Τετάρτη, Οκτωβρίου 31, 2007

Μητροπολιτικό πάρκο- έτος μελέτης 2001- έτος κατασκευής?

Τώρα τελευταία γίνεται μεγάλη συζήτηση για το Μητροπολιτικό πάρκο που θα δημιουργηθεί στο χώρο του παλιού αεροδρομίου στο Ελληνικό. Θα δημιουργηθεί; Κι αν ναι πότε; Τα παιδιά μας θα το προλάβουν ή στα εγγόνια μας θα μείνει η χαρά να πάνε να το εγκαινιάσουν; Από το 2001 που το αεροδρόμιο της πρωτεύουσας μεταφέρθηκε στα Σπάτα, ο χώρος παραμένει ανεκμετάλλευτος ή για να ακριβολογούμε δημιουργήθηκαν μέσα σε αυτόν εν όψει των Ολυμπιακών Αγώνων ορισμένες αθλητικές εγκαταστάσεις και το αμαξοστάσιο του τραμ και των αστικών λεωφορείων. Τρομερές παρεμβάσεις φυσικά. Επί της ουσίας όμως, εδώ και έξι χρόνια 5.300 στρέμματα στα νότια προάστια της πρωτεύουσας μένουν στα αζήτητα, στις καλένδες, στο συρτάρι. Μελέτες και κόντρα μελέτες έχουν συνταχθεί, όπου η καθεμία έχει και κάτι διαφορετικό να προσφέρει ανάλογα φυσικά με τα συμφέροντα που εξυπηρετεί και την πλευρά την οποία θέλει να ευνοήσει. Ό χώρος όμως εκεί. Άδειος, εγκαταλελειμμένος, με έξι χρόνια απαξίωσης στην πλάτη του.

Πρόσφατα τέθηκε η ιδέα να χτιστεί μέρος του πάρκου και ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα να μεταφερθούν από το κέντρο της Αθήνας μέσα στο χώρο. Το επιχείρημα απλό: Αμαρτία τόσος χώρος να πάει στράφι και να μην οικοδομηθεί μέρος αυτού ώστε να μετακομίσουν μέσα στο πράσινο κάτοικοι υποβαθμισμένων περιοχών. (κλασσική ελληνική νοοτροπία). Παράλληλα οι χώροι των οικοδομικών τετράγωνων που θα μεταφερθούν μπορούν να μετατραπούν σε μικρές πράσινες οάσεις στη καρδιά της πόλης (αντιστάθμισμα για να μην αντιδράσει κανείς ρομαντικός) . Σε ποια πόλη θέλω να ρωτήσω εγώ. Ποιος υπουργός θα αναλάβει να φέρει σε πέρας ένα τόσο δύσκολο εγχείρημα; Να δημιουργήσει ένα πραγματικό πνεύμονα πρασίνου και αρκετούς μικρότερους; Παράλληλα να οικοδομήσει μέρος του Ελληνικού χωρίς το αποτέλεσμα να είναι αποκρουστικό και να θυμίζει συγκρότημα εργατικών πολυκατοικιών. Κοροϊδευόμαστε; Αφού στην Ελλάδα ζούμε όλοι. Σε μια άλλη χώρα, με ένα άλλο κράτος δικαίου να την χαρακτηρίζει ίσως να μπορούσε να συνταχθεί ένας πραγματικός χωροταξικός σχεδιασμός με επίκεντρο τον πολίτη και τις ανάγκες του. Στη δικιά μας χώρα για να πραγματοποιηθεί ένα τέτοιο βήμα θα πρέπει να κοπούν πάρα πολλά χέρια που θα θελήσουν να βουτήξουν τα δάχτυλά τους στο μέλι του σχεδιασμού και της κατασκευής, που θα θελήσουν να εξυπηρετήσουν τα δικά τους συμφέροντα, να κονομήσουν από αυτή την διαδικασία, να βγάλουν χρήμα εν μια νυκτί εις βάρος του κοινωνικού συνόλου.

Μα θα είναι το μεγαλύτερο μητροπολιτικό πάρκο στην Ευρώπη, ποιος θα το κουμαντάρει; Θα εγκαταλειφθεί κι αυτό στη τύχη του όπως ο Εθνικός κήπος και ο Φιλοπάππου. Με συγχωρείτε, αυτό δεν το είχα σκεφτεί. Έχετε χίλια δίκια. Πώς να αντικρουστεί ένα τέτοιο επιχείρημα που περιέχει μέσα του τόση αλήθεια; Ας κάνουμε λοιπόν αυτό που ξέρουμε να κάνουμε καλά. Ας αφήσουμε στη τύχη του το Ελληνικό και σε λίγα χρόνια που η υπόθεση και οι υποσχέσεις θα έχουν ξεχαστεί ας το τσιμεντοποιήσουμε όλο. Εξάλλου τόση προσπάθεια κάνουμε για να καταστρέψουμε τους πνεύμονες αυτής της χώρας. Θα δημιουργήσουμε καινούργιους; Τρελοί είμαστε; Έλα ντε.

Δευτέρα, Οκτωβρίου 29, 2007

Τηλεσκουπίδια

Τελικά δεν είναι οι μεσημεριανές εκπομπές το πρόβλημα. Μέγα λάθος που όλοι τα βάζουν με αυτές. Ούτε η Λαμπίρη, ούτε το κους- κους, ούτε το μπλα- μπλά κάνουν τη ζημιά κι ας έχουν τόσο ηλίθιους τίτλους και τόσο ανάλαφρη και πανηγυρτζίδικη διάθεση στη μέση του μεσημεριού, χειμώνα, καλοκαίρι. Το πρόβλημα, είναι οι απογευματινές εκπομπές. Αυτές που ξεκινούν λίγο μετά τις 4.30 και έχουν ποικίλη θεματολογία. Θεματολογία που αναφέρεται σε ερωτικά πάθη, σε εγκλήματα, σε φόνους, σε ατυχήματα, σε προσωπικά δράματα, σε ιστορίες τα διπλανής πόρτας που κανείς μας δεν θα ήθελε να του συμβούν, που αναφέρονται με μια φράση στον ανθρώπινο πόνο σε όλο του το μεγαλείο. Κάτω από το πρίσμα της σοβαροφάνειας και της ευαίσθητης προσέγγισης των θεμάτων (αν είναι ποτέ δυνατόν) τηλεπαρουσιάστριες, επονομαζόμενες και ως δημοσιογράφοι με την κονκάρδα του καθωσπρεπισμού στο πέτο του ταγιέρ και την ψεύτικη συμπόνια ζωγραφισμένη στο βλέμμα, κάθε μεσημέρι ξετυλίγουν κουβάρια ιστοριών που στο σύνολό τους είναι σκληρές, βίαιες και σίγουρα η προβολή τους δεν μας κάνει καλύτερους ανθρώπους.

