πιο πέρα, λίγο πιπέρι, πάπρικα, έτοιμοι. Παραμυθατζού και προστασία της προσωπικής ζωής με δύο λόγια.

Για κάποιο ανεξήγητο λόγο πάντα θεωρούσα ότι με αυτό τον τρόπο είμαι καλυμμένη παραβλέποντας το γεγονός ότι στις 2 παραπάνω περιπτώσεις που είπα ότι έχω blog χωρίς να το ονοματίσω ήταν για αυτούς a piece of cake (που λέμε και στο χωριό μου) να το βρούνε.

Κι έτσι ερχόμαστε στην προηγούμενη Τετάρτη. Δεν είμαι και σίγουρη αλλά μάλλον Τετάρτη ήταν. Έστω δηλαδή. Τσουπ (όπου τσουπ βάλε ειδοποίηση του gmail notification – πως ζούσα πριν χωρίς;). Μήνυμα στο facebook (πέφτω στα μάτια σας τώρα το ξέρω – γίνομαι μια από αυτές, τις πολλές του συρμού) από ένα παιδί (το βλέπεις ότι σε καλοπιάνω ε;) που γνώρισα το καλοκαίρι!! (τα θαυμαστικά είναι για να υπερθεματίσω.)

Το μήνυμα είχε τίτλο «ο θεός έχει χιόυμορ». Από τον τίτλο και μόνο έχω σκεφτεί την εξυπνάδα που θα του πετάξω ότι και καλά δεν υπάρχει Θεός. Το μήνυμα ήταν σαφές. Δεν περιείχε ερωτήσεις, ερωτηματικά, αμφιβολίες, ίσως, μήπως, μπας και τα λοιπά. «Εδώ και 2 χρόνια διαβάζω το blog μιας κοπέλας που ελληνιστί είναι η παξιμαδοκλέφτρα…». (Εγώ είμαι αυτή, μην ψάχνεις. Στο προφιλ την έχω γράψει τη μαλακία). Εντάξει μου κόπηκαν τα πόδια. Κοίτα αντοχές που πρέπει να έχει κάποιος για να με διαβάζει δύο χρόνια! «Μπορείς να καταλάβεις πόσο γέλασα με τις διακοπές της.» Εγώ είμαι πάλι αυτή που έκανα λίγο λιγότερες διακοπές από αυτές του Παπανδρέου. Δηλαδή πάρα πολλές. Να του έλεγα όχι; Οποία παρερμηνεία; Δεν είμαι εγώ, δεν είμαι εγώ; Είμαι τόσο αυθεντική; Είμαι τόσο προβλέψιμη; Είμαι τόσο αυθεντικά προβλέψιμη ή κάνω κάτι λάθος;

Το έπαιξα ιστορία. Τον παρότρυνα να σταματήσει να διαβάζει γιατι τα blogs είναι του διαβόλου πράγματα και το λέει και ο πρόεδρος (ένας είναι ο πρόεδρος). Μου απάντησε ότι διαβάζει και την Κατερίνα. Ήταν εμφανές, το πράγμα πήγαινε από το κακό στο χειρότερο.

Κάποιος συνάδερφος (blogger, μην φανταστείς) είχε πει ότι ο μεγαλύτερος αναγνώστης είναι ο ανώνυμος. Αυτός που δεν αφήνει ποτέ σχόλιο. Που δεν τον ξέρεις αλλά σε ξέρει. Το ξέρω, ανακαλύπτω την Αμερική του διαδικτύου αυτή την ώρα. Γράφω κείμενο που κατατάσσεται στα early 90’s τότε που το world wide web γινόταν συντομογραφία www. Γυρίζω το χρόνο πίσω. Βάζω το λιθαράκι μου στο διαδικτυακό γίγνεσθαι του παρελθόντος. Γνωρίζω γαμάτους ανθρώπους που τυχαίνει να είναι αναγνώστες μου. Οι αναγνώστες μου είναι γαμάτοι τύποι. Το βράδυ θα συναντηθούμε σίγουρα, να το ξέρετε. Εκεί, προς Καρύτση μεριά. Θα φοράω ροζ. Να κρατάτε ένα γαρύφαλλο. Θα χαρώ να τα πούμε. Αφήστε σχόλιο, τηλέφωνο και μην στείλετε προσωπικό μήνυμα στο facebook ότι με ξέρετε. Δεν θα το αντέξω. Ευχαριστώ.


Δευτέρα, Οκτωβρίου 04, 2010

Σήμερα γάμος γίνεται; Σ’ ωραίο περιβόλι; Να το αφήσουμε για αύριο;

Υπάρχουν 2 συζητήσεις ορόσημα που σε κάνουν να καταλαβαίνεις οτι μεγαλώνεις. Μεγαλώνεις επικίνδυνα ή μεγαλώνουν οι γύρω σου επικίνδυνα οπότε το ίδιο κάνει. Η πρώτη είναι το οικονομικό που έστω λόγω κρίσης απασχολεί ακόμα και τα νήπια. «Μαμά 1 ευρώ το κουλούρι το πουλάει ο κύριος Μήτσος στον παιδικό». Εμένα δεν με απασχολούσε ποτέ ενώ τώρα έχει μπει στο τοπ5 της ημερίσιας διάταξης.

