Είναι κάποιες επιλογές μονόδρομοι. Είναι κάποιες ρημάδες αποφάσεις που δεν έχουν εναλλακτική. Που αποφασίζεις έτσι επειδή δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς. Που δεν επιλέγεις κι ας έχεις αυτή τη ψευδαίσθηση. Η ιδέα ότι ορίζεις απόλυτα τις αποφάσεις σου δεν υφίσταται γιατί πολύ απλά δεν έχεις επιλογές. Οδηγείς σε μονόδρομο και δεν υπάρχει πουθενά στροφή.
400 ευρώ. Τόσο αξιολογείται η συνεισφορά ενός υποψηφίου διδάκτορα σε ελληνικό πανεπιστήμιο και όχι από κρατική επιχορήγηση αλλά από υποτροφία. Δεν έχει σημασία το μεράκι που έχει, η αγάπη του να εξερευνήσει νέα μονοπάτια της επιστήμης μέσα στα οποία κανείς δεν έχει περπατήσει, οι αμέτρητες ώρες εργασίας και η μόρφωσή. Σημασία έχει αν μπορεί να ζήσει με 400 ευρώ το μήνα. Σημασία έχει πόσο αξιολογεί την επιστήμη του και τις γνώσεις του. Σημασία έχει ότι το κράτος αδιαφορεί για την έρευνα στην Ελλάδα και αποθαρρύνει κάθε τέτοια προσπάθεια.
Η μεγαλύτερη αλήθεια όμως αυτής της πικρής ιστορίας είναι ότι σήμερα οι άμισθοι υποψήφιοι διδάκτορες αποτελούν το πιο ζωτικό κομμάτι του ελληνικού πανεπιστημίου και αν δεν υπήρχαν τότε αναμφισβήτητα θα ήταν κλινικά νεκρό. Όχι μόνο γιατί δουλεύουν μέσα σε αυτό μέρες και νύχτες, χωρίς Κυριακές και αργίες. Όχι μόνο επειδή διδάσκουν τα εργαστήρια χωρίς να πληρώνονται. Όχι μόνο επειδή φτάνουν πρωί και φεύγουν νύχτα κάνοντας τομείς ξακουστούς στα πέρατα του κόσμου. Απλά και μόνο επειδή κάνουν όλα αυτά με αυτοθυσία, με αγάπη χωρίς να περιμένουν αντάλλαγμα. Σε ένα σύστημα που τους έχει χεσμένους αυτοί κάνουν πρώτοι τη διαφορά και του γυρίζουν τη πλάτη. Σε πείσμα των καιρών και της απαξίωσης που υφίσταται σε όλες τις βαθμίδες της η δημόσια παιδεία, αυτοί βγάζουν τη γλώσσα και προχωρούν. Αφού το σύστημα αδιαφορεί γι’ αυτούς, αυτοί γιατί να ασχοληθούν μαζί του;
Κάπως έτσι έφτασα κι εγώ στο κατώφλι αυτής της ομάδας. Οι προοπτικές για έρευνα υπάρχουν, μια καθηγήτρια έτοιμη να με συντροφεύσει σε αυτό το δύσκολο δρόμο που μπορεί να κρατήσει χρόνια βρέθηκε. Το ερευνητικό φάσμα ευρύ, η ελληνική πραγματικότητα πρόσφορη και η διάθεση υπάρχει. Το ζήτημα μεγάλο. Με κράτησε άυπνη για νύχτες. Όνειρο παιδικό, όνειρο απατηλό. Γιατί δεν είναι τα λεφτά το θέμα. Τα λεφτά είναι μόνο το μέσο. Κι αυτό το μέσο δεν μπορεί να είναι σαράβαλο ειδικά στο ξεκίνημα της καριέρας. Δεν είναι τα λεφτά που με φοβίζουν. Είναι η αβεβαιότητα που με γονατίζει. Γιατί με 400 ευρώ αν τεθεί κομψά δεν καλύπτεις τίποτα παραπάνω από μικρά προσωπικά έξοδα, τσιγάρα και βενζίνες. Αν τεθεί όμως άκομψα σημαίνει ότι θα πρέπει να ζεις παρασιτικά. Εις βάρος της οικογένειας. Στο πατρικό. Σημαίνει ότι θα πετάς με δανεικά φτερά κι αυτό δεν είναι θέμα επιλογής. Είναι αναγκαία συνθήκη για να λυθεί η εξίσωση που τέθηκε. Είναι θέμα τελικά ισορροπίας και ακροβασίας. Κι αν τελικά τα σπορ δεν είναι και το πιο δυνατό μου χαρτί; Κι αν αύριο μεθαύριο η ίδια η ζωή που δεν είναι μονόδρομος, που δεν είναι ευθεία, που έχει στροφές και διακλαδώσεις σε προτρέψει να κάνεις μερικά βήματα παρακάτω; Αν; Τότε; Τα 400 ευρώ θα είναι βοήθημα η τροχοπέδη; Θα είναι συνεισφορά η εμπόδιο; Την πόρτα τελικά δεν την ανοίγω. Το κατώφλι δεν θα διαβώ. Τα βήματα μου ίσως με φέρουν σε άλλες πόρτες που θα μου ανοιχτούν χωρίς τόσο μεγάλο ψυχικό κόστος επενδυμένο μέσα σε υλιστικό καλούπι. Γιατί τα λεφτά δεν είναι ο σκοπός αλλά το μέσο και μόνο γι’ αυτό μας πηγαίνει παραπέρα.