Την ώρα που παιδάκια έχουν γυρίσει από το σχολείο και χαζεύουν μπροστά από την τηλεόραση, την ώρα που οικογένειες παίρνουν το μεσημεριανό τους φαγητό, την ώρα που πολλοί πίνουν τον καφέ τους, τα κανάλια σερβίρουν ανθρώπινα δράματα καλώντας συγγενείς, φίλους, τα ίδια τα θύματα, χαροκαμένες μανάδες και εστιάζουν την κάμερα στο δάκρυ που θα τρέξει από τα μάτια με πρόσχημα την ενημέρωση και (πως είναι δυνατόν;) τη διασκέδαση του κοινού. Κι έτσι μέσα στο μεσημέρι ένας δύσμοιρος τηλεθεατής μπορεί να παρακολουθήσει από τα γεγονότα του ατυχήματος στα Τέμπη με θύματα τους 21 μικρούς μαθητές, μέχρι τους λόγους που οδήγησαν μια πολύ ερωτευμένη γυναίκα στην αυτοκτονία ώστε μα αποδείξει την αγάπη της, γιατί τέτοιου είδους θεματολογία ανεβάζει τα νούμερα και συγκινεί το κοινό.

Ποιος φταίει; Όλοι. Όλοι όσοι πουλάνε τέτοιου είδους ενημερώσεις, όλοι όσοι τα αγοράζουμε και αυτοί που ενώ γι’ αυτό πληρώνονται δεν τα σταματάνε. Έτσι, μέρος της ευθύνης βαραίνει το κοινό που καταναλώνει ότι του πασάρεται χωρίς κριτική σκέψη. Το κοινό όμως δεν φταίει για όλα, ειδικά όταν τα περισσότερα κανάλια προσφέρουν παραπλήσιο υλικό και άρα δεν υφίσταται η δυνατότητα επιλογής. Το κυριότερο μέρος της ευθύνης βαραίνει τους δημιουργούς που μπροστά στο κέρδος ξεπουλάνε την ανθρώπινη υπόσταση σε τιμές εξευτελιστικές και την ίδια τους την αξιοπρέπεια ανάλογα με τα μηδενικά της αμοιβής τους. Και φυσικά φταίει το εθνικό συμβούλιο ραδιοτηλεόρασης που κάνει τα στραβά μάτια κι ας πληρώνεται από τον Έλληνα φορολογούμενο έστω και ερήμην του για να τον προστατέψει από τα τηλεσκουπίδια που του σερβίρονται. Και το κακό είναι ότι όλα αυτά ονομάζονται σκληρό ροκ. Κι όμως όπως έχει πει κι ο καλλιτέχνης «γιατί το ροκ ότι και να ’σαι, άμα δεν το ’χεις να το φοβάσαι». Κι ανάθεμα, αυτοί δεν είναι καθόλου ροκ.

Σάββατο, Οκτωβρίου 27, 2007

Μια σημαιοφόρος, μια παραστάτιδα και τα λοιπά ευτράπελα

Δεν θα ξεχάσω ποτέ εκείνη την 28η Οκτωβρίου. Πήγαινα έκτη δημοτικού, ήμουν μόλις δώδεκα χρονών και ήμουν το πιο αδύνατο παιδί μέσα στη τάξη. Μελετηρή, σε βαθμό που δεν άγγιζε την υπερβολή αλλά τέτοιο που με οδήγησε μαζί με άλλους δώδεκα συνυποψηφίους στην κληρωτίδα για το στέμμα που στη προκειμένη περίπτωση ήταν η σημαία του σχολείου. Κι ανάμεσα σε άλλους δώδεκα, η τύχη και το μαγικό χέρι μιας δασκάλας με οδήγησαν στο τίτλο της Σημαιοφόρου για την 28η Οκτωβρίου. Η χαρά μου απερίγραπτη, όχι τόσο για τη τιμή που φυσικά δεν μπορούσα να αξιολογήσω επαρκώς αλλά γιατί ξεκίνησαν άπειρες πρόβες, καθότι φοιτούσα σε σχολείο με κύρος που ήταν πρώτο στις χαρές και τα πανηγύρια. Τώρα μετά από τόσα χρόνια μπορώ με βεβαιότητα να πω πως ήμουν η πρώτη Σημαιοφόρος που δεν ήταν φυτό και λάτρευε τις πρόβες με τη σημαία γιατί έχανε μάθημα. Φυσικά η κοπάνα δεν ήταν ατιμώρητη από το Θεό ή έτσι νόμιζα τουλάχιστον στην ηλικία των δώδεκα που μου φαινόταν αδιανόητο ότι ανθρώπινος νους έδωσε σε παιδάκι να κουβαλά τη σημαία με ένα κοντάρι που στα παιδικά μου χέρια ζύγιζε τουλάχιστον δέκα κιλά. Το βάρος ασήκωτο και τα λευκά γάντια για τα οποία στην αρχή καμάρωνα επιδείνωναν το πρόβλημα καθώς το κοντάρι γλιστρούσε μέσα από αυτά. Για κάποιο ανεξήγητο λόγο και χωρίς καμία απόδειξη πίστευα ότι όλα αυτά ήταν τρικλοποδιές της παραστάτιδος που δεν με χώνευε καθώς θεωρούσε εαυτών καλύτερο. Οι υποψίες μου για το κακό της μάτι έγιναν επιβεβαίωση όταν μια βδομάδα πριν τη παρέλαση άρπαξα το πρώτο κρύωμα του φθινοπώρου και υπήρχε μεγάλη πιθανότητα να αποκλειστώ καθώς παρελαύναμε με πουκάμισα. Δεν το έβαλα κάτω όμως και με σούπες και λοιπές περιποιήσεις της μαμάς μου που κατά βάθος καιγόταν να καμαρώσει το μοναχοπαίδι της σε αυτό το Γολγοθά γιατρεύτηκα. Η παραστάτιδα που το είχε σίγουρο ότι θα με αντικαθιστούσε έφριξε από το κακό της μόλις με είδε να επιστρέφω στα «καθήκοντα» μου. Και κάπως έτσι κύλησαν οι πρόβες, χάνοντας μαθήματα και προσπαθώντας να περπατήσω καμαρωτή με δέκα κιλά βάρος στα χέρια.
Η περιβόητη μέρα της παρέλασης ξημέρωσε λαμπερή και απαστράπτουσα αν και σίγουρα η παραστάτιδα θα ήλπιζε να βρέχει για να αναβληθεί. Δεν θυμάμαι πολλά γιατί από το βάρος είχα αποκάμει. Μας είχανε να περιμένουμε άπειρη ώρα που στα παιδικά μου μάτια φάνταζε αιώνας ενώ η παρέλαση κράτησε πάρα πολύ λίγο. Στη διάρκεια είχα το μπαμπά να με τραβάει φωτογραφίες και να καμαρώνει ενώ οι περισσότερες βγήκαν κουνημένες πιθανότατα λόγω της συγκίνησης ενώ αυτός το χρέωσε την ατυχία στο φίλμ, κάτι που ήταν ολοφάνερο ότι δεν ίσχυε αλλά τι να του πεις. Μπαμπάς είναι. Το μελανό σημείο της παρέλασης και για το οποίο δεν ευθύνεται η παραστάτιδα ώστε να της το χρεώσω είναι ότι μας είχαν τονίσει μπροστά από τους επισήμους να σταματήσουμε και να γυρίσουμε το κεφάλι προς αυτούς. Μας είπαν να χαμογελάσουμε κιόλας; Δεν θυμόμουν κι ακόμα με το αναπάντητο ερωτηματικό έχω μείνει. Πάντως εγώ για καλό και για κακό δεν χαμογέλασα και από εκείνη τη στιγμή έχω μια ωραιότατη βλοσυρή πόζα μπροστά στην εξουσία που την φυλάω ως παράσημο.