Το δεύτερο είναι ο γάμος. Καταλαβαίνεις οτι μεγαλώνεις όχι απο τις άσπρες τρίχες που ανακαλύπτεις σιγά σιγά στον καθρέφτη αναφωνόντας «το πολυτεχνείο/μεταπτυχιακό/διδακτορικό με γέρασε, οι έρωτες με άσπρισαν…» αλλά από τον μπαμπα σου που στα επόμενα τέσσερα χρόνια θα σε παντρέψει. Δεν σε ρωτάει. Στο πετάει στα μισά της κουβέντας. «Στα επόμενα τέσσερα χρόνια που θα παντρευτείς…». Από τον μπαμπά της κολλητής σου που θέλει εγγόνι και δεν το διαπραγματεύεται. Από την άλλη κολλητή που θεωρεί τα 27 ηλικία ορόσημο για τον άντρα που θα βρει τότε γιατί θα πρέπει να τον στεφανωθεί. Για να μην αναφερθώ στις άλλες μου φίλες που όσο εγώ γνώριζα ολόκληρη την Πάρο αυτές μιλούσαν για νυφικά πάγου, ιβουάρ, σαμπανί διανθισμένα και με άλλες άγνωστες λέξεις. Μόνο η soulmate δεν μιλάει για γάμο καθώς κάποτε…σε μια κρίση ειλικρίνιας είχε παραδεχτεί πως εμείς θα παντρευτούμε όταν βρεθεί άντρας να μας ανεχτεί. Είχε απόλυτο δίκιο. Μετά τα χάλασε υποστηρίζοντας πως αν και…λέμε ρε παιδί μου…βρεθεί ο ήρωας…κουβέντα κάνουμε…μην αρπάζεσαι, τότε ο γάμος θα είναι Κρητικός. Στους όρους για έναν πετυχημένο γάμο αυτό. Η μανούλα λέει προφητικά «διάλεξε τώρα γιατί μετά θα σε διαλέγουν», η Έλλη υποστηρίζει πως έχουμε μπροστά μας 4 δύσκολα χρόνια διδακτορικού και πιθανότατα έχει βρει άλλη μέθοδο στριβειν εκτός του αρραβώνος. Η Κατερίνα βεβαιώνει πως θα είναι σίγουρα νονά του πρώτου παιδιού, ενώ η θεία μου πια σε κάθε τηλεφώνημα με ρωτάει αν βρήκα κανένα καλό παιδί παροτρύνοντας με να κουνηθώ λίγο. Πως κουνιέσαι λίγο; Λίγο, όχι πολύ, μην μας πούνε έυκολες; Γιατί ακόμα και ο οδοντίατρός μου το ξεκαθάρισε. Εγώ για εξαγωγή φρονιμίτη πήγα αλλά εξαγωγή δεν έκανα. Αφού με επαίνεσε για τα δοντάκια μου λέγοντάς μου ότι τα έχω πολύ προσεγμένα μου άρχισε το κήρυγμα. Στα λέω γιατί είσαι μικρή. Οι έυκολες έχουν πέραση αλλά δεν έχουν τύχη. Ποιες θεωρούνται εύκολες αναρωτήθηκα μεγαλόφωνα. Αυτές που τους έχει βγει το όνομα. Κατάλαβες. Δεν είχα καταλάβει αλλα συνέχισε. Γιατί να σε πάρει στα σοβαρά ο ένας όταν έχουν περάσει τόσοι και τόσοι προηγουμένως; Απάντηση δεν είχα. 100 ευρώ είχα. Του τα έδωσα και έφυγα.

Ένας άλλος γνωστός το καλοκαίρι μου είπε ότι μπορεί να είμαι χαλαρή τώρα αλλά στα 28 θα χτυπήσουν ομαδικώς τα καμπανάκια και θα πρέπει να τον έχω βρει τον πλούσιο και βλάκα. Πλούσιο για να του τα φάω, βλάκα για να του φάω εύκολα. Για να μην αναφερθώ σε συμφοιτητές, συγχωριανούς, γνωστούς – όχι και φίλους, μην το παρακάνουμε – που δεν έμαθαν ποτέ τι σημαίνει αντισύλληψη και έτσι αφού πρώτα έμαθαν τα «ευχάριστα», μετά παντρεύτηκαν με πολιτικό και την κοιλιά στο στόμα ενώ έπεται και η γαμοβάπτιση που είναι και της μόδας.

Εκτός του προφανούς συμπεράσματος που προκύπτει από τα άνωθεν – δηλαδή ότι έχω πολλές φίλες και άπειρους γνωστούς (που δεν θα γίνουν φίλοι ποτέ), οι γονείς και οι συγγενείς παίζουν σημαντικό ρόλο στη ζωή μου, ο Διας ακούει Κιάμο (σφύριξα, γιατί δεν έληξες;), η Ελλαδίτσα είναι μια κουτσουλιά και ο οδοντίατρός μου θα ήθελε πολύ να είναι ψυχολόγος – όλοι ασχολούνται με το γάμο. Απίστευτο.