Πέμπτη, Οκτωβρίου 25, 2007

Περίοδος Ανασυγκρότησης Σωματείου Οπλαρχηγών Καρέκλας

Το ΠΑΣΟΚ δεν είναι εδώ, αφήστε μήνυμα και μετά τη περίοδο εσωστρέφειας και μελαγχολίας που βιώνει μπορεί να επικοινωνήσει μαζί σας. Προς το παρόν αργεί, απεργεί, περνά κρίση, ψάχνει κλειδοκράτορα, αφέντη, ψάχνεται γενικώς. Κι αν το ΠΑΣΟΚ ήταν λέσχη, σύλλογος, σωματείο σκασίλα μεγάλη που θα είχε ο κόσμος αν περνά κλιμακτήριο. Όταν όμως πρόκειται για το δεύτερο κόμμα στη Βουλή, με 39 στους 100 ψηφοφόρους να το έχουν στηρίξει, κατά πόσο δικαιούται να έχει κατεβασμένα τα ρολά και σημείωμα στο τζάμι «Επιστρέφω σε λίγο»; Κατά πόσο δικαιούται να διανύει μήνες ψυχανάλυσης;
Είναι λογικό μετά από μια ήττα να υπάρχει ανασύνταξη, σκεπτικισμός, συζητήσεις και διεξαγωγή εκλογών για επιλογή του κατάλληλου ομαδάρχη-πρόσκοπου. Πόσο κρατάνε όμως όλα αυτά; Μέρες, βδομάδες, άντε επειδή είμαι χουβαρντού μήνα; Στη περίπτωση της Αξιωματικής αντιπολίτευσης, το τοπίο είναι θολό, φως στο τούνελ δεν υπάρχει, τα ζητήματα όσο να πει κανείς τρέχουν, το Σκοπιανό μας ξαναχτυπά τη πόρτα, το Ασφαλιστικό για κακή μας τύχη ανασύρεται, 140 σχολεία σε όλη τη χώρα τελούν υπό κατάληψη, ο ΦΠΑ αυξάνεται κατά δύο μονάδες ( το πρωθυπουργό στο debate που έταζε ότι δεν θα αυξηθεί, το θυμάται κανείς;) και η Αξιωματική Αντιπολίτευση τι κάνει; Καλά είναι, λίγο κακόκεφη μωρέ αλλά εντάξει θα της περάσει στις 11 Νοέμβρη. Θα της περάσει; Είμαστε σίγουροι; Και έστω ότι της περνά, μέχρι τότε τα γεγονότα που τρέχουν πώς να τα σταματήσουμε; Ποιο κουμπί να πατήσουμε; Το stop ή το pause? Και αυτό που δεν μπορώ να καταλάβω είναι πως ένα κόμμα με 103 βουλευτές έχει βαρέσει διάλυση. Οι τρεις εντάξει κατεβαίνουν υποψήφιοι και έχουν τρεχάματα, οι άλλοι 100 γιατί έχουν κατεβασμένο το ακουστικό; Συμπάσχουν με τους τρεις και δείχνουν έμπρακτα τη συμπαράστασή τους με κατ’ οίκον αποκλεισμό;
Βαγγέλης ή Γιώργος; Γιώργος ή Βαγγέλης; Αποφασίστε γιατί χανόσαστε!

Τρίτη, Οκτωβρίου 23, 2007

Σαβουροmails...

Τα Σαβουροmails είναι η καταδίκη μου. Είναι το χαστούκι που τρώω κάθε φορά που ανοίγω τον υπολογιστή. Είναι μια ίωση που δεν περνά. Είναι μια ασθένεια που δεν έχει γιατρειά. Είναι οι ακάλεστοι συγγενείς που καταφθάνουν στο σπίτι και ενώ είσαι με τις πιτζάμες και έχεις ένα κάρο δουλειές αυτοί απαιτούν το χρόνο σου και τη προσοχή σου. Έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι όλοι αυτοί οι γνωστοί που μου τα στέλνουν, βαθιά μέσα τους πρέπει να με αντιπαθούν και το κάνουν αυτό για να με εκνευρίσουν. Είναι ο ευγενικός τους τρόπος για να μου δείξουν ότι δεν με πάνε άλλα ντρέπονται να μου το πούνε και κατάμουτρα. Ότι εγώ με τη σειρά μου τους σιχτιρίζω είναι ένα άλλο θέμα.

Η πρώτη τακτική που εφάρμοσα ήταν αυτή του θύματος. Έπεσα στη λούμπα, διάβαζα, προβληματιζόμουνα, έχανα τον ύπνο μου (μωρέ λες να κινδυνεύει το παιδάκι; Μωρέ λες όντως να αποπλανούν κοριτσάκια και να τα βιάζουν; Μωρέ λες οι φωτιές να μπήκαν από τους Αμερικανούς σε συνεννόηση με το Παπανδρέου για να πλημμυρίσει το εξοχικό του Καραμανλή το χειμώνα και να πουλήσει ο Georgakis το φουσκωτό του για κότερο στο πρωθυπουργόπουλο;) και φυσικά προωθούσα. Λάθος, μέγα λάθος, τώρα το ξέρω, τώρα το βλέπω καθαρά. Ακόμα φασκελώνομαι κι αυτομαστιγώνομαι.
Η δεύτερη τακτική ήταν αυτή του προσπεράσματος. Τα αγνοούσα επιδεικτικά κι αυτά άρχισαν να συσσωρεύονται με φρενήρεις ρυθμούς. Έφτασα σε σημείο να αναζητώ κάτι χρήσιμο για ώρες μέσα από το καλάθι των αχρήστων. Αυτό κι αν ήθελε κόπο και χρόνο. Έψαχνα ψύλλους στα άχυρα του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου μου με μεγεθυντικό φακό και τα νεύρα κρόσσια.

Η τρίτη τακτική είναι και η καλύτερη. Διαγραφή μια και καλή. Τόσο απλά. Τόσο ανώδυνα. Αλλά επειδή είμαι μελαχρινή, με μυαλό ξανθιάς βαμμένης, άρα διπλά βλαμμένης άργησα να τη βρω. Όχι ότι δεν εκνευρίζομαι ακόμα, αλλά να, τώρα διαρκεί λίγα δεύτερα μόνο, μέχρι το delete να κάνει το θαύμα του.

Και μέσα στην απελπισία μου όταν ανοίγω τον υπολογιστή και βλέπω mail με πρώτο αποστολέα την Εύα του Αδάμ που έχει ξεκινήσει από την Αργεντινή και έχει φτάσει μέχρι εδώ αναρωτιέμαι πόσοι αργόσχολοι κυκλοφορούν σε αυτό τον κόσμο. Που λαμβάνουν, διαβάζουν, προωθούν και φτου κι από την αρχή. Η μόνη λύση που πραγματικά θα μας έσωζε είναι να μπει ταρίφα στα mails όπως στα sms. Εκεί να δω πόσοι τσάμπα-μάγκες θα συνέχιζαν να προωθούν τόσες σαχλαμάρες σε αθώο και άμαχο πληθυσμό. Γιατί αυτό που με τρελαίνει είναι ότι όσο πιο σαχλό το mail τόσο περισσότερες προωθήσεις έχει. Κι όσες περισσότερες προωθήσεις έχει, τόσες περισσότερες ηλεκτρονικές διευθύνσεις εμφανίζονται. Κι όσες περισσότερες ηλεκτρονικές διευθύνσεις εμφανίζονται, τόσοι περισσότεροι άγνωστοι έχουν τη διεύθυνση του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου μου και μπορούν να μου στείλουν ανά πάσα στιγμή οτιδήποτε «χρήσιμο». Και μια απορία μου γεννάται κάθε φορά που ανοίγω το ρημάδι το email: Η Μeg Ryan ακόμα χαμογελάει όταν έχει μήνυμα στον υπολογιστή;

Υ.Γ. Delete σ’ ευχαριστώ που υπάρχεις στο pc μου, είσαι το lexotanil μου.

Υ.Γ. 2 Όσο τα κέφια της blogο-οικοδέσποινας κυμαίνονται σε επίπεδα-δάπεδα η θεματολογία θα ακολουθεί την ίδια διαδρομή. Ήθελα να γράψω για τα νεογνά που μεταφέρονται από τα Χανιά στο Ηράκλειο με ασθενοφόρο- λέγε με και τρακτέρ, δεν θα θιχτώ - και χτυπιούνται σαν χταπόδια, την ώρα που το νοσοκομείο της πόλης είναι ολοκαίνουργιο αλλά το αφήνω προς το παρόν γιατί με την ψυχολογία που έχω αν ανοίξω το στόμα μου μόνο καντήλια μπορώ να κατεβάσω για την ατυχία αυτής της χώρας να κυβερνάται από ανίκανους.

Παρασκευή, Οκτωβρίου 19, 2007

Οδηγώ και δε σκέφτομαι…

Είναι άραγε σημάδι των καιρών; Της βιασύνης που μας κυνηγάει όλους; Του άγχους που έχει φωλιάσει μέσα μας; Είναι μήπως δείγμα αδιαφορίας και έλλειψης σεβασμού; Η εν τέλει έλλειψη στοιχειώδους παιδείας; Μια δικαιολογία, ένα επιχείρημα, μια τόση δα εξήγηση θέλω για τον τρόπο που εσύ, εγώ και όλοι μας οδηγούμε στους δρόμους εντός και εκτός αυτής της πόλης. Δε ζητάω πολλά, ζητάω ελάχιστα για το δράμα που βιώνω κι ας επιβιώνω (ακόμα).

Κάθε μέρα το ίδιο μαρτύριο και στο ίδιο έργο θεατής και πρωταγωνιστής παράλληλα να σιχτιρίζω, να γκρινιάζω, να οδηγώ, να φοβάμαι και να κάνω το σταυρό μου. Γιατί δεν είμαι μόνη μου. Γιατί η χειρότερη φάρα είναι ο Έλληνας οδηγός, ανεξαρτήτως φύλου, ηλικίας και μορφωτικού επιπέδου. Γιατί σε αυτή τη χώρα ο Σαββόπουλος έχει παραφραστεί και όλοι θεωρούμε ότι ο Θεός θα μας έχει καλά, πάντα θα ανταμώνουμε και θα ξεφαντώνουμε. Και έτσι ρισκάρουμε. Γκαζώνουμε, φασκελώνουμε και παραβιάζουμε φανάρια με βαθύ κόκκινο γιατί ο χρόνος είναι χρήμα και κανείς μας δεν έχει λεφτά για χάσιμο. Ούτε βέβαια κανείς έχει την πολυτέλεια να περιμένει.

Ίσως μάλιστα είναι η μόνη φάρα, αυτή η χειρότερη που άνετα ταξινομείται. Οι παρακάτω τύποι θα βρεθούν σίγουρα στο διάβα σου. Κάποιοι κάνουν μπαμ από μακριά και καλύτερα να τους αφήνεις να πάνε στην ευχή του Θεού. Κάποιοι άλλοι είναι χαμαιλέοντες γι’ αυτό και είναι πιο επικίνδυνοι. Τα μάτια σου δεκατέσσερα γιατί όλοι ανεξαιρέτως είναι άνθρωποι της διπλανής πόρτας. Τους καλημερίζεις στο ασανσέρ και τους φασκελώνεις στο δρόμο. Όλους. Ανεξαιρέτως.

Είναι ο τύπος που θα κάνει σφήνα στο φανάρι για να μπει μπροστά από τον πρώτο προσπερνώντας μια ολόκληρη σειρά αυτοκινήτων για να καταλήξει λίγα λεπτά αργότερα στην ουρά της εφορίας να στέκεται στα σκαλιά και να ξοδεύει μεροκάματα περιμένοντας.
Είναι η νεαρή γυναίκα που θα πεταχτεί από το στενό παραβιάζοντας το στοπ και θα σε αναγκάσει να φρενάρεις στο χείλος του προφυλακτήρα της για να διαβάσεις το αυτοκόλλητο “baby on board”.
Είναι και η γιαγιά που στο πέρασμα της από στενό της Κυψέλης παίρνει σβάρνα όλους τους καθρέφτες πηγαίνοντας με 20 χλμ/ώρα. Αφού έχει πατήσει τα 70 αλλά το κράτος χωρίς να την έχει εξετάσει θεωρεί ότι οδηγεί μια χαρά, αυτή γιατί να άγχεται;
Είναι και ο πιτσιρικάς με το φτιαγμένο yugo που μπροστά στο citroen σου νομίζει ότι έχει Mercedes. Κι έτσι με τη μουσική στη διαπασών, την τριπλή εξάτμιση, τα μπλε φώτα νεον, σε προσπερνά ξυστά από δεξιά.
Είναι και ο βασιλιάς της ασφάλτου, ο ένας, ο μοναδικός, ο οδηγός του λεωφορείου που στο πέρασμα του δεν σε βλέπει καν. Που στο πέρασμα του πρέπει να βρεις γωνία να χωθείς, πεζοδρόμιο να ανέβεις, εκκλησιά για να προσευχηθείς.
Τέλος είναι ο άντρας οδηγός. Με το κρεμασμένο χέρι από το παράθυρο. Με το τσιγάρο στο στόμα και με το κινητό στο αυτί. Που μιλάει στο συνοδηγό, ελέγχει τα μηνύματα του και βρίζει την μπροστινή γυναίκα οδηγό παροτρύνοντας την να αφήσει το τιμόνι και να πάει σπίτι για να πλύνει κάνα πιάτο. Είναι κούλ μέχρι που η μπροστινή τύπισσα θα του απαντήσει ότι έχει κάποιον σαν αυτόν στο σπίτι κι εκεί ο άντρας μάγκας οδηγός θα χάσει τη μπάλα.

Είναι όλοι αυτοί και είναι και ο καθένας ξεχωριστά. Κυκλοφορούν, δεν οπλοφορούν αλλά σπέρνουν τον τρόμο. Κι εσύ ανήμπορος να αντιδράσεις τους παρακολουθείς, τους πετυχαίνεις, πέφτεις μούρη με μούρη μαζί τους και είσαι ένας από αυτούς. Ένας από τους πολλούς. Φόρα τουλάχιστον ζώνη η κράνος για να κάνεις τη διαφορά.

Τετάρτη, Οκτωβρίου 17, 2007

Πλασματικές προτεραιότητες πρώτης ανάγκης...

Πόσο τετριμμένη είναι η ατάκα ότι η Ελλάδα είναι χώρα δύο ταχυτήτων και μεγάλων ανισοτήτων; Πόσο επίκαιρη παρά ποτέ και πόση αλήθεια κουβαλά μέσα της η φράση του ποιητή ότι όπου και να πάω η Ελλάδα με πληγώνει;

Από τις λιτές και σεμνές διαφημίσεις προεκλογικά της κυβέρνησης, (ώστε να μην προκαλέσουμε το κοσμάκη) όπου προφανώς θεωρούσαν τους ψηφοφόρους πολύ χαμηλού επιπέδου-δαπέδου που δεν νογάνε και άρα έπρεπε τα προς διαφήμιση επιτεύγματά τους να τα γράφουν γράμμα-γράμμα και να τα διαβάζουν παράλληλα, φτάσαμε στις πραγματικές ανάγκες του κοσμάκη (που ακόμα έχει επίπεδο –δάπεδο και δεν νογάει, κατά τη κυβέρνηση πάντα). Στην αγορά 30 τεθωρακισμένων αρμάτων μάχης για την καταστολή ακραίων φαινομένων βίας σε πορείες και διαδηλώσεις. Σε ένα κράτος δικαίου και πρόνοιας όπως το δικό μας, όπου ο πολίτης και οι ανάγκες του βρίσκονται στο επίκεντρο (κατά τις εξαγγελίες της κυβέρνησης) αυτή η αγορά φαντάζει απόλυτα λογική δεδομένου ότι η Ελλάδα είναι γεμάτη περιθωριακά στοιχεία. Οι συνταξιούχοι, οι εργαζόμενοι, η γενιά των 700 ευρώ και οι φοιτητές είναι αναμφισβήτητα μερικά από αυτά. Γιατί αφού ξεσηκώνονται είναι σαφώς ταραχοποιά στοιχεία κι αφού καταφέρνουν να ζήσουν με μισθούς πείνας είναι και ανθεκτικά οπότε η καταστολή και ο εκφοβισμός με ΜΑΤ και γκλόμπς πλέον δεν αρκεί. Όχι , είναι απόλυτα λογικό από όποια πλευρά και να εξεταστεί.

Την ίδια ώρα παιδάκια κοιμούνται σε ράντζα στους διαδρόμους του «Αγλαΐα Κυριακού», του μεγαλύτερου παιδιατρικού νοσοκομείου στη Χώρα καθώς οι θάλαμοι δεν επαρκούν. Μικρά πιτσιρίκια με κάθε είδους ιώσεις που θερίζουν καθώς μπαίνει ο χειμώνας, είναι στοιβαγμένα το ένα πίσω από το άλλο στους διαδρόμους, όπου κόσμος πάει και έρχεται, όπου ησυχία δεν υπάρχει, όπου η ανθρωπιά εκ μέρους της πολιτείας αγνοείται. Στα πλαίσια της λογικής που διέπει αυτό το κράτος τα λεφτά του Έλληνα φορολογούμενου, τα δικά σου και τα δικά μου δηλαδή όσα και να είναι δεν αρκούν, οπότε τίθενται προτεραιότητες για την ανακούφιση του κοινωνικού συνόλου. Ανάμεσα στις ανάγκες για καλύτερη δημόσια υγεία και ιδιαίτερα όταν αυτή απευθύνεται σε παιδιά, το κράτος επιλέγει τον εκσυγχρονισμό των μονάδων καταστολής, λογικό δεν είναι; Μαζί με την αγορά των αρμάτων μάχης, εκπαιδεύονται και αστυνομικοί στη Γαλλία. Κι αυτούς εμείς τους πληρώνουμε. Όπως και τα άρματα εμείς τα πληρώνουμε. Όπως και τα ράντζα εμείς τα πληρώνουμε μόνο που τα λεφτά μας δεν αρκούν για τον εκσυγχρονισμό τους σε κρεβάτια. Μα πόσα να έχει ένας δόλιος Έλληνας φορολογούμενος να δώσει; Και βρύση να χεις στερεύει όπως θα έλεγε και η γιαγιά μου. Ειδικά όταν μάλιστα το χρήμα σου το διαχειρίζεται ένα σκορποχώρι που χαϊδευτικά ονομάζεται κράτος δημιουργώντας πλασματικές ανάγκες πρώτης προτεραιότητας, τότε το χρήμα φεύγει χωρίς να το καταλάβεις και τα παιδάκια εξακολουθούν να κοιμούνται σε ράντζα. Αλλά είπαμε, το κράτος αξιοποιεί τα χρήματα προς όφελος του «κοσμάκη» και δεν χωρά αμφισβήτηση σε αυτό.
Υ.Γ. Ευχαριστώ το "Θέμα" που μου άνοιξε τα μάτια στο τομέα αυτό...

Δευτέρα, Οκτωβρίου 15, 2007

Η γενιά των 400 ευρώ-κι όμως υπάρχει...

Είναι κάποιες επιλογές μονόδρομοι. Είναι κάποιες ρημάδες αποφάσεις που δεν έχουν εναλλακτική. Που αποφασίζεις έτσι επειδή δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς. Που δεν επιλέγεις κι ας έχεις αυτή τη ψευδαίσθηση. Η ιδέα ότι ορίζεις απόλυτα τις αποφάσεις σου δεν υφίσταται γιατί πολύ απλά δεν έχεις επιλογές. Οδηγείς σε μονόδρομο και δεν υπάρχει πουθενά στροφή.

400 ευρώ. Τόσο αξιολογείται η συνεισφορά ενός υποψηφίου διδάκτορα σε ελληνικό πανεπιστήμιο και όχι από κρατική επιχορήγηση αλλά από υποτροφία. Δεν έχει σημασία το μεράκι που έχει, η αγάπη του να εξερευνήσει νέα μονοπάτια της επιστήμης μέσα στα οποία κανείς δεν έχει περπατήσει, οι αμέτρητες ώρες εργασίας και η μόρφωσή. Σημασία έχει αν μπορεί να ζήσει με 400 ευρώ το μήνα. Σημασία έχει πόσο αξιολογεί την επιστήμη του και τις γνώσεις του. Σημασία έχει ότι το κράτος αδιαφορεί για την έρευνα στην Ελλάδα και αποθαρρύνει κάθε τέτοια προσπάθεια.

Η μεγαλύτερη αλήθεια όμως αυτής της πικρής ιστορίας είναι ότι σήμερα οι άμισθοι υποψήφιοι διδάκτορες αποτελούν το πιο ζωτικό κομμάτι του ελληνικού πανεπιστημίου και αν δεν υπήρχαν τότε αναμφισβήτητα θα ήταν κλινικά νεκρό. Όχι μόνο γιατί δουλεύουν μέσα σε αυτό μέρες και νύχτες, χωρίς Κυριακές και αργίες. Όχι μόνο επειδή διδάσκουν τα εργαστήρια χωρίς να πληρώνονται. Όχι μόνο επειδή φτάνουν πρωί και φεύγουν νύχτα κάνοντας τομείς ξακουστούς στα πέρατα του κόσμου. Απλά και μόνο επειδή κάνουν όλα αυτά με αυτοθυσία, με αγάπη χωρίς να περιμένουν αντάλλαγμα. Σε ένα σύστημα που τους έχει χεσμένους αυτοί κάνουν πρώτοι τη διαφορά και του γυρίζουν τη πλάτη. Σε πείσμα των καιρών και της απαξίωσης που υφίσταται σε όλες τις βαθμίδες της η δημόσια παιδεία, αυτοί βγάζουν τη γλώσσα και προχωρούν. Αφού το σύστημα αδιαφορεί γι’ αυτούς, αυτοί γιατί να ασχοληθούν μαζί του;

Κάπως έτσι έφτασα κι εγώ στο κατώφλι αυτής της ομάδας. Οι προοπτικές για έρευνα υπάρχουν, μια καθηγήτρια έτοιμη να με συντροφεύσει σε αυτό το δύσκολο δρόμο που μπορεί να κρατήσει χρόνια βρέθηκε. Το ερευνητικό φάσμα ευρύ, η ελληνική πραγματικότητα πρόσφορη και η διάθεση υπάρχει. Το ζήτημα μεγάλο. Με κράτησε άυπνη για νύχτες. Όνειρο παιδικό, όνειρο απατηλό. Γιατί δεν είναι τα λεφτά το θέμα. Τα λεφτά είναι μόνο το μέσο. Κι αυτό το μέσο δεν μπορεί να είναι σαράβαλο ειδικά στο ξεκίνημα της καριέρας. Δεν είναι τα λεφτά που με φοβίζουν. Είναι η αβεβαιότητα που με γονατίζει. Γιατί με 400 ευρώ αν τεθεί κομψά δεν καλύπτεις τίποτα παραπάνω από μικρά προσωπικά έξοδα, τσιγάρα και βενζίνες. Αν τεθεί όμως άκομψα σημαίνει ότι θα πρέπει να ζεις παρασιτικά. Εις βάρος της οικογένειας. Στο πατρικό. Σημαίνει ότι θα πετάς με δανεικά φτερά κι αυτό δεν είναι θέμα επιλογής. Είναι αναγκαία συνθήκη για να λυθεί η εξίσωση που τέθηκε. Είναι θέμα τελικά ισορροπίας και ακροβασίας. Κι αν τελικά τα σπορ δεν είναι και το πιο δυνατό μου χαρτί; Κι αν αύριο μεθαύριο η ίδια η ζωή που δεν είναι μονόδρομος, που δεν είναι ευθεία, που έχει στροφές και διακλαδώσεις σε προτρέψει να κάνεις μερικά βήματα παρακάτω; Αν; Τότε; Τα 400 ευρώ θα είναι βοήθημα η τροχοπέδη; Θα είναι συνεισφορά η εμπόδιο; Την πόρτα τελικά δεν την ανοίγω. Το κατώφλι δεν θα διαβώ. Τα βήματα μου ίσως με φέρουν σε άλλες πόρτες που θα μου ανοιχτούν χωρίς τόσο μεγάλο ψυχικό κόστος επενδυμένο μέσα σε υλιστικό καλούπι. Γιατί τα λεφτά δεν είναι ο σκοπός αλλά το μέσο και μόνο γι’ αυτό μας πηγαίνει παραπέρα.

Σάββατο, Οκτωβρίου 13, 2007

Ένα μεγάλο ευχαριστώ που και πάλι δεν είναι αρκετό…


Από μικρή διάβαζα εφημερίδες. Από μικρή έβλεπα ειδήσεις. Πάντα ήθελα να ξέρω και η αλήθεια είναι ότι πολλές φορές σε αυτή μου τη συνήθεια δυσκολεύτηκα. Και γύρισα σελίδα και άλλαξα κανάλι γιατί η αλήθεια ήταν πολύ σκληρή για να την αντέξω, πολύ πιο δυνατή για να τη χωνέψω. Τα «Νέα» κομμάτι αυτής της συνήθειας τα παίρνω κάθε Σάββατο. Σήμερα το «Μπαγιάτικο μου νέο» δημοσιεύτηκε χάρη στην κυρία Έλενα Ακρίτα. Δεν της έστειλα κανένα email. Δεν κυνήγησα ποτέ την επαφή μαζί της. Αυτή με το άγρυπνο μάτι του δημοσιογράφου που δεν βολεύεται στις δάφνες του ονόματος της ανακάλυψε το blogακι μου. Που μετράει μόλις δέκα μέρες ζωής. Που δεν υπάρχει στις λίστες με τα Ελληνικά blog. Που η ίδια το βρήκε. Τιμή μου κυρία Ακρίτα. Σας ευχαριστώ μέσα από τα βάθη της ψυχής μου που με ανακαλύψατε, που το κείμενο μου σας άρεσε, που το αναδημοσιεύσατε αν και δεν είναι και τόσο συμβατικό . Και ναι, τώρα θα σας στείλω email για ένα μεγάλο ευχαριστώ που ξέρω ότι είναι λίγο. Γιατί να δημοσιεύεται ένα άρθρο σου είναι τιμή σου. Το να δημοσιεύεται όμως από κάποιον που τον εκτιμάς όχι μόνο σαν δημοσιογράφο αλλά και ως άνθρωπο είναι ευλογία Θεού.

Ιδού η Ρόδος: «ΟΤΙ ΕΙΜΑΙ CΟΜΡUΤΕR FRΕΑΚ το έχω αποδεχτεί ήδη και η ασθένεια δεν σηκώνει γιατρειά. Οι μεταμεσονύκτιες τσάρκες μου στο Διαδίκτυο δίνουν και παίρνουν. Κι αυτό το κλικ του ποντικιού (το μόνο τρωκτικό που δεν φοβάμαι) μ΄ έχει μεταφέρει σε κόσμους γοητευτικούς, ηλίθιους, τετριμμένους, μαγικούς, συμβατικούς, συμβατούς κι ασύμβατους, σχιζοφρενικούς, αλλοπρόσαλλους, μαυρόασπρους και τεχνικολόρ. Μια φίλη (εξίσου τρελή με μένα, διότι αν δεν ταιριάζαμε πώς θα συμπεθεριάζαμε) με έστειλε χτες σε μια μικρή, μια ασήμαντη, μια τοσοδούλα γωνιά του Διαδικτύου. Σε ένα μικρό, μικρό blogακι. Που δεν είναι φίρμα. Που δεν το συζητάμε όσο κι όπως τα άλλα. Ένα μικρό μικρό blogακι (με ένα μικρό μικρό μαχαίρι) όπου βρήκα το άρθρο μιας κοπέλας. Μπήκα στο προφίλ της κι ανακάλυψα ότι είναι μια νεαρή φοιτήτρια. ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ με εντυπωσίασε πάρα πολύ. (Ξυπνάτε ρε, όλοι όσοι λέτε ότι τα σημερινά παιδιά και μπλα μπλα μπα). Και γι΄ αυτό το μεταφέρω αυτούσιο. (Δημοσιεύτηκε στο http://stokanape.blogspot. com/!)
Μπαγιάτικο νέο. Δημοσιεύτηκε Κυριακή 7 Οκτωβρίου.


Ολόκληρο το κείμενο της εφημερίδας εδώ

Πέμπτη, Οκτωβρίου 11, 2007

Μικρή αγγελία μεγάλης σημασίας


Ζητείται δυάρι (για να μπορώ να το φέρνω βόλτα και να μην μου βγαίνει η πίστη στο καθάρισμα) στη μέση του πουθενά, χωρίς γείτονες που βάζουν στη διαπασών τον Παπαδάκη πρωί – πρωί. Που δεν τινάζουν τα χαλιά τους στο μπαλκόνι μου. Που δεν κατεβάζουν τα σκουπίδια με το ασανσέρ. Που δεν καβαλάνε με το αμάξι τους τη γραμμή της δικής μου υπόγειας θέσης στάθμευσης αναγκάζοντας με να κολλάω το αμάξι στο τοίχο με χίλιες μανούβρες και να βγαίνω από το πορτ-μπαγκαζ. Που δεν θα υπάρχουν και άρα δεν θα με ενοχλούν. Πληρώνω όσο- όσο! Δεκτές μόνο σοβαρές προτάσεις γιατί τα νεύρα μου είναι κρόσσια και τη γιαγιά που κάθε πρωί με αναγκάζει να ακούω τη Χρουσαλά να φωνάζει «Πρόδρομε θέλω να πάω σε διαφημίσειςςςςς» θα τη σκοτώσω. Και δεν είναι καθόλου αστείο που πέρυσι το καλοκαίρι με τη φρενίτιδα της ανώτερης φυλής των Ελλήνων που διακατείχε το Λιακόπουλο δεν μπορούσα να ανοίξω ούτε τα παράθυρα. Ευτυχώς το χειμώνα το ζήτημα αμβλύνεται λιγάκι. Αλλά και πάλι. Ζητείται επειγόντως δυάρι. Δεκτές μόνο σοβαρές προτάσεις.

Τρίτη, Οκτωβρίου 09, 2007

Σχέση- απόσχιση


Πάλι κουρασμένη σε βλέπω. Κομμένη στο πρόσωπο και με μαύρους κύκλους κάτω από τα μάτια. Γκρινιάζεις, μουρμουράς, είσαι αφηρημένη , αλλά το χειρότερο, έχεις μια μελαγχολία στο βλέμμα. Μια μελαγχολία στο βλέμμα που και τυφλό συγκινεί. Που και περαστικό δεν αφήνει αδιάφορο. Που το παρατηρούν όλοι. Ανεξάρτητα αν μερικοί τολμούν και σου αγγίζουν το χέρι και ρωτούν. Ναι καρδιά μου, το ξέρω. Η πλειοψηφία σε κοιτά εξεταστικά, ψαχουλεύει κάτω από την επιφάνεια να βρει τις αιτίες και τα αίτια. Όλοι καρδιά μου την παρατηρούν αυτή τη μελαγχολία που έχει μετατρέψει αυτά τα μελιά μάτια σε μαύρες άγκυρες. Όλοι εκτός από εκείνον. Τον ένα. Μη βιαστείς να τον χαρακτηρίσεις υπαίτιο. Μη βιαστείς. Δεν παίρνω το μέρος του καρδιά μου. Μη σκοτεινιάζεις αμέσως. Την αλήθεια θα σου πω για να σε βοηθήσω. Θα σου μιλήσω και έπειτα θα σου χαϊδέψω τα μαλλιά για να κοιμηθείς. Πόσο καιρό έχεις να κοιμηθείς ήρεμα και να δεις όνειρα; Μη μου πεις. Η ουσία μετράει και αυτή μας τυραννάει. Ξαπλώνεις σε διπλό κρεβάτι αλλά η μοναξιά σου είναι μεγαλύτερη κι από όταν κοιμόσουν μόνη σε ένα ράντζο στο φοιτητικό σου σπίτι 25 χρόνια πριν. Θυμάσαι καρδιά μου; Τότε όμως είχες κάτι να περιμένεις. Εκείνο το αγόρι. Που φοιτητής το έσκαγε από τη Θεσσαλονίκη για να έρθει κοντά σου. Εκείνο το μουσάτο αγόρι με το λαμπερό βλέμμα και τα γαλανά μάτια. Που πήγε άραγε; Που χάθηκε; Εκείνο το κορίτσι με το πηγαίο χιούμορ το είδε κανείς; Δε λέω ότι αλλάξατε. Λέω ότι μεταλλαχθήκατε. Η ρουτίνα και η συνήθεια σαν ίωση μπήκε στο σπίτι σας. Στο δικό σας σπίτι. Που με τόσο κόπο το φτιάξατε, το στήσατε και το ξεστήσατε για να το μεταφέρετε από τη μια άκρη της Ελλάδας στην άλλη. Εσείς που στα νιάτα σας αποκλινόσασταν στα νησιά της άγονης γραμμής και περνούσατε τους χειμώνες σας. Ποιος από τους δύο αναπολεί αυτά τα χρόνια από τους δύο σας; Τι σου θύμισα βραδιάτικο καρδιά μου ε; Πως αφήσατε αυτή την ίωση να γίνει χρόνια συνήθεια; Να καθίσει σαν σκόνη στα έπιπλα σας, να τυλίξει τις φωτογραφίες σας και να μπει στη κρεβατοκάμαρά σας; Δεν σου λέω ότι φταις εσύ που έχει αλλάξει αυτός. Πού έχει γίνει νευρικός, γκρινιάρης, που σου φωνάζει μπροστά σε κόσμο και σε διαολοστέλνει. Σου λέω ότι φταις εσύ που έχεις γίνει νευρική, γκρινιάρα και ανέχεσαι τη συμπεριφορά του και τις προσβολές του. Σου λέω να αναλάβεις το μερίδιο της ευθύνης που σου αναλογεί. Πάρε τη ζωή μια φορά πάνω στα χέρια σου. Κάνε τις επιλογές σου. Όποιες κι αν είναι αυτές. Πάρε τα ρίσκα σου. Μην αφήνεις καρδιά μου τη ζωή να σε προσπερνά και επιτέλους πέτα τη μάσκα της μελαγχολίας από το βλέμμα σου. Δεν σου πάει, δεν το βλέπεις;

Κυριακή, Οκτωβρίου 07, 2007

Μπαγιάτικο νέο


Με απόφαση του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ οι έξι από τις οκτώ προσφυγικές πολυκατοικίες επί της Λεωφόρου Αλεξάνδρας θα κατεδαφιστούν. Αν το ήξερες, τι σου θύμισα… Αν δεν το ήξερες δεν είναι καταπληκτικό νέο;; Δεν σου έφτιαξα τη μέρα;
Ψιλά γράμματα για τη κυβέρνηση η μνημειακή τους αξία και η αξιολόγηση τους ως ένα από τα 113 πιο σημαντικά έργα της Ελληνικής αρχιτεκτονικής του 20ου αιώνα σύμφωνα με έκθεση του Ελληνικού Ινστιτούτου Αρχιτεκτονικής στη Φρανκφούρτη και το Παρίσι. Λεπτομέρεια τα σημάδια από τις οβίδες των Άγγλων κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου στις ταράτσες τους. Και φυσικά μεγάλη πλάνη ότι αυτά τα οικήματα κουβαλάνε μέσα τους τη νεότερη ιστορία της Ελλάδας. Οι κάτοικοι τους δεν είναι θύματα της Μικρασιατικής καταστροφής. Όχι χαρά μου. Είναι άνθρωποι που απλά υπέστησαν ένα συνωστισμό στο λιμάνι της Σμύρνης. Και οι πολυκατοικίες αυτές δεν ανήκουν στη πολιτισμική μας κληρονομιά. Είναι απλά πολυκατοικίες. Ασυντήρητες, βρώμικες, άβαφες, ετοιμόρροπες. Που δεν έχουν λόγο ύπαρξης στο κέντρο της Αθήνας γιατί η αξία γης είναι πολύ ακριβή και φυσικά η ιστορία φτηναίνει μπροστά της. Ίσως είναι που η ιστορία γράφεται από εμάς και πριν από μας. Κι έτσι με αλαζονεία και έπαρση μπορούμε να τη διαγράψουμε, να τη σβήσουμε, να τη στρεβλώσουμε, να τη πουλήσουμε σε τιμή ευκαιρίας.
Τι κι αν το φαινόμενο αυτό εδώ και δεκαετίες διέπει τη συμπεριφορά του νεοέλληνα; Από τη δεκαετία του 60 όπου τα νεοκλασικά γκρεμίζονταν για να αναγερθούν στις θέσεις τους οι γνωστές πολυκατοικίες μέχρι σήμερα που τα προσφυγικά γκρεμίζονται για να χτιστεί ένα ακόμα εμπορικό κέντρο η διαφορά είναι ελάχιστη και έγκειται στο γεγονός ότι η σημερινή καταστροφή γίνεται με πλήρη επίγνωση. Κι έτσι συντελείται το τέλειο έγκλημα, το οργανωμένο, το προμελετημένο που δεν αφήνει ίχνη.
Ότι για να έχει απρόσκοπτη θέα το νέο μουσείο της Ακρόπολης ( αυτό που άργησε μια αιωνιότητα και μια μέρα και που η παράδοση του καθυστέρησε περί τα τρία χρόνια κι ας μας έταζαν εγκαίνια μέσα στους Ολυμπιακούς αγώνες και επιστροφή των μαρμάρων από το Βρετανικό Μουσείο! ) προς τον ιερό βράχο θα πρέπει να κατεδαφιστούν δύο ακόμα νεοκλασικά επί της Διονυσίου Αρεοπαγίτου δεν είναι ένας ακόμα λόγος να νιώθω υπερήφανη σαν (Νέο)Ελληνίδα;
Ότι ο ίδιος ο βράχος προσφέρει μια εξαιρετική θέα και θα μπορούσαν στη θέση του Παρθενώνα να χτιστούν ωραιότατες μεζονέτες δεν το έχει σκεφτεί κανείς;
Υπερβολική; Δεν νομίζω. Μάλλον πολύ ρομαντική σε μια χώρα που ο κυνισμός και η ισοπέδωση γράφουν τη δική τους ιστορία.

Τρίτη, Οκτωβρίου 02, 2007


Aυλαία και πάμε και ξεκινάμε !!


Ίσως η δημιουργία αυτού του blog να είναι μια εσωτερική ανάγκη για μια περαιτέρω ανάλυση όλων όσων με περιβάλλουν, όλων όσων γύρω μου γυρίζουν και με επηρεάζουν, κινώντας τα νήματα της ζωής μου. Ίσως πάλι να είναι μια κρυφή επιθυμία για μια δημοσιοποίηση της δικής μου οπτικής των πραγμάτων. Ίσως είναι μια μορφή επικοινωνίας και διαλόγου. Το σχήμα και τη δυναμική που πιθανότατα κρύβει τα αγνοώ, σαλπάρω όμως με την αφέλεια του νέου και με την άγνοια του πρωτάρη. Γιατί στην τελική για ένα ταξίδι πρόκειται. Ένα ταξίδι περιπλάνησης στο άγνωστο που δεν έχει απαραίτητα προορισμό αλλά μέρη μαγικά κι αγαπήμένα. Έχει σταθμούς, έχει διαδρομές και χρώματα.

Κι όπως κάθε ταξίδι, έτσι κι αυτό το εικονικό έχει το μέσο του. Κι επειδή σιχαίνομαι τους σταθμούς τρένων, τις αίθουσες αναμονής των αεροδρομίων και τις καμπίνες των πλοίων, το ταξίδι αυτό γίνεται στο σαλόνι μου. Με καναπέδες και πολυθρόνες, με μαξιλάρες και ταμπουρέ, διακοσμημένο με γυάλινα τασάκια όπου πάντα σερβίρεται ζεστός καφές και φρέσκα κουλουράκια. Σήμερα που "οι στέγες των ανθρώπων είναι τόσο κοντά αλλά οι καρδιές τόσο μακριά" εγώ κάνω το πρώτο βήμα. Τολμώ και ανοίγω το σαλόνι μου έστω κι αν είναι διαδικτυακό. Η αρχή δύσκολη, κουβαλά άγχος, αγωνία και ένα σφίξιμο στο στομάχι για το παρακάτω αλλά τελικά αν θα μας αντέξει το σκοινί θα φανεί στο χειροκρότημα. Και ναι, εμείς είμαστε ακόμα στην αρχή.

"Αυλαία και πάμε θα σεργιανάμε μες στα σκοτάδια της σκηνή
Αυλαία και πάμε θα σεργιανάμε κόντρα σε χίλιους προβολείς
Αυλαία και πάμε ξαναπετάμε κι έλα να ανοίξουμε φτερά
Αυλαία και πάμε ξαναπετάμε καινούργια ορχήστρα ξεκινά
Αυλαία και πάμε και δε γυρνάμε
Αυλαία και πάμε και δε γυρνάμε
Ταξίδι αρχίζει μόλις βγει το φεγγαράκι στη σκηνή
Ξανά μαζί
Ξανά μαζί
Ξανά μαζί"

Καλή μας αρχή λοιπόν...